13.4.12

Στη Ρουμανία ΧΧ


Τρίτη 05/01/2012, 09:30

Târgoviște

Φθάνοντας στο Târgoviște κάνουμε μια στάση στο δημόσιο νοσοκομείο, δεν είναι κάτι σοβαρό πάντως. Όπως και να 'χει, στα νοσοκομεία νοιώθει κανείς άβολα. Το κτίριο είναι υπό ανακατασκευή, το μισό παραμένει με εξώφυλλο κεραμιδί τουβλάκι και κίτρινο γαρνίρισμα ενώ το υπόλοιπο μεταμορφώνεται σε τόνο άσπρο - σκούρο γκρι. Είναι από τις φορές που δεν ξέρεις τι να διαλέξεις, έκλινα ελαφρά όμως προς το τουβλάκι μιας και δεν το συναντά κανείς συχνά περιδιαβαίνοντας κάποια γειτονιά της Αθήνας. Στο εσωτερικό του κτιρίου κόσμος πάει κι έρχεται, δεν έχουμε και πολλά να πούμε, με μια λέξη μιζέρια και εγκατάλειψη.

Απομακρύνομαι από το πλήθος των κομπάρσων στις ταινίες της ζωής μου, ώστε να κολατσίσω με την ησυχία μου. Κατευθύνομαι σε έναν μικρό φούρνο με ελάχιστες επιλογές, έφαγα κάτι ψωμοειδές το οποίο φρόντισα αμέσως να αποβάλλω από τη μνήμη μου. Την ίδια στιγμή συνειδητοποιώ πως για πολλοστή φορά σε τούτο το ταξίδι βρίσκομαι σε ένα μέρος όπου από κάποια, σχεδόν αόρατα, ηχεία ξεχύνεται με ένταση το τελευταίο, νομίζω, χιτάκι της ομολογουμένως sexy Rihanna.

(«Το τραγούδι εμψυχώνει τους κατά τόπους καταναλωτές ξεσκίζοντας το υποσυνείδητο τους όπως κάποτε  τα εμβατήρια στα κομμουνιστικά εργοστάσια εμψύχωναν τους εργάτες ξεσκίζοντας το συνειδητό τους» σκέφτηκα με μια κάποια παιχνιδιάρικη συστολή. Ταυτόχρονα, φοβήθηκα μήπως κάποιος ακαδημαϊκός ακούσει τούτη τη σκέψη μου και με μαλώσει για μία ακόμη παράτολμη και αναιδή «άστοχη» σύνδεση μεταξύ δύο ιστορικών περιόδων. Το πρόσωπο του ακαδημαϊκού, ετών σαράντα, άρχισε να αποσυντίθεται όταν παραδέχτηκε πως δεν είχε ακούσει ποτέ του γι' αυτή την Rihanna αν και είχε ένα συνάδελφο που του αρέσουν οι κωμωδίες με τον Ben Stiller οπότε ενδέχεται εκείνος να γνώριζε κάτι παραπάνω. Με πρωτόγνωρη εκ μέρους μου υπομονή του εξήγησα πως ο φίλος του γουστάρει Ben Stiller επειδή είναι κακόγουστος και αιωνίος επίπεδος, ο ίδιος, όχι ο Ben, «εμένα δε μου αρέσει η Rihanna, απλά την λαμβάνω υπόψην μου». Αποφάσισα να συνεχίσω να κτίζω μικρές καλύβες πάνω στην άμμο της ιστορίας γιατί άλλωστε αυτές οι σκέψεις κατά κάποιο περίεργο τρόπο είναι πιο μυοχαλαρωτικές από το σύνολο των Αμερικάνικων κωμωδιών για teenagers, ή και πουροteenagers.) 

Γρήγορα συνειδητοποιώ με μια κάποια λύπη πως αυτό είναι το διαλεχτό τραγούδι που θα μου θυμίζει για τον υπόλοιπο αιώνα το ταξίδι στη Ρουμανία, ξέρετε, αυτά τα πράγματα δεν τα διαλέγεις, απλά συμβαίνουν, όσο καλά και να έχεις θωρακίσει τον εαυτό σου. Αποφάσισα να παρακολουθήσω το βίντεοκλιπ του τραγουδιού που ταλαιπωρεί τα αυτιά μου τόσες μέρες στρέφοντας το βλέμμα μου προς την οθόνη του γειτονικού μικρού καφέ. Ήταν τότε που είδα έναν έφηβο, εκτός οθόνης, και στην οθόνη του μυαλού μου, να κλαίει. Το εφηβικό κλάμα, τ' ομολογώ, με αναστάτωσε ψυχικά. Ήταν ένα κλάμα που προερχόταν, αναμφισβήτητα, από σύγχυση:

  • τα παθιασμένα φιλιά, το spanking στα οπίσθια της εμφανίσημης τραγουδίστριας, και τέλος, το  εμπριμέ ύφασμα που καλύπτει την κάποτε υγρή περηφάνεια ενός γυναικείου κορμιού κατατροπώνονται παταγωδώς από την εμφανή μιζέρια που διατρέχει όλο αυτό το ποπ κατασκεύασμα που έχει ως έμμεσο αποτέλεσμα την ηθική καταρράκωση άβγαλτων νέων. Μην έχοντας προλάβει λόγω ηλικίας να βιώσουν τον έρωτα, πέρα από κάποιο πιθανό πρώτο μίνι νταλαβεράκι μαζί του, και πριν προφτάσουν να απλώσουν το χέρι σε ένα πάρτυ για να πάρουν, αν το θελήσουν, το μαγικό χάπυ, αυτή η υφαρπαγή της ζωής των unemployable νέων κάπου στα προάστια του Παρισιού ή του Λονδίνου με σκοπό την πώληση ενός θελκτικού γυναικείου κορμιού μετά συνοδείας τετριμμένων dance ήχων είναι ικανή από μόνη της να χαράξει μια πληγή πάνω στο έφηβο σώμα. Νταξ, ξέρω, οι έφηβοι δεν πολυσκοτίζονται με όλα αυτά, η καύλα υπερισχύει στην ηλικία τους αλλά η πληγή, όπως και να 'χει, χαράσσεται. Εξάλλου, όπως θα διαπιστώσουν ιδίοις όμμασι στο πέρασμα του χρόνου, «οι άνθρωποι δε συγχωρούν αυτούς που από καύλα εκπέσαν».






4.4.12

Στη Ρουμανία XIX


Τρίτη 03/01/2012, 12:30

Στις όχθες της λίμνης της Buftea, είκοσι χιλιόμετρα βόρεια από το Βουκουρέστι, καμιά δεκαριά ψαράδες με πετονιά περιμένουν ανυπόμονα (το βλέπεις στα πρόσωπα τους) να τους χαμογελάσει η τύχη. Κάποιοι μάλιστα έχουν βουτήξει τα πόδια τους μέσα στο νερό παρά το έντονο κρύο. Η λίμνη ετούτη αποτελεί κομμάτι ενός σχηματισμού λιμνών με αφετηρία τη Colentina και τερματισμό την πρωτεύουσα. Κάπου στα μέσα της διαδρομής το νεράκι τούτο προσφέρει απλόχερα δροσιά στο Mogoşoaia Palace. Από τη μία πλευρά της λίμνης στη Buftea στέκει μια σειρά σπιτιών οι (παράνομες) περιφράξεις των οποίων φθάνουν μέχρι τις όχθες. Απέναντι ακριβώς, μια μεγάλη άπλα ξεκουράζει το βλέμμα. Η κατασκευή ενός fun park έχει ανακοινωθεί εδώ και χρόνια αλλά η επένδυση προς το παρόν έχει παγώσει. Μάλλον ευτυχώς.

Περνάμε με τα πόδια μια στενή μεταλλική γέφυρα γεμάτη σκουριά, πίσω μας οι πετονιές έχουν πιάσει δουλειά. Στα εκατό μέτρα απέναντι μας ένας μεγαλόσωμος κύριος επιβλέπει την εργασία πλυσίματος του σχετικά καλοστεκούμενου αυτοκίνητου του. Ο μελαχρινός υπηρέτης με σφουγγάρι στο χέρι και φρέσκο νερό από τη λίμνη γυαλίζει τη μηχανοκίνητη περηφάνια του αφεντικού. Αφεντικού γενικά. Μαθαίνω άλλωστε πως ο χοντρομούτρης μπουνταλάς με το μπλε αδιάβροχο μπουφάν είναι ο ιδιοκτήτης της λίμνης. Ιδιοκτησία διά ενοικίου του τύπου ενενήντα εννέα συναπτά έτη και τα ρέστα. Κάθε ψαράς πληρώνει δέκα-δέκα πέντε ευρώ ημερησίως στο αφεντικό και εύχεται η ψαριά να είναι καλή. Μαθαίνω πως ο μπουνταλάς δεν μπορεί παρά να είναι η βιτρίνα της κερδοφόρας επιχείρησης. Άλλοι, μεγαλύτεροι σε όγκο τσέπης, hard wired με το κράτος εδώ και χρόνια, κινούν τα νήματα. 

Σε ένα άλλο γειτονικό κομμάτι της λίμνης στη Buftea βρίσκονται τα μεγαλύτερα film studios της Ανατολικής Ευρώπης. Εδώ γυρίστηκαν λογής λογής καλούδια του Ρουμάνικου σινεμά στα χρόνια τα κομμουνιστικά με το Reconstituirea (1969) να ξεχωρίζει. Αργότερα κατέφθασαν κι οι άλλοι, όπως ο Γαβράς με το Amen (2002) του, μα εγώ αναρωτιέμαι που να κρύφτηκε η Μόνικα Μπελούτσι όταν πριν λίγα χρόνια εργάστηκε με τη σειρά της σε τούτα τα στούντιος. Λέω κρύφτηκε, γιατί με πληροφορούν για την επίσκεψη του Ζαν Κλοντ Βαν Νταμ ο οποίος έκανε χαλαρός και τις βόλτες του στα πέριξ. Μου υπόσχονται φωτογραφίες-τεκμήρια απόδειξης, χαμογελώ ευγενικά ενθυμούμενος τις ταινίες του που μου κράταγαν συντροφιά κάποια μεσημέρια που ο ήλιος του Star Channel ανέτειλε στο σπιτικό μας. 

«Δεν έχω κολυμπήσει ποτέ σε λίμνη» σκέφτομαι.






3.4.12

Στη Ρουμανία XVIΙI


Τρίτη 03/01/2012, 09:30



Κάποιος χτυπάει το κουδούνι επίμονα, βροντά και την πόρτα ταυτόχρονα. Κοιτάω μέσα από το μάτι της πόρτας για να δω τα Τσιγκανάκια της γειτονιάς έτοιμα να μας τραγουδήσουν τα κάλαντα. Για άλλη μια φορά. «Αρχίσαμε πααάλι» σκέφτομαι φωναχτά. Ο πρώτος γύρος του αγώνα ξεκίνησε στις 23 του Δεκέμβρη και έληξε τη Δευτέρα στις 27 του μηνός. Μας επισκέπτονταν πρωί ή και βράδυ, Τσιγκάνοι κάθε ηλικίας. Μια μέρα κόντεψαν να ρίξουν και την πόρτα κιόλας. Εδώ οι άνθρωποι συνηθίζουν να τους κερνούν covrig και σοκολατάκια, «αν τους δίναμε και κανά φράγκο ίσως και να μας άφηναν στην ησυχία μας» σκέφτομαι σιωπηλά αυτή τη φορά. Περνάει μόλις ένα δευτερόλεπτο μέχρι να γελάσω με τη ψυχή μου με την επιπόλαια αυτή σκέψη. Αν αποχωρούσαν με κάποια ρον στο χέρι θα μας έλεγαν τα κάλαντα μέχρι τις Απόκριες. Η πόρτα εκείνη έχει τη δική της ιστορία άλλωστε. Ήταν ανήμερα των Χριστουγέννων όταν δύο εργαζόμενοι της εταιρείας παροχής ηλεκτρικού ρεύματος μας χτύπησαν την πόρτα, δυνατά ως είθιστε σ΄αυτά τα μέρη. Φορούσαν καπελάκια μπλε και φόρμες εργασίας, επίσης μπλε. Φορούσαν και πρόσωπα vicious βαρεμάρας με ένα τόνο επιτηδευμένης απειλητικής σοβαρότητας δημοσιοϋπαλληλικής καταγωγής που διεκδικεί πάντως οικουμενικό χαρακτήρα. Ήθελαν, λέει, να μετρήσουν. O Ion Sapdaru, η φάτσα του Ρουμάνικου σινεμά της τελευταίας δεκαετίας, μου χαμογέλασε μέσα από ένα συννεφάκι. Ένα cut! ήχησε στα αυτιά μου, έμενε μόνο να κλείσω την πόρτα διαολοστέλνοντας τους ευγενικά. Επέστρεψαν έπειτα από είκοσι λεπτά, ο ήχος του κουδουνιού όμως δεν μπόρεσε να συναγωνιστεί τον κρότο των εορταστικών μας πηρουνιών.