12.12.25

Sexάρχεια



PIECE OF MEAT

Επέστρεψα από την κουζίνα, ξάπλωσα δίπλα της, μονολόγησε πως «οι άντρες με μεταχειρίστηκαν σαν ένα κομμάτι κρέας», σκέφτηκα πως θα ήταν μάλλον δύσκολο να αφαιρέσω από πάνω της ρόμπα κιμόνο, στρινγκ κυλοτάκι, μαύρα δαντελένια εσώρουχα τύπου femme fatale του σινεμά, girl next door, φορούσε μαύρο σλιπάκι,

περνούσε περισσότερο χρόνο να αγωνιά για τις επισφαλείς, άλλοτε απλά αγχωτικές, συνθήκες καθημερινής διαβίωσης, είχε λιγότερο χρόνο, χρήματα, ψυχικά αποθέματα στην διάθεση της ώστε να κατεβαίνει για «δουλειές στο κέντρο», όπως παράφραζαν συχνά τα ψώνια στον εμπορικό πεζόδρομο της Ερμού πολλές από τις συνομήλικες της, οι εργασίες στο κέντρο της Αθήνας πραγματοποιούνταν μεσημέρι με ηλιοφάνεια, συμπεριελάμβαναν ραντεβού με φίλους για καφέ,

φρόντισα να μην την αποκαλέσω κορίτσι της διπλανής πόρτας, υπέθεσα θα έπαιρνε το σχόλιο ως προσβολή, αδόκιμη αφ’ υψηλού περιγραφή, θέλησα να αποφύγω τα αντίποινα του τύπου «είπε ο μαλάκας από το γειτονικό μπαλκόνι που γουστάρει αλλά κωλώνει να μου μιλήσει», η δική μου κατηγοριοποίηση βέβαια δεν ήταν αντίστοιχης βαρύτητας με την δική της, η οποία ήταν, εν μέρει, αληθής, αν έμενα στην απέναντι πολυκατοικία, θα την είχα ποθήσει, δεν θα την είχα προσεγγίσει, όπως δεν σχολίασα, όταν κατηγόρησε το σύνολο, έστω την πλειοψηφία, των εραστών που είχαν περάσει από την ζωή της, πιθανότατα ντουζίνες,

δεν ζήτησα ακριβή αριθμό, για λόγους διακριτικότητας, οπωσδήποτε περισσότερες από δύο δωδεκάδες, οι αρκετές ντουζίνες ακούγονται πολλές, δύσκολο να είχε προλάβει να το κάνει με εκατό δέκα άντρες, καταλήγουμε στις μερικές ντουζίνες, κάπου ανάμεσα στους 70-75 εραστές...

...πολύ θα το ‘θελα να ήμουν θηλυκό με πολλές κατακτήσεις, ως άντρας δεν με ενθουσιάζει ιδιαίτερα η ιδέα, αντανακλαστική απόρριψη της κοσμοθεωρίας της κοινωνίας στην οποία ανατράφηκα, μεταξύ όλων των άλλων, εδώ που τα λέμε, σύμπαν δομημένης, δεδομένης, και πατροπαράδοτης πατριαρχίας,

τα χρόνια τα παλαιά, ένας ζωγράφος βρισκόταν στην πλεονεκτική θέση να δύναται να περιγράψει τον εαυτό του ως φοβερό οδηγό («μπορώ να οδηγώ 11 ώρες σερί!») και τον χειρότερο συνοδηγό του κόσμου ταυτόχρονα, δεν άντεχε να μην επιλέγει ο ίδιος –πάντα- το cd με την μουσική, διατηρώντας παράλληλα την βεβαιότητα πως η γυναίκα που του έπαιρνε συνέντευξη δεν θα cringαρε για ό,τι, πλέον, στο κοινωνικό γίγνεσθαι καταγράφεται –δικαίως- ως τοξική αρρενωποταπότητα, ενώ, επιπροσθέτως, αρσενικό παλιάς κοπής, ζεν πρεμιέ ηθοποιός, απολάμβανε την πολυτέλεια να περιγράφει σε prime time την ιδανική σύζυγο ως χαμηλοβλεπούσα («να κρύβει το φόρεμα, να μην αποκαλύπτει»), προτού ανασύρει ανάκατες θύμησες από την εποχή που είχε στα πόδια του όλα τα μανεκένε, «περί ορέξεως λαϊκοτόπιτα γεμάτη τοξίνες», όπως αποδίδεται, στις μέρες μας, η συγκεκριμένη παρεκκλίνουσα ok boomer! νοοτροπία,

δεν ζήτησε νούμερο, από ευγένεια, με είχε κατατάξει στην κατηγορία «σχεσάκιας», θεωρούσε αυτονόητο ότι είχα χαμηλό αριθμό ερωτικών συντρόφων,

πράγματι, τα δικά της νούμερα ούτε που τ’ ονειρεύτηκα, μάλλον πως περνάω πολλές νύχτες με ταινίες, διατηρώντας την ελπίδα να καταφέρω να γυρίσω κάποτε την πρώτη μου μεγάλου μήκους ταινία, δράματα, ντοκυμαντέρ, μυστηρίου, και θρίλερ ατμοσφαιρικά, εκ των οποίων, κανένα δεν προκάλεσε συγκρίσιμο τρόμο με την λέξη κρέας, ως μεταφορά, για το κορμί που ήταν αγκαλιά με το δικό μου, μαριναρισμένα τα μπρατσάκια, ξεροψημένα παϊδάκια τα μπουτάκια, στραπατσάριζε την θελκτικότητα, αφυδάτωνε το σώμα της από τα υγρά του που οπωσδήποτε πρέπει να έφεραν αντιοξειδωτικές και αντιγηραντικές ιδιότητες αντίστοιχες με εκείνες του ροδόνερου,

τραυματική εμπειρία, αγιάτρευτη λαγνεία, την πήρα αγκαλιά, χάϊδευα απαλά την πλάτη, τους γοφούς, και την κοιλιά, της φίλησα βλέφαρα, λαιμό, τα χείλη, δάγκωνα ώμους, τις θηλές απαλά, πιο έντονα το αριστερό αυτί, σχολίασα, κάποια στιγμή, πόσο μου άρεσε το δέρμα της, πολύ, “thats a first! απάντησε χαμογελαστή - να ‘ταν άραγε αλήθεια; πως δεν είχε τύχει παρτενέρ να την παινέψει, να κολακέψει, έστω στα ψέμματα, την απαλή υφή του δέρματος; δεν με υποδέχτηκε ποτέ απεριποίητη η Μάρα, ευωδίαζε το σώμα της κάθε φορά, ταλαιπωρούνται κιόλας οι γυναίκες, που δεν τους περισσεύουν χρήματα για laser, δεν αποκλείεται, βέβαια, να υπερέβαλλε, να επιθυμούσε κοπλιμέντα ενδυναμωτικά, τονωτικά, και αναζωογονητικά - τα ερωτόλογα είναι το έτερον ήμισυ του dirty talk,

πρακτικώς αδύνατο, ούτως ή άλλως, να μην ξεγελαστεί το καημενάκι ο εραστής, ευχόμαστε μόνο για μια στιγμή, πως όλα τα δάχτυλα, τα πιπιλίζεις, το γόνατο όταν καθόταν σταυροπόδι στην καρέκλα, ακάλυπτο, τα παχιά καστανά φρύδια, χαριτωμένα σαν εύστοχη λογοτεχνική παραφορά, ο αφαλός της, μαγικό κουμπί, δεν χαρακτηρίζονταν από μονάκριβες, ανεπανάληπτες ιδιότητες, σε περίπτωση που ακριβολογούσε, αν είχε δεχτεί ψίχουλα από γαλιφιές, ζωτικά ψεύδη, και ντελιριακή γλυκύτητα, μάλλον έφταιξαν μηλόπιτες,

κρίνοντας με βάση τις εισπράξεις του American Pie (1999) στις κινηματογραφικές αίθουσες, η ταινία περιέχει μια διάσημη ερωτική σκηνή με το δημοφιλές αρτοσκεύασμα με βάση τάρτας από τριφτή ζύμη γεμισμένη με μήλα και μπόλικη ζάχαρη, ή και άλλων κάφρικων κωμωδιών με target group άρρενες ηλικίας 15-18, ας σημειωθεί πως -ανεξαρτήτως σεξουαλικής προτίμησης- το φρέσκο ροδάκινο του Call Me By Your Name (2017) θα ήταν χρησιμότερο, στο φιλμ του Ιταλού Luca Guadagnino κινηματογραφείται εξαίσια το κρυφτούλι, το παιχνίδι του έρωτα,

όταν κάποτε η Μάρα παραδέχτηκε πως, που και που, της λείπει το rough sex, συμπλήρωσε πως ήθελε να συνεχίσουμε, να επιμείνουμε στο ίδιο, το δικό μας σεξ,επιχειρούσαμε –ασυνείδητα- να διαψεύσουμε τον Milan Kundera, έγραψε κάποτε πως ένας άντρας προσφέρει τρυφερότητα σε μια γυναίκα ώστε να λάβει -ως αντάλλαγμα- σεξ, το αντίστροφο ισχύει για την γυναίκα, αναφερόταν, ο Τσέχος μυθιστορηματογράφος, στις σχέσεις των δύο φύλων, των ανθρωπότυπων της δικής του εποχής, έζησε στην Πράγα, το Παρίσι, στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα·

«η τρυφερότητα είναι η πιο ταπεινή μορφή αγάπης, είναι το είδος της αγάπης που δεν εμφανίζεται στις γραφές ή στα ευαγγέλια, κανένας δεν ορκίζεται σ’ αυτήν, κανείς δεν την παραθέτει, δεν έχει ειδικά εμβλήματα ή σύμβολα, δεν οδηγεί σε εγκληματικές πράξεις, ούτε προκαλεί φθόνο, εμφανίζεται όποτε κοιτάζουμε από κοντά και με προσοχή μια άλλη ύπαρξη, κάτι που δεν είναι ο εαυτός μας, η τρυφερότητα είναι αυθόρμητη και ανιδιοτελής, υπερβαίνει κατά πολύ την συγγενή της ενσυναίσθηση, αντιθέτως, είναι το συνειδητό, αν και ίσως ελαφρώς μελαγχολικό, μοίρασμα του κοινού πεπρωμένου, η τρυφερότητα είναι μια βαθιά συναισθηματική ανησυχία για μια άλλη ύπαρξη, για την ευθραυστότητά της, για τη μοναδική της φύση και για την έλλειψη ανοσίας στον πόνο και στις επιπτώσεις του χρόνου».[1]

 

 

 

 



[1] Olga Tokarczuk.


11.12.25

Sexάρχεια

 

OK, CUPID!

Σε dating site γνωριστήκαμε, the night of living dangerously, ανταλλάσσοντας μηνύματα το Σαββατόβραδο, στις δέκα μετά μεσημβρίας, με ένα άγνωστο πρόσωπο, στην κυριολεξία, στο profile της στο OkCupid δεν είχε ανεβάσει φωτογραφία, το δικό μου συνόδευαν τρεις, ολόσωμες ώστε να αποκλειόταν το ενδεχόμενο, η όποια ενδιαφερόμενη, να φαντασιώνονταν ψηλό σωματαρά με ενδιαφέροντες κοιλιακούς, πυκνά μαλλιά, κατάλευκα δόντια, blue navy σακάκι με γραβάτα, ή χωρίς,

στην κατηγορία Interests/Hobbies πάντως, ανέφερε το όνομα του Michael Haneke, πριν από εκείνο του David Lynch, αφότου γνωριστήκαμε, δεν άργησα να συνειδητοποιήσω πως έβλεπε μία (1) ταινία μηνιαίως, δεν γνώριζε τον Leos Carax, είχε κρύψει δύο χρόνια από την ηλικία της, αγαπούσε την μουσική (έπαιζε ηλεκτρικό μπάσο στα πρώτα νιάτα της), αλλά το heavy metal ειδικότερα, είδος μουσικής με το οποίο με συνέδεαν –εξ ολοκλήρου- έξι τραγούδια των Metallica, τρία των Iron Maiden, ένα των Megadeath,

δεν δίστασα να αποκριθώ θετικά, να απαντήσω, στο αρχικό μήνυμα («γεια»), τότε ακόμα, στους ιστότοπους γνωριμιών την πρώτη κίνηση την έκαναν οι άντρες σε ποσοστό 95%, η “nowhere,” ταιριαστό ψευδώνυμο με την darkίλα της, έμελλε να διαπιστώσω, ανήκε στην álite του 5%, επίσης στην μικρή αριθμητικά μεινότητα των ελλήνων ρωσικής καταγωγής (13.635 σε πληθυσμό 10.432.481), επιπρόσθετος λόγος, αρκούντως σοβαρός, ώστε να μην το πολυσκεφτώ, αν θα συνέχιζα να συζητώ μαζί της, ήδη από καιρό,

Τσέχες, Ρωσίδες, Πολωνές, Σέρβες και Ουκρανές, οι Σλάβες γενικότερα, είχαν υπερσκελίσει Σουηδέζες, Ολλανδές, Γερμανίδες, Δανές, και λοιπές βίκινγκ θεάρες και θεότητες, οι οποίες, σύμφωνα με τα συμπεράσματα των θερμόαιμων καυλιάρηδων sex positive αριστερόστροφων μποέμ διανοούμενων της εποχής, εξάχθηκαν έπειτα από τυχαίους δειγματοληπτικούς ελέγχους καλοκαίρι σε νησί με την βοήθεια αλκοόλ και νικοτίνης, θεωρήθηκε πως είχαν θυσιάσει το πάθος, την τρέλα του έρωτα, για λόγους πρακτικούς, άπτονταν της ψυχοσωματικής ευεξίας (Madame Figaro), της υλικής ευημερίας (Frankfurter Allgemeine Zeitung), της δημιουργικής ελευθερίας (New Yorker) του Εγώ, οι Σλάβες που είχα φιλοτεχνήσει στο φαντασιακό, το πλαίσιο αξιών, το εύρος αρχών και ιδεών, των κοινωνικών σημασιών που προέρχονται από την φαντασία, προσφέρει στον άνθρωπο την ικανότητα να δημιουργεί εκ του μηδενός, όμνυαν στην περιφρούρηση της ψυχικής ασφάλειας του Εαυτού, έναντι των επεκτατικών διαθέσεων και προθέσεων της παραδοσιακής οικογένειας, καθότι άλλωστε Δυτικότροπες, όρκο τον οποίο ενίοτε παραβίαζαν -κατά ιδίαν βούλησιν- στον βωμό του έρωτα... Σατανικό!

τρεις ώρες αργότερα, κύλησαν ευχάριστα, με γενικολογίες, πειράγματα, αστεία, κενολογίες, λίγες εκατέρωθεν χοντράδες ώστε να τεσταριστούν τα όρια του καθενός, ζήτησα photos, έστειλε μια selfie, φορούσε σκούρο γκρι βαμβακερό μπλουζάκι, είχα φθάσει αισίως στο τέταρτο Weiss μπυράκι (500ml), ξεκίνησα με Erdinger, ακολούθησε η Βεργίνα, συνήθως έφθανα στα δύο λίτρα του ποτού από λυκίσκο, μαγιά, νερό, βύνη κριθαριού και σιταριού, όσο καιρό θα επικοινωνούσαμε μέσω του dating site οι αντιστάσεις θα ήταν λιγοστές, το αλκοόλ πότιζε την οθόνη, η Μάρα παρέα με συνταγογραφούμενα αντικαταθλιπτικά.