28.6.19

Miss Βραυρώνα





Ατένιζα τον πράσινο λόφο που κατέληγε στη θάλασσα στο βάθος της live εικόνας, λόφος που στολιζόταν από διάσπαρτα αυθαίρετα σπίτια σπαρμένα στην Αττική γη προ εικοσαετίας, δωμάτια με θέα (και ΕΝΦΙΑ πλέον).

Είχε στρώσει την πετσέτα της λίγα μέτρα στα αριστερά μας. Ήταν ξαπλωμένη στο πλάι, τα πόδια της, κολλημένα το ένα πάνω στο άλλο, έλαμπαν κάτω από τον ήλιο τόσο ώστε να με τυφλώσουν. Είχε υπέροχα λεπτά μακριά πόδια, πόδια κομψά, ούτε αδύνατα, ούτε παχουλά. Το δέρμα της ήταν λείο, σφιχτό, φρεσκοξυρισμένο - είχαμε εισέλθει άλλωστε στην καυτή ζώνη του καλοκαιριού. 

Δεν χρειαζόταν να σηκωθεί όρθια ώστε να συμπεράνω πως βρισκόμουν σε κοντινή απόσταση από τη Miss Βραυρώνα. Η τυπική επαλήθευση πάντως έφθασε σχετικά γρήγορα όταν αποφάσισε να περπατήσει ως την άκρη των βράχων μιλώντας ταυτόχρονα στο τηλέφωνο. Έριχνε αυτάρεσκα βλέμματα από εδώ και από κει. Πολύ τα χάρηκα αυτά τα βλέμματα. Είχε ύψος 1.68 και βάρος λίγο κάτω από τα 50 κιλά. Οι αναλογίες της άγγιζαν την τελειότητα, φορούσε ένα Tezenis Brazilian μαγιό σλιπ χρώματος μαύρου διακοσμημένο με πολύχρωμα λουλούδια το οποίο άφηνε ακάλυπτο ένα μέρος του πισινού της. Ο κώλος της ήταν διακριτικός, όχι όμως ανύπαρκτος ή πλακουτσωτός, μάλλον υπαινικτικά τουρλωτός. Όπως και να ‘χει, βρισκόταν σε πλήρη αρμονία με το υπόλοιπο σώμα της. 

Αποφάσισα να κοιτάξω προσεκτικότερα το πρόσωπο της (όσο πιο διακριτικά γινόταν, το κόλπο είναι να μην σε πάρει χαμπάρι πως δεν θα μπορούσες να ονειρευτείς οτιδήποτε άλλο από το να υμνείς την ομορφιά της, ξαπλωμένοι οι δυο σας στο κρεβάτι μέχρι τα ξημερώματα), αν και εξαρχής είχα υποψιαστεί πως η πηγή της ομορφιάς της δεν πήγαζε από το πρόσωπο, από τα μάτια της, έμοιαζε να είχε επενδύσει πολλά πάνω στο αψεγάδιαστο σώμα της. Διατηρούσε μονίμως μια συνοφρυωμένη έκφραση στο πρόσωπο της, ο ήλιος βέβαια έκαιγε αλύπητα εκείνη την ώρα. Δεν ευθυνόταν όμως το Ελληνικό καλοκαίρι που η 35χρονη με τη χαριτωμένα στρουμπουλή και κάπως πλατιά μύτη και την πρώτη μίνι επέλαση από μικρές ρυτίδες σε ένα, κατ’ τα άλλα, καλοζωϊσμένο πρόσωπο, αδυνατούσε να κυριεύσει με το βάθος του βλέμματος της την καρδιά ενός θαυμαστή της.

Πράγματι, όταν το βλέμμα μου συνάντησε το δικό της ένοιωσα μια αόρατη δύναμη να με κατευθύνει βιαστικά στα πόδια της, στη στενή της μέση, στην θελκτική επίπεδη κοιλιά της την οποία στόλιζε ένας χαριτωμένος αφαλός · εκεί, και λίγο πιο κάτω, βρισκόταν η – ανεξάντλητη στα μάτια μου, τούτες τις μέρες του Ελληνικού καλοκαιριού - πηγή ισχύος της Miss Βραυρώνα. 

Κι όμως, υπάρχουν γυναίκες οι οποίες σε μαγνητίζουν, σε φυλακίζουν δηλαδή, για να πάψουμε να μιλάμε μεταφορικά, με το βλέμμα τους, πριν σε ξαποστείλουν ξαναμμένο και, προπαντός, εντελώς κυριευμένο από την επιθυμία, να εξερευνήσεις τη σαγήνη του κορμιού τους. 

Αυτή είναι μια γυναίκα για την οποία θα μεθύσεις μια νύχτα, πολλές νύχτες, θα της γράψεις ερωτοχτυπημένες αρλούμπες τα ξημερώματα χωρίς να ορκίζεσαι πίστη φυσικά σε πολλές λέξεις απ’ όσες θα προσγειωθούν στην οθόνη της, γυναίκα που για χάρη της θα ανατριχιάσει ολόκληρο το σώμα σου όταν θα θυμηθείς πως την έβλεπες να περιφέρεται γυμνή μέσα στο σπίτι, γυρνούσε από δωμάτιο σε δωμάτιο, τα φώτα μισόκλειστα, προσπαθούσε να θυμηθεί που είχε ακουμπήσει την καρδιά σου ώστε να στην επιστρέψει, λίγο πριν την αποχαιρετήσεις για εκείνο το βράδυ, μέχρι το επόμενο, ή έτσι τουλάχιστον θέλεις να πιστεύεις, κι ας εξαρτάσαι κι εσύ από τις ορέξεις της θεάς του έρωτα. 

«Η Miss Βραυρώνα δεν ήταν μία απ’ αυτές τις γυναίκες» σκέφτηκα, λίγη ώρα προτού εμφανιστούν τρεις γνωστοί της, δύο άντρες και μία γυναίκα. Αφού αντάλλαξαν τα σύνηθη μεσογειακά φιλιά στα μάγουλα, οι τρεις τους αποχώρησαν με ένα κανό για τη βραχονησίδα που βρισκόταν μισό μίλι μακριά από την ακτή. Εκείνη έγειρε νωχελικά το κορμί της στην πετσέτα της, την ίδια στην οποία η μητέρα της, ξαπλωμένη λίγα μέτρα μακριά όλη αυτήν την ώρα, είχε τυλίξει προηγουμένως την καρδιά της κόρης της.





13.6.19

το μέλλον είναι φύση




«είμαστε το μέλλον αυτής της γειτονιάς»

διαβάζω σε μια αφίσα της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς», βρίσκεται κολλημένη πάνω σε έναν καφέ κάδο για οργανικά απορρίμματα, κάδος που ανοίγει με κλειδί που αποκτάς έπειτα από μια αίτηση στο Δημαρχείο, διαδικασία που αποτρέπει έως τώρα τις ορδές των καταναλωτών από το να αποθέτουν εντός τους πλαστικά ποτήρια μιας χρήσης με υπολείμματα freddo espresso, χώρια τα πλαστικά μπουκαλάκια του νερού·

«είμαστε το μέλλον αυτής της χώρας»

διαβάζω στη σκέψη των κατοίκων της γειτονιάς, θαμώνων του κατάμεστου all day espresso bar που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τον καφέ κάδο, το κόμμα που υποστηρίζουν οι πελάτες του μαγαζιού πρόσφατα κέρδισε τις εκλογές, στις τσέπες τους κουδουνίζουν ένα σωρό κλειδιά εκτός από εκείνο του κάδου απέναντι·
 
«είμαστε το μέλλον αυτού του πλανήτη»
 
λέω εγώ, είτε μας θάψουν, είτε μας κάψουν, πάλι ανακύκλωση θα γίνουμε, σαν τις τομάτες μας,
είχε άλλωστε περάσει κοντά ενάμισης μήνας που αντίκρυζα αποκλειστικά τις δικές μου μπανανόφλουδες, κουκούτσια και τσάγια στον πάτο του κάδου, κινητή μονάδα φροντίδας του πλανήτη μας για την ακρίβεια, ευτυχώς να λέμε ένα βράδυ συνάντησα ένα κουνουπίδι, μία φρατζόλα ψωμί και κάποια πορτοκάλια που δεν είχα στύψει εγώ, δεν ήμουν πλέον μόνος, μια αδελφή ψυχή που ορκίστηκε πίστη στο reduce/reuse/recycle ονειρεύεται μερικά στενά πιο μακριά.







7.6.19

The Ideal Crush






Είχε κάτι ελαφρώς συγκινητικό η επετειακή συναυλία των Deus για τα 20χρονα του The Ideal Crash, ετούτος ήταν βέβαια ο σκοπός της βραδιάς, μια νοσταλγική βουτιά στην εποχή της indie αθωότητας, ταρακουνήθηκαν μαζί μας και οι Βέλγοι, οριακά παλαίμαχοι για τα δεδομένα της pop-rock, τα late 40’s βαραίνουν επικίνδυνα άλλωστε αν έχει προηγηθεί μια 25ετία ξενυχτιών και περιοδειών,

μπάντα που βρίσκεται στην επικράτεια της συνταξιοδότησης καθώς στοχεύει περισσότερο στην αναβίωση της αίσθησης μιας εποχής, το indie άλλωστε δεν είναι μουσικό είδος αλλά συνθηματικό για τους μυημένους, ένας κώδικας που αποδίδει γενικά και αόριστα ένα στυλ/ύφος το οποίο έχει φυσικά παρέλθει,

εξού και η 26χρονη μουσικογραφιάς του Avopolis αδυνατούσε να εισέλθει ψυχικά στην «φάση», το κοινό που βρέθηκε στο Fuzz είχε περάσει τα 35 ως επί το πλείστον, οριακά βετεράνοι δηλαδή, αν συνυπολογίσουμε μάλιστα την απροθυμία –αδυναμία πολλών απ’ εμάς να συναισθανθούμε τις νέες τάσεις στην popular μουσική·
 
κάπως αναμενόμενα, το live έκλεισε με το γκρουπ και το κοινό να θυμούνται από κοινού the days of (wine and) roses.