25.9.20

ΜΕΘ

 

Ένα tribute στον Αρανίτση (έναν από τους ανθρώπους που μας έκαναν ανθρώπους), κατά βάση στα δύο κείμενα του για τη Lifo το καλοκαίρι που μας πέρασε, ένα delirium 3.414 λέξεων στο οποίο αναπαράγονται οι ιδέες του, βάζουμε κι εμείς το κατιτί μας για ότι μας τρώει και επείγει.

 

 

2

 

Οι όρκοι είναι για να σπάνε, πόσο μάλλον εκείνοι των διδακτορικών που δίνονται ενώπιον βαριεστημένων γραφειοκρατών, τα συνέδρια σήμερα συνήθως προσφέρονται για αποδράσεις του νου αντί να τον σφυρηλατούν με ιδέες, όπως πιθανόν θα συμφωνούσε και ο Νικήτας Σινιόσογλου αφού δραπέτευσε και ο ίδιος από βαριά κλιματιζόμενους χώρους με σκοπό να περιπλανηθεί σε άδειες λεωφόρους ανάμεσα σε ερείπια του άστεως, σαν τη λεωφόρο ΝΑΤΟ, παιδί ενός brain dead διεθνούς οργανισμού αν πιστέψουμε - μας συμφέρει να πιστέψουμε - τον Πρόεδρο της Γαλλίας,

καθότι δραπέτης, αναγκασμένος δηλαδή να φυλάει μονίμως τα νώτα του, ο Σινιόσογλου αναζητούσε έναν ασφαλή για εκείνον χωροχρόνο ώστε να αναμετρηθεί με τον Παπαγιώργη εξού και επέλεξε να τον αναζητήσει εντός των ορίων που οριοθετεί η ιστορία της Δυτικής σκέψης στο αποκηρυγμένο βιβλίο από τον ίδιο τον Παπαγιώργη βιβλίο του για τον Χάϊντεγκερ, ως αποτέλεσμα ο Σινιόσογλου «νώθρεψε έως ότου αφοπλίστηκε από την Παράδοση», όπως θα το έθετε και ο ίδιος,

ο Σινιόσογλου εφόρμησε στον κόσμο του Παπαγιώργη σαν άλλος Ιππότης του Τάγματος της Οξφόρδης, ενώ ο Ευγένιος, εξοικοιωμένος με την Αγγλοσαξονική παράδοση λόγω Κέρκυρας και διαβασμάτων απλά κατέβασε τα παντελόνια του, όχι με το βίτσιο ενός επιδειξία, κάθε άλλο, «ο μεγαλύτερος εν ζωή τεχνίτης της πρόζας» δεν χρειάζεται να σοκάρει ή να προσπαθήσει να αιφνιδιάσει τον αντίπαλο, ο Αρανίτσης τα πέταξε όλα διότι γνωρίζει καλά πως δεν έχει και πολλά να χάσει και τίποτα απολύτως να κρύψει - οι ανίκητοι ηττημένοι της Ανατολής θα είναι αναγκασμένοι να ξελαρυγγιάζονται και να ξεγυμνώνονται για όσο οι κανόνες του παιχνιδιού θα εξακολουθούν να ορίζονται από τους νικητές που δεν είναι οι ίδιοι,

συναρπαστικά όλα αυτά για τους θαυμαστές των δυο αυτών ιδιοσυγκρασιακών και παράδοξων μονομάχων των Ελληνικών Γραμμάτων αλλά το ερώτημα παραμένει...

τι τρέχει τελικά με τον Παπαγιώργη;

Έγραφε τόσο επιδέξια ώστε να ανήκει στους Γάλλους; Τόσα χρόνια ξόδεψε διαβάζοντας στο Παρίσι! Σκεφτόταν σε τόσο βάθος ώστε να κάνει παρέα με τους μεγάλους Γερμανούς στοχαστές (οι οποίοι αναμφισβήτητα τον επηρέασαν καθοριστικά); Κάτι άλλο μήπως;

Το ερώτημα, ένα κατεπείγον ερώτημα, είναι πιο ακανθώδες απ’ όσο θα νόμιζε ο σύνηθης αναγνώστης του Κωστή Παπαγιώργη ο οποίος όσο σχολιάζει την viral επικαιρότητα τόσο απομακρύνεται από την καρδιά των γεγονότων που παρουσιάζονται ως ιερογλυφικά (η τεχνογνωσία για την αποκρυπτογράφηση τους εισάγεται με υψηλούς δασμούς από τη Δύση) στις ειδήσεις των οκτώ και στο timeline του Twitter, κάπως έτσι εξακολουθούμε να μην γνωρίζουμε κατά που πέφτει στον παγκόσμιο χάρτη της ψυχογραφίας η Ελλάδα, την ίδια ώρα οι Εβραίοι προσπαθούν να ισορροπούν μεταξύ της Βιβλικής Σαμάρειας, της Ουάσινγκτον και του Χόλυγουντ, οι Τούρκοι επιχειρούν να συνταιριάξουν την καρδιά του Σελτζούκου με την Οθωμανική συνείδηση και την Κεμαλική παράδοση (‘Republican mind’) ενώ, τέλος, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα η Σαρία στο δικαστικό σύστημα συνυπάρχει με το Λούβρο του Άμπου Ντάμπι και το διαθρησκευτικό συγκρότημα χώρων λατρείας (Abrahamic Family House),

οι εποχές αλλάζουν, ο αφορισμός του Άγγελου Ελεφάντη πως «δεν καταλαβαίνει τα φραγκολεβαντίνικα», δήλωση η οποία ανήκει στην οικογένεια των επίμονων Παπαγιωργικών απορρίψεων της στοχοπροσήλωσης των Ελλήνων διανοουμένων «στα Λονδίνα και τα Παρίσια», έχει απωλέσει πλήρως το νόημα του, εμείς δεν έχουμε το νου μας σε Λονδίνο και Παρίσι, ζ ο ύ μ ε εκεί, όπως και στο Βερολίνο, τη Νέα Υόρκη, ή ακόμη και την Κοπεγχάγη – μιλώ αυστηρώς μεταφορικά,

αν δεν αφουγκράζεται λοιπόν κάτι η γενιά μου είναι τη γλώσσα του Παπαδιαμάντη, αλλά και την Σκιάθο του, την ιστορική θεώρηση του Παπαρρηγόπουλου, τη ζώσα παράδοση της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, το ύφος ενός Αρανίτση ή και το ερώτημα «σε ποιον ανήκει η Κέρκυρα» – ο Ευγένιος είχε την περιέργεια να διερωτάται, εμείς πάλι πήραμε ως δεδομένο πως ανήκει εξ ολοκλήρου στον τουρισμό.

Ο Παπαγιώργης κάποια στιγμή έβαλε πλώρη για την Σκιάθο, όχι την - ήπια ακόμη, ευτυχώς - τουριστική συγκαιρινή αλλά εκείνη με τα αγκάθια και τις τσουκνίδες στην οποία πάντως θα μπορούσε να τραγουδάει μεθυσμένος κάτω από ένα δέντρο στη μέση του πουθενά (καλοκαιράκι!), όσο για τους βιβλιοφάγους με έδρα το Μαρούσι και για φαί στα Άνω Πετράλωνα ακόμη να το πάρουν απόφαση πως ο λεγόμενος «αυτοχθονισμός» του δεν ήταν μια λόξα, μια παρέκκλιση, μια εκκεντρική ιδιαιτερότητα, ή ένα κομμάτι του ψηφιδωτού της ταυτότητας του ως διανοούμενου αλλά το κέντρο της πνευματικής του υπόστασης, με τον ίδιο τρόπο που ο Χρήστος Βακαλόπουλος εξύψωσε κάποτε την Κυψέλη στον πυρήνα του συναισθηματικού του κόσμου εγγράφοντας το έργο του στο χρονικό συνεχές της αστικής ιστορίας της πόλης του, της εν εξελίξει μετοίκησης της αστικής κουλτούρας των Εξαρχείων στη γειτονική Κυψέλη και το Μεταξουργείο προηγήθηκαν οι Νέες Αθηναϊκές Ιστορίες προηγήθηκαν τα ροκ στέκια στα πέριξ της Φωκίωνης Νέγρη προηγήθηκαν οι μοντερνιστικές πολυκατοικίες στην εποχή του μεσοπολέμου προηγήθηκε η ασφαλτόστρωση της Πατησίων και πάει λέγοντας·

ετούτη η παρεξήγηση αναφορικά με τον πυρήνα της πνευματικής ύπαρξης του Παπαγιώργη εκκινεί από τη διαχρονική παρανόηση πως οι βιβλιοκριτικοί είναι σε θέση να ιεραρχήσουν, να αξιολογήσουν, και εν τέλει να κρίνουν, το έργο των συγγραφέων,

χονδρικά μιλώντας, οι book reviewers είναι πλασιέ των ιδεών τρίτων τις οποίες κατανοούν όσο και ο salesman που βιοπορίζεται πουλώντας πόρτα πόρτα τη Britannica ανά την αχανή Αμερικανική επικράτεια, η βιβλιοκρισία ως εξειδικευμένος επαγγελματικός κλάδος γεννήθηκε ταυτόχρονα με τη στιγμή που το βιβλίο αποστερήθηκε, σε κάποιο βαθμό τουλάχιστον ώστε να μην τρομάξει τελείως τους υποψήφιους καταναλωτές, τη λέξη «πνευματικό» μπροστά από το «προϊόν», όσο για τους μεταφραστές... «η δουλειά τους δεν είναι δημιουργική, είναι “νοικιασμένη συνείδηση”, συνήθως οι μέτριοι στρέφονται προς τις μεταφράσεις, χρησιμεύει ως άλλοθι ανθρώπων που δεν έχουν προσωπικό λόγο και έργο» με τα λόγια του ίδιου του Παπαγιώργη – κάπως έτσι εξηγείται, εν μέρει, η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι ενός μεταφραστή που μας σέρβιρε κουτσομπολιό, αντί για επικήδειο, την αμέσως επομένη του θανάτου του συναδέλφου του,

μονάχα δημιουργοί δύναται να κρίνουν δημιουργούς, οι υπόλοιποι, θέλοντας και μη, στέκονται μπροστά στις κεραίες της εποχής μας σαν τρακαρισμένα μαθητούδια χαμένα στην μετάφραση.

Αν η Ιθάκη του Παπαγιώργη αποδείχτηκε πως ήταν η Σκιάθος του Παπαδιαμάντη τότε πιθανόν η Νεωτερικότητα να ήταν από πάντοτε ένα νησί της Κίρκης για ανθρώπους σαν εκείνον αλλά και όσους θέλουν να μάθουν μέσω του έργου του επιθυμώντας να ανεγείρουν κάποτε το δικό τους καλύβι αντί να επιχειρηματολογούν υπέρ της διάθεσης των κοινόχρηστων χώρων των δήμων στο Airbnb ως ζωντανή απόδειξη μιας ρηξικέλευθης σκέψης, σύστημα ιδεών που αρνείται σήμερα να αποδεχτεί την ημερομηνία λήξης σε μεγάλο αριθμό προϊόντων του με πρώτο πρώτο το νεωτερικό υποκείμενο του οποίου το θανάσιμο αμάρτημα δεν αποτελεί, εννοείται, η διατάραξη των φύλων αλλά ο παραμορφωμένος ανθρωποκεντρισμός ο οποίος εκφυλίστηκε στην απολυταρχία του Εγώ με την εκούσια συνδρομή των ψυχολόγων («σημασία έχει τι θέλει ο Γιάννης!») και του new age self-love κηρύγματος όπως αναδύθηκε μέσα από την ανάγκη των Αμερικανών να διεξάγουν παγκόσμιο εμπόριο με προνομιακούς όρους, σήμερα γιορτάζουμε την πιθανότητα να ζούμε με τον σκύλο μας ο οποίος ήταν ο τελικός νικητής ανάμεσα στους υποψήφιους να μας προξενήσουν τα λιγότερα ψυχικά ρήγματα, πάλι καλά που με τις γάτες κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το οτιδήποτε,

κοντολογίς, ο Παπαγιώργης, όπως και ο Αρανίτσης, περισσότερο από Ανατολίτες, είναι διανοούμενοι που έζησαν και έδρασαν Ανατολικά της Δύσης, αρκετά ανατολικά ώστε να την απορρίψουν οντολογικά, όχι και τόσο ώστε να διστάσει ο τελευταίος να διαπιστώσει πως «η δημοκρατία α λα Τσώρτσιλ ήταν κάποτε η χειρότερη αλλά και η μόνη λύση»·

«η δημοκρατία α λα Μακρόν είναι η χειρότερη αλλά και η μόνη λύση» θα λέγαμε σήμερα.  

 

 

 

 

No comments:

Post a Comment