Η πολύκροτη ιστορία με το Νέο Μουσείο Ακρόπολης και την ενδεχόμενη κατεδάφιση των δύο κτιρίων που εμποδίζουν την απευθείας οπτική σύνδεση του κοινού, από ένα (μικρό)[1]
κομμάτι του μουσείου προς τον Ιερό Βράχο (και όχι τον Παρθενώνα), είναι μια υπόθεση η οποία μας οδηγεί σε κάποια χρήσιμα συμπεράσματα για την αντίληψη που επικρατεί στην Ελλάδα, όσον αφορά την πολιτιστική διαχείριση.
Η ύπαρξη ενός σημαντικού πολιτισμού στον Ελλαδικό χώρο στα αρχαία χρόνια, έχει κληροδοτήσει το σύγχρονο Ελληνικό κράτος με έναν πολιτιστικό θησαυρό ο οποίος του αποφέρει κέρδος και διεθνή αναγνώριση. Η προσπάθεια να αναδειχθεί αυτή η πολιτιστική κληρονομιά είναι απολύτως λογική· ποιο είναι όμως το πρόσωπο της νεότερης Ελλάδας? Εκτός από τον ήλιο, τη θάλασσα και το ξέφρενο γλέντι στα νησιά του Αιγαίου κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, υπάρχει οτιδήποτε άλλο? Μετά το ούζο, το φραπέ και την καθιερωμένη επίσκεψη στο Ψυρρή - για μια γεύση τυποποιημένου, φολκλόρ ελληνικού γλεντιού -, τι μένει να δει ο... Γιαπωνέζος?
Το ερώτημα που τίθεται σχετικά με το ειδικό βάρος της Ακρόπολης ως τουριστικού αξιοθέατου και μνημείου παγκόσμιας κληρονομιάς έναντι της πολυκατοικίας του Β. Κουρεμένου επί της Διονυσίου Αεροπαγίτου, είναι εντελώς άστοχο. Εξαίρετο δείγμα νεότερης αρχιτεκτονικής (Art Deco), η πολυκατοικία του Κουρεμένου συγκαταλέγεται ανάμεσα στα 113 έργα που αντιπροσωπεύουν την ελληνική αρχιτεκτονική από τα μέσα του 19ου μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα.[2] Μικρή σημασία όμως έχουν οι ακριβείς λεπτομέρειες σχετικά με την αρχιτεκτονική -και κατά συνέπεια πολιτιστική- αξία του συγκεκριμένου κτιρίου. Η ουσία του ζητήματος είναι άλλη: η «μουσειακή» αντίληψη περί πολιτισμού στην Ελλάδα πρέπει να πάψει. Σε μια από τις χειρότερες πανευρωπαϊκά πόλεις, όσον αφορά την αρχιτεκτονική της σπουδαιότητα και καλαισθησία, η κατεδάφιση ενός τέτοιου κτιρίου είναι προκλητική.
Ο Βασίλης Ραφαηλίδης είχε πει κάποτε, αστειευόμενος, ότι θα πρέπει να γκρεμίσουμε την Ακρόπολη για να πάει μπροστά αυτός ο τόπος. Μέσα στην υπερβολή της, αυτή η δήλωση αναδεικνύει την πραγματικότητα· μια χώρα δέσμια της αρχαίας κληρονομιάς της· μια χώρα πολιτιστικά - και όχι μόνο, φυσικά – οπισθοδρομική και συντηρητική· τέλος μια χώρα που επέλεξε να βολευτεί με μια ψευδαισθητική, μεταφυσική σύνδεση με την αρχαία Ελλάδα, βάλσαμο για την σύγχρονη ανυπαρξία της.
Η ίδια η ιδέα σχεδιασμού του μουσείου, είναι προβληματική. Η μοναδικότητα του, λέει ο αρχιτέκτονας του μουσείου Μπερνάρ Τσουμί, έγκειται στο ότι «Το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης είναι το μόνο Μουσείο το οποίο αφορά την αλληλεπίδραση. Είναι εκεί για να δείξει και τι υπάρχει έξω από αυτό, προς τα μέσα. Είναι το πρώτο Μουσείο το οποίο διαδραματίζει έναν τέτοιο ρόλο».[3] Επίσης το ουσιώδες για τον Μπ. Τσουμί είναι ο «διάλογος ανάμεσα στο Νέο Μουσείο και την Ακρόπολη»: «Οταν στέκομαι στον εξώστη του Μουσείου και ατενίζω αναρωτιέμαι αν θα πρέπει ο διάλογος να είναι ανάμεσα σε δύο μέρη ή αν θα πρέπει να συμμετέχουν ενεργά τα δύο κτίρια του 1930. Μήπως πρόκειται για μια θορυβώδη παρέμβαση»;[4]
Το ψέμα έγκειται στο γεγονός ότι δεν πρόκειται περί διαλόγου αλλά μονολόγου· το μουσείο στέκει βουβό μπροστά στη μεγαλοπρέπεια του Παρθενώνα και αυτομάτως μετατρέπεται σε ένα ηλιόλουστο δωμάτιο με θέα· με το γυαλί να κυριαρχεί - στην προσπάθεια του να εκμεταλλευτεί το «μοναδικό» Αττικό φως - το μουσείο μοιάζει να αναπαράγει τα καθιερωμένα: Ελλάδα, η χώρα του φωτός - κυριολεκτικά και μεταφορικά -, Ελλάδα η χώρα του μεγάλου αρχαίου πολιτισμού.
Όλη αυτή η προσπάθεια δεν στερείται λογικής. Η Ακρόπολη, ως ανεκτίμητο κομμάτι της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, μπορεί να αναδειχθεί εκ νέου σε τουριστικό προϊόν πρώτης προτεραιότητας. Η ουσία ωστόσο, βρίσκεται αλλού: οι τουρίστες - είναι αυτονόητο - θα αναζητήσουν και κάτι άλλο• κάτι που να αναδεικνύει το παρόν, κάτι που να δηλώνει την ομορφιά και τη σπουδαιότητα του σήμερα, σε πείσμα του χθες.
Μόλις λοιπόν ξεμεθύσουν από τη μυρωδιά του ούζου, με καθαρό μυαλό πλέον, κοιτώντας ολόγυρα τους, θα συνειδητοποιήσουν το προφανές: Ελλάδα η χώρα των Θεών του Ολύμπου (η εξειδανικεύση του παρελθόντος), Ελλάδα η χώρα που οι Θεοί εγκατέλειψαν (ο ρεαλισμός του παρόντος)…
[1] http://www.thewebcoders.com/history.htm Τα διατηρητέα δεν κλείνουν τη θέα προς το βράχο της Ακρόπολης από την αίθουσα των γλυπτών του Παρθενώνα του ΝΜΑ, που έχει πάρει κατά παρέκκλιση ύψος για το σκοπό αυτό. Από το επίπεδο του εστιατορίου φαίνεται άνετα ο Παρθενώνας, όλο το τείχος, και μεγάλο μέρος του βράχου. Μόνο από την άκρη της υπαίθριας εξέδρας εστιατορίου εμποδίζεται ουσιαστικά η θέα.
No comments:
Post a Comment