19.8.13

ασκητική

Baz Ratner


Κάθομαι στο πάρκο και παρατηρώ τα πιτσιρίκια. Συμπεραίνω:

Τίποτε πιο τραγικό από το αίσθημα ανασφάλειας ενός ευφϋούς ανθρώπου σχετικά με το πως να διαχειριστεί την ευφϋία του. Αυτή η ανασφάλεια δεν μπορεί παρά να προέρχεται από την ίδια του την ευφϋία που κάποτε έδωσε γέννα σ’ ένα αλησμόνητο παιδικό τραύμα.

Τον καιρό που τα άλλα παιδάκια έπαιζαν με τα παιχνίδια τους η ευφϋία εκείνου του μικρού ανθρώπου ύψωνε τα πρώτα αδιαπέραστα τείχη μεταξύ ευφϋίας και πανουργίας. Ένα άλλο παιδάκι, ευφϋές και εκείνο, συμμετείχε αδειάλειπτα στα παιχνίδια των υπόλοιπων παιδιών εξουσιάζοντας στα φανερά ή και στα κρυφά. 

Τα τείχη μεταξύ ευφϋίας και ηλιθιότητας ήταν δεδομένα εξαρχής· κάθε φορά που αντάλλασσε ένα βλέμμα αυτό γινόταν ολοφάνερο στον ίδιο καθώς και σε έναν ουδέτερο παρατηρητή την ίδια φυσικά στιγμή που γινόταν εξαιρετικά επίπονο για τον άτυχο και άδολο εκφραστή της ηλιθιότητας, εξοστρακίζοντας μια και καλή την ευφϋία πίσω από τα περιχαρακωμένα ηλεκτροφόρα κάγκελα της μοναξιάς εκεί που οι ηλίθιοι σιωπούν και ενίοτε η ευφϋία καταλήγει δώρον άδωρον καθότι κατατροπώνεται από τη μνησικακία. 

Βάσανο η μοναξιά, εφόσον εξάλλου η ασκητική στις μέρες μας δε γίνεται κατανοητή παρά μονάχα ως μαζοχισμός με αφετηρία ένα κάποιο ασυνήθιστο ψυχικό πρόβλημα. 

Το ομώνυμο βιβλίο του Νίκου Καζαντζάκη διαβάζεται αποκλειστικά κατά τη διάρκεια της διαδρομής Σύνταγμα – Δουκίσσης Πλακεντίας από κορίτσια που στην πραγματικότητα απλά δοκιμάζουν τα νέα τους κοκκάλινα γυαλιά την ίδια στιγμή που οι πατέρες της ασκητικής που έζησαν κάποτε στην Ανατολή εξακολουθούν να βρίσκονται θαμμένοι κάτω από τόνους παραμελημένων (και κατασυκοφαντημένων από τους ειδικούς) Βυζαντινών χειρογράφων.

Να λοιπόν γιατί η μοναξιά σήμερα γεννά αποκλειστικά τέρατα.



15.8.13

Η εποχή των παχιών αγελάδων τελείωσε· ζούμε την πραγματικότητα του αίγαγρου.




Λέμε συχνά· είχε το «βλέμμα της αγελάδας». Μ’ αυτό εννοούμε πως η τάδε κοπέλα που γνωρίσαμε ένα κάποιο βράδυ μέσα σε ένα καπνισμένο μπαρ εξέφραζε  μια κάποια ηλιθιότητα βουτηγμένη ίσως και σε τόνους, επαρχιώτικης τρόπον τινά, αθωότητας. 

Ωστόσο, μάλλον πως εδώ έχουμε να κάνουμε με μια υπεκφυγή που είναι φυσικά γνώριμο έδαφος για όλους μας, μαζί με την φυγοπονία δηλαδή. Είναι ψέμα να νομίσουμε πως εκείνο το βλέμμα ανήκει, τουλάχιστον αποκλειστικά, στην, φαινομενικά έστω, αθώα κοπέλα η οποία δεν διεκδικεί καμιά πρωτιά στην σκληρή εργασία της κοινωνικοποίησης στα πλαίσια μιας ολονύχτιας μέθεξης στυλ και απόψεων σε ένα αφτεράδικο του κέντρου της πόλης όπου το πιοτό θολώνει την κρίση και ο καπνός την ατμόσφαιρα.

Το «βλέμμα της αγελάδας» δεν ανήκει στην κοπέλα· ανήκει στην εποχή που πέρασε ανεπιστρεπτί.

Όσο κι αν ονειρεύομαστε εύφορα λιβάδια στο Βορρά της Ευρώπης όπου υποτίθεται πως μπορείς ακόμη να βυζαίνεις ανέμελα την αγελάδα ξαπλωμένος στα γρασίδια, τόσο μπερδεύουμε τις χρονολογίες κάτι φυσικό βέβαια μιας και είμαστε φανατικοί του Lost και του Game of Thrones. Σε τούτα τα λιβάδια βέβαια πληρώνονται ακόμα οι μισθοί οπότε η κατάσταση περιπλέκεται λίγο. Λίγο όμως καθότι η πραγματικότητα είναι όντως αμείλικτη σε σχέση με τα όνειρα μας που μας ταξιδεύουν στα πάντοτε κινούμενα εδάφη της νοσταλγίας για εκείνο που δεν υπήρξε ποτέ. Κι αν υπήρξε κάποτε, η προσπάθεια να το ανασύρουμε στη μνήμη μας είναι ομολογουμένως δυσκολότερη από ποτέ σε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία.

Για να το πούμε με άλλα λόγια, η αγελάδα έγινε αίγαγρος και τα εύφορα λιβάδια μετατράπηκαν σε απόκρημνες κορυφές. Η νωχελικότητα της αγελάδας μας εγκατάλειψε καθώς δανειστήκαμε το νευρικό βάδισμα του αίγαγρου που δεν μπορεί παρά να βαδίζει σε νέα και αχαρτογράφητα δύσβατα μονοπάτια. Η αγελάδα μοιάζει μονίμως νυσταγμένη, ο αίγαγρος όμως οφείλει να μένει ξάγρυπνος μήπως και το καταπιεί άξαφνα ο γκρεμνός στις άκρες του οποίου αναζητεί την τροφή του. Χώρια το παράνομο κυνήγι. Το βάρος του σώματος της αγελάδας φορτώνει πλέον τη συνείδηση του αίγαγρου, δηλαδή της δικιάς μας ανθρώπινης συνείδησης, κάνοντας την καθημερινότητα ασήκωτο φορτίο προορισμένο για παντός καιρού ανθεκτικά γαϊδούρια. 

Κι αν δεν έχει κανένα απολύτως νόημα να κοιτάς τον γάϊδαρο στα δόντια τον αίγαγρο έχει απολύτως νόημα να το κοιτάς απευθείας στα κέρατα: βλέπεις, τα κέρατα του αίγαγρου πιθανόν να είναι στραμμένα κατά πάνω σου εκτός κι αν το έχουν πάρει απόφαση πια πως το καλύτερο πράγμα που έχουν να κάνουν είναι να κοπανάν τον τοίχο αυτοκαταστροφικά. 

Κάποιοι θα πουν: «ας γίνουμε γάϊδαροι λοιπόν, ας κουβαλήσουμε το φορτίο που μας αναλογεί, ας αντέξουμε ακόμα και το σφυροκόπημα του ασυνείδητου (δίχως συνείδηση· σχεδόν ζώου δηλαδή) αίγαγρου που θα ορμήσει καταπάνω μας με ορμή τεσσάρων Χρυσαυγιτών απέναντι σε έναν ανυπεράσπιστο μελαμψό ανήλικο· ας τα καταφέρουμε!»

Μας γαλούχησαν ως παχιές αγελάδες, μας προορίζουν πια για ευέλικτους αίγαγρους, είδος προς εξαφάνιση στην Ελλάδα ας μην ξεχνάμε, τέλος, υπάρχει και η προτεινόμενη λύση του γαϊδάρου.

Αξίζει να θυμόμαστε πάντως, σε τούτες τις δύσκολες στιγμές, πως την ιστορία της «Φάρμας των Ζώων» ΤΗΝ ΕΓΡΑΨΕ ΑΝΘΡΩΠΟΣ.