26.7.11

Δώδεκα: καλοκαίρι

antony nobilo


Ή αλλιώς, νοσταλγία για το μέλλον.
 

1999. Να σε σταματάνε με κραυγές επιδοκιμασίας στα σοκάκια της Ίου εννέα φορές, τις μισές να σε αγκαλιάζουν κιόλας, αγόρια και κορίτσια, μόνο και μόνο επειδή φοράς κοντομάνικο The Ramones.

2000. Στη ντίσκο La Luna στην Αντίπαρο.

2001. Να μην το κουνάς ρούπι από την παραλία της Αιγιάλης Αμοργού στην οποία την βγάζεις σχεδόν χωρίς διάλειμμα καθόλη τη διάρκεια των διακοπών σου. Χωρίς δωμάτιο, χωρίς σκηνή, κορμί ριγμένο χύμα στα σύνορα με το beach bar και με soundtrack τη ψημένη ρακή.

2002. Να σε βγάζει ο δρόμος στην Ιθάκη αναζητώντας παντού εκείνο τον ζωγράφο που είχε αναφέρει στη συνοδό σου (όχι γκόμενα) πως «αν σε ξεβράσει η θάλασσα στο νησί, ψάξε να με βρεις.» Τον βρήκαμε, της κολλούσε, παντρεμένος γαρ, μας έβγαλε έξω να φάμε. Να θυμάσαι από τις διακοπές εκείνες το γέλιο που ρίξατε με την τσιγκουνιά του ζωγράφου στο κέρασμα μεζέδων και την προθυμία του να αναφέρει όλα τα ονόματα σπουδαίων που γνώρισε και τόπων που επισκέφθηκε (συγκράτησα τον Αξελό και την Κούβα). Πήγαμε με τα μαγιό και τις πετσέτες ανά χείρας, είχε βάλει τα καλά του.

2003. Να προσφέρεσαι εθελοντικά για το γύρο του θανάτου πάνω στο μεθυσμένο μηχανάκι του επίσης μεθυσμένου φίλου σου. Με οδηγό εκείνον διανύεις κάποια δραματικά δευτερόλεπτα με αφετηρία το παρακμιακό μπαρ πάνω στην παραλία της Σούγιας και με τερματισμό το πάτο της θάλασσας σε μια προβλήτα εκεί κοντά. Πετάγεσαι από το παπάκι λίγο πριν αυτό πέσει με τα πλευρά στο οδόστρωμα. Πριν προλάβεις  να καταλάβεις τι γίνεται ακούς ένα μπλομ∙ είναι ο φίλος σου μέσα στη θάλασσα κι ανάμεσα από δύο ψαρόβαρκες. Ακόμα αναρωτιέσαι τι θα συνέβαινε αν δεν είχε βρει στόχο.

2004. Να βρίσκεις σε παρακμιακά mini-market παλιά και άφαντα στην Αθήνα τεύχη της Βαβέλ. Τρία τεύχη στην τιμή του ενός. Κάπου στην Ικαρία ίσως.

2005. Να αδιαφορείς για την υπολογίσιμη πιθανότητα να σε τσιμπήσει λευκός σκορπιός τη στιγμή που δεν κουβαλάς αντίδοτο και εσύ να την πέφτεις με το σλίπινγκ μπαγκ έξω από τη σκηνή και κάτω από τα αστέρια. Στη Γαύδο του νομού Χανίων. Του ωραιότερου της χώρας όλης.

2006. Να επισκέπτεσαι ένα χωριό φάντασμα κάπου σ’ ένα βουνό της Νισύρου με ερειπωμένα σπιτικά που μάταια ανέμεναν να ρεύσουν τα δολάρια των πρώην αφεντικών τους ώστε να διατηρηθούν στη ζωή. Τα δολάρια έγιναν μπέργκερς και αυτοκίνητο στα δεκαοκτώ και το ηφαίστειο εξακολουθεί να ξεφυσά ράθυμα λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω.

2007. Έρωτας στο Αγκίστρι.

2008. Να βγάζεις ρίζες Χανιώτικες οργώνοντας την πόλη των Χανίων. Από το καφενείο ενός Ανωγειανού που του θυμίζεις «αυτούς τους Γάλλους τους ηθοποιούς» μέχρι να σε πιάνει το ξημέρωμα στο μπανάλ γκατέ των 2 Λουξ. Και από παραλίγον συμπλοκές στο Μύθο γιατί δεν ήσουν απ’ τα μέρη τους μέχρι βραδιές τανγκό (κοιτούσα να χορεύουν) στη Rosa Nera.

2009. Να συναντάς Άγριους στη Λέσβο.

2010. Να ακούς τη λέξη φασίστας από το στόμα μιας γιαγιάς ογδόντα τεσσάρων ετών στο χωριό Ποταμιά του νομού Λακωνίας καθώς αφηγείται ιστορίες για τον αποθανόντα σύζυγο (εξορία και αντάρτικο). Από τότε, κάθε φορά που ακούω τη συγκεκριμένη λέξη κάπου στα Εξάρχεια μου ‘ρχεται να βάλω τα γέλια.









24.7.11

βλαξ





Δε θα ξεχάσω ποτέ εκείνον τον τύπο που διαμαρτυρήθηκε για την εξιδανικευμένη απεικόνιση της πόλης των Παρισίων στην ταινία Αμελί.



 
Μη με ρωτάτε για ονόματα. Ζώο τον φώναζαν.









23.7.11

δίπλωμα σπουδών

are mokkelbost

Αναρωτιέμαι καμιά φορά τι να το έκανε το μεταπτυχιακό της δίπλωμα εκείνη η συμφοιτήτρια. Ολλανδή την εθνικότητα, όμορφη το επάγγελμα.

Είχε σχηματισθεί ειλικρινή απορία και έντονη ανησυχία στο αναψοκοκκινισμένο της πρόσωπο την ανυπόφορη - για εμένα - στιγμή της ερώτησης: «γιατί οι άνθρωποι δεν κάνουν κάτι ώστε να σταματήσει όλο αυτό;». 

Το ποιό;

Είχαμε μόλις αναφερθεί, λίγο πρόχειρα και γενικά είναι η αλήθεια, στα επαναλαμβανόμενα «λάθη» της ανθρωπότητας με αφορμή μια κουβέντα περί Αμερικάνικου πολέμου στη ξένη γη του Βιετνάμ και του Ιράκ.


Μάλλον θα το κρέμασε στον τοίχο ε;






20.7.11

devil

tebe interesno


Όταν ο Διάβολος του πρότεινε την απομόνωση ως λύση ο Μίλτος δεν είχε ιδέα πως εκείνος τον ζήλευε θανάσιμα. Έκανε όπως του είπε∙ ήθελε πολύ άλλωστε να γίνει συγγραφέας.

Τα πρώτα χρόνια περάσαν με ταχύτητα σφαίρας από όπλο Μάγκνουμ στα σταθερά χέρια του William Burroughs. Σφαίρας σφηνωμένης στα ρουθούνια.

Τα επόμενα χρόνια έμελλε να ‘ρθουν∙ τα ανέμενε με ιδιαίτερη ανυπομονησία. Είχε πια αφήσει το κλουβί του.



[A cage went in search of a bird... Kafka shouted from behind. But he was determined to continue his going outside; he felt like orienteering himself around the streets of a city by walking on “color association lines, as Burroughs, his favorite devil, did.]









15.7.11

Αγάπη


Αφού άλλωστε το γνωρίζουμε όλοι καλά, εμείς του Μπάροουζ οι (κάτι σαν) θαυμαστές, πως δεν κατάφερε να αγαπήσει ποτέ του, ο ιδιοφυής εκείνος Αμερικάνος συγγραφέας. Δεν το κατάφερε για δεν ήτανε γραμμένο στο δικό του πεπρωμένο, μα ιδιοφυής γαρ, βρήκε το τρόπο ώστε να επισκεφθεί κάποιον τόπο που δεν είναι τόπος.

Είτε αυτός λέγεται έρωτας στα ντουζένια του κει που δεν λογάς τίποτα άλλο πια πέρα από το ατελείωτο βάθος του πάθους σου είτε λέγεται ταξίδι στο έρεβος με πρέζα διαλεχτή Μαροκινή, κει που θα φτάσεις δε θα ‘χει πια γυρισμό.

Ίσως ο Ρομπέρτο Μπολάνιο να είχε δίκιο:

For some of those of my generation, William Burroughs was the affectless man, the shard of ice that never melted, the eye that never closed. They say he possessed every vice there was, but I think he was a saint who attracted all the sinners in the world because he was gracious and unwise enough never to shut his door. [1]

Αν είχε δίκιο, τότε ο άγιος αυτός στεκόταν κάπου δίπλα από την αγάπη καταραμένος να μην τη νοιώσει ποτέ του μιας και κάτι τέτοιο ποτέ δεν θα επιτρεπόταν σ’ έναν άγγελο σαν και του λόγου του. Έτσι λοιπόν, ρίχτηκε με τα μούτρα στην αρρώστεια της πρέζας κι άνοιξε τις πύλες να μπει μέσα κάθε κακό. Αποφάσισε πως όλα επιτρέπονται μιας και δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς, ο μέγας αυτός αποκλεισμένος, καταραμένος καθώς ήταν να μη γευτεί ποτέ  το μέγιστο αγαθό για το οποίο η ανθρωπότητα όλη υποκλίνεται και καθαγιάζεται στο όνομα του. Το ονόμασαν αγάπη και είναι τόσο δύσκολο να αποκτηθεί, να βιωθεί, να κατανοηθεί, όσο εύκολο σου είναι να παραδεχτείς πως η κόλαση είναι οι άλλοι.

Η κόλαση είναι οι άλλοι, το γνωρίζουμε αυτό. Το ήξερε κι ο Μακιαβέλλι που συνιστούσε - σαν άλλος τοποτηρητής ανθρωπίνων σχέσεων εξουσίας - τους ανθρώπους να τους κάνεις φίλους σου, ή αλλιώς, αν δεν σου βγαίνει, αν δεν το προτιμάς, αν δεν προκύψει, να τους τσακίζεις ανελέητα δίχως δισταγμό ή δεύτερη σκέψη.

Η κόλαση ήταν οι άλλοι και για τον Μπάροουζ. Δεν άντεχε βλέπετε το συναισθηματισμό στο έργο των φίλων του των μπιτ, δεν άντεχε φυσικά ούτε και την οξύνοια και ευφυΐα του μοναδικού εκπρόσωπου του άλλου φύλου που σεβάστηκε πραγματικά στο πέρας ογδόντα και πλέον χρόνων επί γης. Την έστειλε στον άλλο κόσμο, μη διστάζοντας καθόλου καθώς ήταν όλο ένα παιχνίδι με ένα μήλο κι όταν μπαίνεις στο χορό του παιχνιδιού της ζωής δεν κάνεις βήμα πίσω.

Ένα βήμα πίσω και σε ρούφηξε η κόλαση των άλλων, είτε αυτοί λέγονται τσαρικοί στη Ρωσιά του 20ου αιώνα είτε Γάλλοι μοναρχικοί του 18ου είτε οι φίλοι σου που άφησες να απολαμβάνουν το τέλος της ιστορίας και μια μέρα ξύπνησαν να δουν τα αποκαΐδια αυτού του τέλους να ονομάζονται new austerity measures

Αν αγαπάς δεν υπάρχει βήμα πίσω. Βήμα πίσω θα σήμαινε - όχι συνθηκολόγηση – μα ολοκληρωτική συντριβή στην κόλαση των άλλων. Κάπως έτσι και ο δικός μας άγγελος της ιστορίας, ο βίαιος και αμετανόητος Μπάροουζ, δεν έκανε το βήμα πίσω παρά μόνο λίγο πριν το τέλος, τότε που μας άφησε κληρονομιά τους τελευταίους του ψιθύρους... «δεν υπάρχει τελική λύση... υπάρχει μόνο ένα παυσίπονο που το λένε αγάπη...αυτό που νοιώθω για τις γάτες μου...»

Αυτά για εκείνον που δεν αγάπησε ποτέ του∙ όσο για τον άντρα που αγαπούσε τις γυναίκες, τον άντρα που αγαπούσαν οι γυναίκες, αγάπη θα σημαίνει ο πόνος που φέρνει η διαπίστωση πως γεννήθηκε στην αγκαλιά της κόλασης των άλλων καθότι γεννήθηκε για να αγαπά. 

Το «η κόλαση είναι οι άλλοι» δεν μπορεί παρά να είναι το αποτέλεσμα, όπως αποτέλεσμα είναι και η μετατροπή ενός ανθρώπινου όντος σε μια καρικατούρα του είδους από άμυνα έναντι της απόλυτης αυτής αλήθειας: να είσαι κυνικός, να ζεις από απόσταση, να ορθολογικοποιήσεις το αποτέλεσμα με όρους επιστημονικής «αλήθειας» περί του ανθρώπινου ψυχισμού, να είσαι ένα κυνικό γουρούνι. Ορίστε το αποτέλεσμα του αποτελέσματος.

Αλλά η αγάπη που προσκρούει στην κόλαση των άλλων, είναι η αφετηρία και όχι το αποτέλεσμα. Κάτι τέτοιο δε χωρά στον ορισμό της, είναι ψιλά αδιαφανή γράμματα. Η αγάπη είναι η πρωταρχική συνθήκη ύπαρξης του Θεού, κατοικεί στο σκότος κι αυτονομείται όταν αυτό είναι ανθρωπίνως δυνατόν. Η αγάπη είναι.