8.1.12

Στη Ρουμανία ΙΙ


Τρίτη 13/12/2011, 22:00

Στον δρόμο δεν έχει καθόλου φώτα. Η ομίχλη αγκαλιάζει κυριολεκτικά την άσφαλτο. Βρίσκομαι στο maxi taxi, Bucharest - Mogoşoaia - Buftea. Το μέρος ζέχνει ιδρώτα low class, οι ανάσες όλων είναι βαριές. Ένα μάξι τάξι ισούται με ένα λεωφορείο ιδιωτικών συμφερόντων και ιδιωτικής συμφοράς, 3.50 lei η διαδρομή χωρίς έκπτωση για κανέναν, χωρίς εβδομαδιαία, μηνιαία, οτιδήποτε κάρτα. Τον καιρό του ανταγωνισμού με το δημόσιο λεωφορείο, φθηνότερο αλλά και πιο επικίνδυνο όπως λέγεται, τα πράγματα ήταν κάπως καλύτερα. Κάποια στιγμή όμως έμεινε μόνο του, δίχως αντίπαλο πλέον, δίχως αιδώ.

Το λεωφορείο τραντάσσεται και δεν ευθύνεται γι' αυτό μονάχα ο κακοστρωμένος δρόμος. Κάποια «ανώμαλα» μυαλά αποφάσισαν να διαθέσουν για την σκληραγώγηση του επιβαίνοντος κοινού μια σταλιά τουριστικά λεωφορεία με αεροπλανικά καθίσματα απ' αυτά που σε παραλαμβάνουν την πρώτη μέρα στο νησί αν έχεις προνοήσει να κλείσεις ξενοδοχείο. Ετούτη τη φορά τα καθίσματα είναι πιο πολλά, το χρώμα δεν μπορείς να το ξεχωρίσεις (κάτι ανάμεσα σε γκρι και μπλε), ο διάδρομος είναι μικρός. Αντί συρόμενης πόρτας στη μέση, μια χειροκίνητη στο μπροστινό μέρος που κλείνει με πάταγο αλλά και με αρκετή προσπάθεια. Δεν υπάρχουν προκαθορισμένες στάσεις, καθένας φωνάζει στον οδηγό πότε θέλει να σταματήσει. Μια κυρία στέκεται άτυχη, ένας Τσιγκάνος διαφωνεί ανοιχτά με την επιθυμία της. Η ανάσα του Ρομά φθάνει έως το πρόσωπο μου, η αρρώστεια στο βλέμμα του ανεξήγητη. Κανείς δεν θα μάθει ποτέ γιατί έστησε εκείνον το καυγά με αφορμή μια καθόλα νόμιμη επιθυμία μιας συνεπιβάτισσας του.

Λίγο αργότερα, τέσσερα κορίτσια στην εφηβεία θα επιβιβαστούν θορυβωδώς. Γυρνούν από την πόλη και είναι μέσα στη τρελή χαρά. Στοιβαγμένοι μέσα στο υγρό πλέον λεωφορείο οι επιβάτες μοιάζουν όλοι λίγο χλωμοί, ίσως και εγώ. Με τη ζωηράδα τους και τα δυνατόφωνα λόγια τους, ακατανόητα σε εμένα, δίνουν έστω και προσωρινά πνοή στο λεωφορείο. Τα πρόσωπα τους σπάνε το κέλυφος της μιζέριας που σκεπάζει το εσωτερικό του μηχανοκίνητου τρόμου και έτσι μπορεί κανείς να παραμελήσει τις κοριτσίστικες τσιρίδες. Οι όρθιοι επιβάτες κρέμονται στον αέρα κυριολεκτικά όπως κι αυτές άλλωστε, εκείνες όμως δείχνουν να το διασκεδάζουν. Το πιο όμορφο από τα κορίτσια ίπταται από πάνω μου, τα στήθη της βρίσκονται σε μια ευθεία από το βλέμμα μου. Κρατώ σημειώσεις και εκείνες μοιάζουν να μην ασχολούνται ιδιαίτερα με ένα ξένο που κρατά μολύβι με γόμα στο πίσω μέρος, πέρα από κάτι εφηβικά χάχανα, γλυκά και αόριστα.  

Ένα κορίτσι μόνο του, έφηβο κι αυτό, κρέμεται από την καρέκλα του οδηγού αλλά και από τον ίδιο τον οδηγό μιας και εκείνος δεν προστατεύεται από κάποιου είδους πλαστικό. Η μακριά μαύρη της κοτσίδα χαιδεύει το μάγουλο του και εκείνος δείχνει να το απολαμβάνει, διακριτικά πάντως. Δεν διακρίνω μια αίσθηση μάτσο υπεροχής από πλευράς του, η όλη σκηνή βγάζει οικειότητα μεταξύ δύο ξένων. Τα φασαριόζικα κορίτσια κατεβαίνουν κάπου μεταξύ Μogoşoaia και Buftea και χάνονται στην ομίχλη. Πιθανότατα σκέφτονται ήδη το κόνσεπτ «γάμος λίγο μετά τα είκοσι». Το κορίτσι βρίσκει πια χώρο να κινηθεί μα παραδόξως μετακινείται ελάχιστα, το χέρι της παραμένει στο προσκεφάλι του οδηγού. Μάλλον πως γυρεύει κάποιου είδους προστασία και ασφάλεια μέσα σ' αυτό το αφιλόξενο μέρος. 

Είναι το λεωφορείο που ευθύνεται για την αγριάδα και την αγένεια των επιβατών, καταλήγω.













No comments:

Post a Comment