18.4.08

O Ignacio Ramonet στην Αθήνα.













 O Ignacio Ramonet, δημοσιογράφος και συγγραφέας, διευθυντής της γαλλικής έκδοσης Le Monde diplomatique επί σειρά ετών, με αξιοσημείωτη δράση στο χώρο της αριστεράς[1], στις 2 Απριλίου βρέθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών όπου και έδωσε μια διάλεξη με τίτλο Οι νέες γεωπολιτικές προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου. 
 Ξεκινώντας την ομιλία του παρέθεσε μια σειρά από στατιστικά στοιχεία. "Στα 40 λεπτά που θα σας μιλήσω, 80 παιδιά θα πεθάνουν από ελονοσία, γύρω στα 800 παιδιά θα πεθάνουν από ασθένειες που θεραπεύονται εύκολα" και συνέχισε λέγοντας ότι το 40% του παγκόσμιου πληθυσμού ζει με 2 δολλάρια την ημέρα, τη στιγμή που μια... αγελάδα στην Ευρώπη λαμβάνει επιδότηση 4 δολάρια την ημέρα. 4 δισεκατομμύρια δεν έχουν χρησιμοποιήσει ποτέ τηλέφωνο και 5 δισ. το ίντερνετ.
 Η ανάλυση του ξεκίνησε με μια δριμεία κριτική στο χρηματοοικονομικό καπιταλισμό και την ολοκληρωτική επικράτηση της αγοράς. Μιας αγοράς χωρίς ηθική, όπως σημείωσε. Ανέφερε τα παραδείγματα της Νέας Ζηλανδίας και της Χιλής όπου η κυριαρχία της αγοράς είναι απόλυτη, μιας και ακόμα και οι πρεσβείες δεν είναι κρατικής ιδιοκτησίας. Ειδική αναφορά έκανε και στην οικονομική ύφεση που παρουσιάζεται - παγκοσμίως πια - , με την κρίση σε πολλές τράπεζες να αποτελεί ανησυχητικό σημάδι για την ομαλή λειτουργία της αγοράς.
 Στη συνέχεια ανέλυσε το ρόλο της Κίνας και της αυξανόμενης ισχύς της. «Ποτέ άλλοτε στην ιστορία, ένα κράτος δεν κατάφερε τόσα πολλά μέσα σε 30 μόλις χρόνια» είπε, επισημαίνοντας ταυτόχρονα τους κινδύνους που ενδέχεται να αντιμετωπίσει στο εσωτερικό της. Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου στην Κίνα θα προκαλέσει ντόμινο ανακατατάξεων στον πλανήτη σύμφωνα με τον Ramonet. Οι αυξανόμενες ανάγκες της, θα πρέπει να καλυφθούν από τις εισαγωγές. Η Βραζιλία (εξάγει σόγια στην Κίνα) καταστρέφει τα δάση της για να καλύψει τις ανάγκες της αγοράς. Μέγιστο πρόβλημα δημιουργείται και από τις ενεργειακές ανάγκες, με τη λύση των πυρηνικών εργοστασίων να εγκυμονεί μεγάλους κινδύνους.
 Αναφερόμενος στο ρόλο των Μ.Μ.Ε., ο Ramonet ήταν ιδιαίτερα καυστικός. "Ιδεολογική μηχανή της χρηματοοικονομικής παγκοσμιοποίησης, τα Μ.Μ.Ε. προσπαθούν να μας πείσουν να μην αντιστεκόμαστε στην «νεωτερικότητα»". Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή στους κατακτητές Ισπανούς που ως εκφραστές της... νεωτερικότητας, ισοπέδωσαν πολιτισμούς και εξολόθρευσαν λαούς, έτσι και σήμερα η δικτατορία της αγοράς με την ευγενική υποστήριξη των Μ.Μ.Ε., οδηγούν τον πλανήτη σε αδιέξοδο. Σε ένα αδιέξοδο, για το οποίο οι λαοί θα πρέπει να είναι ευγνώμονες, στο όνομα της «προόδου».
 Έπειτα, αναφέρομενος στα στρατιωτικά μέσα που διαθέτουν οι μεγάλες δυνάμεις, ο Ramonet ισχυρίστηκε, ότι αυτή τη στιγμή η ανθρωπότητα γνωρίζει το χαμηλότερο ποσοστό εμπόλεμων συρράξεων, εδώ και 200 χρόνια. Οι εντάσεις σε διάφορα σημεία του πλανήτη, δεν δικαιολογούν την ύπαρξη τέτοιων στρατιωτικών εξοπλισμών, πρόσθεσε. Κάνοντας αναφορά και στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου (ο οποίος έδινε δικαιολογητικά στις δύο δυνάμεις να αυξάνουν το οπλοστάσιο τους), ο Ramonet υπέπεσε σε ένα ατόπημα. Ο πόλεμος κατά του αόρατου εχθρού της τρομοκρατίας - είναι αυτονόητο πια - είναι μια νέα μορφή πολεμικής αντιπαράθεσης. Οι Η.Π.Α. πριν από 7 χρόνια κήρυξαν τον περιβόητο πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, και το έκαναν με κάθε επισημότητα. Είναι τουλάχιστον αφελές να διερωτόμαστε για την ενίσχυση των εξοπλισμών ενόσω μαίνεται ο πόλεμος του 21ου αιώνα· ένας πόλεμος όπου δεν υφίσταται πλέον η γραμμή του εχθρού. Πεδίο της μάχης, κάθε εκατοστό του πλανήτη· υποψήφια θύματα, όλοι μας.
 Αλγεινή εντύπωση προκάλεσε επίσης, η αναφορά του στον Ομπάμα Μπάρακ. Τον χαρακτήρισε ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον (έχει και η πολιτική αφέλεια τα όρια της), αναπάραγοντας ταυτόχρονα μια ύποπτη συνωμοσιολογία που ξεκίνησαν οι Times της Νέας Υόρκης και αφορά την πιθανή δολοφονία του σε περίπτωση εκλογής του. Η υπόσχεση του Μπάρακ για απόσυρση στρατευμάτων από το Ιράκ (την οποία και επικαλέστηκε ο Ramonet), δεν είναι μια δίκαιη απόφαση ενός πεφωτισμένου ηγέτη. Πρόκειται περί μιας απόφασης που εξυπηρετεί πολιτική σκοπιμότητα, ενώ ταυτόχρονα, δεν υπαγορεύεται από μια ανθρωπιστική σκοπιά αλλά από μια ορθολογιστική λογική εξυπηρέτησης των συμφερόντων των Η.Π.Α.
 Από τα λεγόμενα του Ignacio Ramonet, προκύπτει και ένα άλλο ουσιώδες ζήτημα. Η απόρριψη μιας σαρωτικής δυτικοποίησης, η οποία εκφράζεται μέσω της επέλασης του χρηματοοικονομικού καπιταλισμού και έλκει διαμέσου μιας ψευδαισθητικής φαντασίωσης ευημερίας που υπόσχεται, είναι δεδομένη. Αυτό που δεν είναι δεδομένο όμως είναι η ρήξη του δυτικού ανθρώπου με την ιδέα της υπεροχής του δυτικού τρόπου ζωής. Η επανάσταση του internet με τις απεριόριστες δυνατότητες που προσφέρει, μας οδηγεί να αντιλαμβανόμαστε τη ζωή, χωρίς τις ανέσεις που αυτό προσφέρει, ως κάτι το υποδεέστερο. Η ευκολία, και η επίλυση πρακτικών ζητημάτων δεδομένων και αναγκαίων πλέον για εμάς, δεν πρέπει να θεωρούνται οικουμενική ανάγκη. Φυσικά, η άρνηση των κατακτήσεων που έχουν επιτευχθεί με την έκρηξη της τεχνολογίας, δεν είναι το ζητούμενο. Το ζητούμενο, είναι το εξής: η ικανότητα να φανταζόμαστε και να αποδεχόμαστε έναν κόσμο και ένα σύστημα σκέψης -ολότελα ξένα προς εμάς-, ως μια ρεαλιστική πιθανότητα, ως μια αυθύπαρκτη πραγματικότητα.
 Μετά το τέλος της διάλεξης, ο Ramonet δέχτηκε ερωτήσεις από το κοινό. Αρχικά, ένας ηλικιωμένος κύριος (ίσως να κοιμήθηκε κατά τη διάρκεια της βραδιάς) αναρωτήθηκε, "Ποια άποψη συμμερίζεστε, του Bush ή των λαών?" Κατόπιν, μια κοπέλα μπέρδεψε τον Ramonet με... μέντιουμ, μιας και τον ρώτησε αν θεωρεί πως η Αφρική (?) θα μπορούσε να αναδειχθεί σε μεγάλη δύναμη (κατά τα πρότυπα της Κίνας) μετά από 50 χρόνια. Οι ερωτήσεις συνεχίστηκαν και το αξίωμα ότι οι «καλοί» σωπαίνουν, επαληθεύτηκε για μια ακόμη φορά...


[1] Ο Ιγνάσιο Ραμονέ υπήρξε ο ιδρυτής της Ένωσης για τη Φορολογία των Οικονομικών Συναλλαγών για τη Βοήθεια των Πολιτών (ATTAC). Το κυρίως άρθρο του στη Le Monde diplomatique τον Δεκέμβριο του 1997 είχε θέμα τη δημιουργία αυτής της Ένωσης, η οποία ξεκίνησε στη Γαλλία το 1998 και από τότε αναπτύχθηκε σε έναν διεθνή οργανισμό που αριθμεί σήμερα 65.000 μέλη περίπου και έχει παραρτήματα σε 40 χώρες σε όλο τον κόσμο. Ο Ιγνάσιο Ραμονέ υπήρξε επίσης ένας από τους πρωτεργάτες του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ του Πόρτο Αλέγκρε, είναι ο ιδρυτής της διεθνούς μη κυβερνητικής οργάνωσης Διεθνές Παρατηρητήριο των Μέσων Ενημέρωσης και της γαλλικής εκδοχής του. http://www.in.gr/news/article.asp?lngEntityID=884729

7.4.08

Στην Ελλάδα του... 447 π.Χ.



Η πολύκροτη ιστορία με το Νέο Μουσείο Ακρόπολης και την ενδεχόμενη κατεδάφιση των δύο κτιρίων που εμποδίζουν την απευθείας οπτική σύνδεση του κοινού, από ένα (μικρό)[1]

κομμάτι του μουσείου προς τον Ιερό Βράχο (και όχι τον Παρθενώνα), είναι μια υπόθεση η οποία μας οδηγεί σε κάποια χρήσιμα συμπεράσματα για την αντίληψη που επικρατεί στην Ελλάδα, όσον αφορά την πολιτιστική διαχείριση.

Η ύπαρξη ενός σημαντικού πολιτισμού στον Ελλαδικό χώρο στα αρχαία χρόνια, έχει κληροδοτήσει το σύγχρονο Ελληνικό κράτος με έναν πολιτιστικό θησαυρό ο οποίος του αποφέρει κέρδος και διεθνή αναγνώριση. Η προσπάθεια να αναδειχθεί αυτή η πολιτιστική κληρονομιά είναι απολύτως λογική· ποιο είναι όμως το πρόσωπο της νεότερης Ελλάδας? Εκτός από τον ήλιο, τη θάλασσα και το ξέφρενο γλέντι στα νησιά του Αιγαίου κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, υπάρχει οτιδήποτε άλλο? Μετά το ούζο, το φραπέ και την καθιερωμένη επίσκεψη στο Ψυρρή - για μια γεύση τυποποιημένου, φολκλόρ ελληνικού γλεντιού -, τι μένει να δει ο... Γιαπωνέζος?



Το ερώτημα που τίθεται σχετικά με το ειδικό βάρος της Ακρόπολης ως τουριστικού αξιοθέατου και μνημείου παγκόσμιας κληρονομιάς έναντι της πολυκατοικίας του Β. Κουρεμένου επί της Διονυσίου Αεροπαγίτου, είναι εντελώς άστοχο. Εξαίρετο δείγμα νεότερης αρχιτεκτονικής (Art Deco), η πολυκατοικία του Κουρεμένου συγκαταλέγεται ανάμεσα στα 113 έργα που αντιπροσωπεύουν την ελληνική αρχιτεκτονική από τα μέσα του 19ου μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα.[2] Μικρή σημασία όμως έχουν οι ακριβείς λεπτομέρειες σχετικά με την αρχιτεκτονική -και κατά συνέπεια πολιτιστική- αξία του συγκεκριμένου κτιρίου. Η ουσία του ζητήματος είναι άλλη: η «μουσειακή» αντίληψη περί πολιτισμού στην Ελλάδα πρέπει να πάψει. Σε μια από τις χειρότερες πανευρωπαϊκά πόλεις, όσον αφορά την αρχιτεκτονική της σπουδαιότητα και καλαισθησία, η κατεδάφιση ενός τέτοιου κτιρίου είναι προκλητική.

Ο Βασίλης Ραφαηλίδης είχε πει κάποτε, αστειευόμενος, ότι θα πρέπει να γκρεμίσουμε την Ακρόπολη για να πάει μπροστά αυτός ο τόπος. Μέσα στην υπερβολή της, αυτή η δήλωση αναδεικνύει την πραγματικότητα· μια χώρα δέσμια της αρχαίας κληρονομιάς της· μια χώρα πολιτιστικά - και όχι μόνο, φυσικά – οπισθοδρομική και συντηρητική· τέλος μια χώρα που επέλεξε να βολευτεί με μια ψευδαισθητική, μεταφυσική σύνδεση με την αρχαία Ελλάδα, βάλσαμο για την σύγχρονη ανυπαρξία της.

Η ίδια η ιδέα σχεδιασμού του μουσείου, είναι προβληματική. Η μοναδικότητα του, λέει ο αρχιτέκτονας του μουσείου Μπερνάρ Τσουμί, έγκειται στο ότι «Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης είναι το μόνο Μουσείο το οποίο αφορά την αλληλεπίδραση. Είναι εκεί για να δείξει και τι υπάρχει έξω από αυτό, προς τα μέσα. Είναι το πρώτο Μουσείο το οποίο διαδραματίζει έναν τέτοιο ρόλο».[3] Επίσης το ουσιώδες για τον Μπ. Τσουμί είναι ο «διάλογος ανάμεσα στο Νέο Μουσείο και την Ακρόπολη»: «Οταν στέκομαι στον εξώστη του Μουσείου και ατενίζω αναρωτιέμαι αν θα πρέπει ο διάλογος να είναι ανάμεσα σε δύο μέρη ή αν θα πρέπει να συμμετέχουν ενεργά τα δύο κτίρια του 1930. Μήπως πρόκειται για μια θορυβώδη παρέμβαση»;[4]
Το ψέμα έγκειται στο γεγονός ότι δεν πρόκειται περί διαλόγου αλλά μονολόγου· το μουσείο στέκει βουβό μπροστά στη μεγαλοπρέπεια του Παρθενώνα και αυτομάτως μετατρέπεται σε ένα ηλιόλουστο δωμάτιο με θέα· με το γυαλί να κυριαρχεί - στην προσπάθεια του να εκμεταλλευτεί το «μοναδικό» Αττικό φως - το μουσείο μοιάζει να αναπαράγει τα καθιερωμένα: Ελλάδα, η χώρα του φωτός - κυριολεκτικά και μεταφορικά -, Ελλάδα η χώρα του μεγάλου αρχαίου πολιτισμού.


Όλη αυτή η προσπάθεια δεν στερείται λογικής. Η Ακρόπολη, ως ανεκτίμητο κομμάτι της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, μπορεί να αναδειχθεί εκ νέου σε τουριστικό προϊόν πρώτης προτεραιότητας. Η ουσία ωστόσο, βρίσκεται αλλού: οι τουρίστες - είναι αυτονόητο - θα αναζητήσουν και κάτι άλλο• κάτι που να αναδεικνύει το παρόν, κάτι που να δηλώνει την ομορφιά και τη σπουδαιότητα του σήμερα, σε πείσμα του χθες.
Μόλις λοιπόν ξεμεθύσουν από τη μυρωδιά του ούζου, με καθαρό μυαλό πλέον, κοιτώντας ολόγυρα τους, θα συνειδητοποιήσουν το προφανές: Ελλάδα η χώρα των Θεών του Ολύμπου (η εξειδανικεύση του παρελθόντος), Ελλάδα η χώρα που οι Θεοί εγκατέλειψαν (ο ρεαλισμός του παρόντος)…




[1] http://www.thewebcoders.com/history.htm Τα διατηρητέα δεν κλείνουν τη θέα προς το βράχο της Ακρόπολης από την αίθουσα των γλυπτών του Παρθενώνα του ΝΜΑ, που έχει πάρει κατά παρέκκλιση ύψος για το σκοπό αυτό. Από το επίπεδο του εστιατορίου φαίνεται άνετα ο Παρθενώνας, όλο το τείχος, και μεγάλο μέρος του βράχου. Μόνο από την άκρη της υπαίθριας εξέδρας εστιατορίου εμποδίζεται ουσιαστικά η θέα.