No One Knows
Τέλος της άνοιξης του 2022, οι στήλες, σχεδόν όλες, του Ολυμπίου Διός, η Δυτική πλευρά του Παρθενώνα, το Βάθρο του Αγρίππα, σχηματίζουν το Τρίγωνο των Σκαλωσιών·
μας ρωτούν συχνά οι επισκέπτες πότε θα τελειώσουνε τα έργα, the right question, that’s what matters, η ερώτηση, εκείνη που βγάζει νόημα, είναι πόσοι πραγματικά το εύχονται.
*
Δεν είναι μόνο ο γερανός, ολόκληρος ο λόφος κυριαρχείται από το πνεύμα του εργοτάξιου:
κοντέινερς άδεια από υπαλλήλους μετά τα Προπύλαια, ένα μονοθέσιο όχημα με καρότσα και φαγωμένο από τον ήλιο το κάθισμα του οδηγού παρατημένο στο Ερέχθειο, κοντέινερς που φιλοξενούν τους εργαζόμενους της αναστήλωσης συνοδεύουν τη θέα των επισκεπτών καθόλη τη διαδρομή της νότιας όψης του ναού, ένα clark σε ρόλο photobombing,
σκουριασμένες σιδερένιες ράγες δεν μεταφέρουν υλικά, διατρέχουν το άδειο κέλυφος του παλιού μουσείου δεκατέσσερα χρόνια μετά τη μετακόμιση του,
στη νότια κλιτύ, δοκοί επιβάλλουν την φθορά τους στο Θέατρο του Διονύσου, στην Στοά Ευμένους, κλειστή για το κοινό από πάντοτε, τέσσερα κοντέινερς και άλλα δύο, τέλος, ανατολικά του Θρασύλλου, ένα εργοτάξιο ακόμη, το μεγαλύτερο, εκτείνεται ως το σημείο όπου, εικάζεται, εισέβαλλαν οι Πέρσες.
“My lasso of truth, the truth is what powers it, not me, the truth is bigger than all of us,”[2]
and the inconvenient truth is,
in spite of good intentions,
(οι αρχαιολόγοι έχουν καλές προθέσεις),
σε πείσμα του ονόματος του Καλλικράτη,
it had got ugly up there.
*
Βάζει αέρα δυνατό, 47 km/h, θέρισε και τον Albert Camus: «πάνω στους ναούς και στην πέτρα καταγής, ο άνεμος θαρρείς και τα έξυσε όλα μέχρι το κόκαλο».[3] Καπέλα jockey χορεύουν στον αέρα, δυσφορία και γελάκια που φορεματάκια φανερώνουν βρακάκια, αντί για σέξυ εσώρουχα, η ροή του κόσμου συνεχίζεται ανεπηρέαστη.
“I believe I can fly” αστειεύεται ξενέρωτος boomer με θαμπό λευκό χρώμα επιδερμίδας και άτριχο πρόσωπο· “it’s like natural air condition” διασκεδάζει ένας ξεναγός τον πελάτη του, “yea…the only thing you haven’t installed here” απαντά σε εμένα Αμερικανός executive, φορούσε jean και μαύρο T-shirt, ήταν γύρω στα πενήντα πέντε με κόκκινα μαλλιά, επίσης μύτη μάγουλα για λίγες μέρες.
Not the first, certainly not the last. Μέρα εργάσιμη μπαίνει, μέρα με ελαφρά ηλίαση βγαίνει, επισκέπτες απορούν, αποδοκιμάζουν, αναρωτιούνται για την under construction εικόνα του λόφου της Ακρόπολης. Γίνομαι, με τον καιρό, συλλέκτης αποριών, προσβολών, ερωτήσεων περί των σκαλωσιών, περίφημες πλέον, σαν τον Greek moussaka:
- νεαρό ζευγάρι Βρετανών ενδιαφέρεται να μάθει ποια χρονιά ακριβώς η Ελλάδα έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ερμηνεύουν την πραγματικότητα μέσω ελλιπούς E.U. funding ως αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης·
- Ελληνάρας υπέρμαχος του ιδιωτικού τομέα σκυλοβρίζει το Δημόσιο, πιστεύει πως τα ξύνουν οι εργάτες, κλείνει το λογύδριο με ρουφηξιά στα κλεφτά από ηλεκτρονικό τσιγάρο, «δεν επιτρέπεται το κάπνισμα εντός του αρχαιολογικού χώρου» ενημερώνω, «από πότε;» με ρωτάει σχεδόν ειλικρινώς·
- “what are you guys doing?” ρωτούν με επιτηδευμένη αδιαφορία δύο Αμερικάνες ετών 22 με τζην σορτσάκια κολλητά μπλουζάκια στο πρόσωπο σπυράκια και little, if any, patience για την απάντηση μου, "it’s the Greek way of saying don’t worry world, we’re on it!” απαντώ με προσποιητό ενδιαφέρον για την ερώτηση τους, το μονοπωλούσε η τιράντα της ξανθιάς που έπεφτε στον ώμο, ανταλλάσσουν ένα βλέμμα tribute στην Olivia Mossbacher και την Paula, επιστρέφουν στα κινητά τους·
- όμορφοι, εκλεπτυσμένοι, ευγενέστατοι τριαντάχρονοι Γαλλόφωνοι Βέλγοι με μια ενστικτώδη απέχθεια για τα ανθρώπινα πάθη ενδιαφέρονται να μάθουν “what’s the plan,”
“it’s not about the resources, it’s about the debate about how to proceed,”
“I see, it’s like Palais de Justice de Bruxelles, they debate for 40 years now...”
“then we ‘re not alone in this…” γκρεμίζεται η ιδέα μου περί Greek exceptionalism, έστω από την ανάποδη·
· τέλος, απαντώ συνήθως διπλωματικά στο “when are they finishing?” υποκύπτω στον πειρασμό του "no one knows!" με 100% επιτυχία κάθε φορά όταν πρόκειται για εκλεκτούς επισκέπτες: έναν Άγγλο με σπουδές σε Classics που εργάζεται στο Twitter, μια συνομήλικη Τσέχα, χειραφετημένη κοκκαλιάρα, που με κοιτούσε ασάλευτη, κατάματα, από κοντινή απόσταση, ώστε να επιβεβαιώσει την αρχική της υποψία πως δηλαδή ο υψηλός βαθμός της αυτοκυριαρχίας της, οι βαθιές πρόωρες ρυτίδες γύρω από τα μάτια και το στόμα της, το εκφραστικό, μονίμως άβαφο, και ελαφρά σκαμμένο ταξιδεμένο πρόσωπο της, ήταν για εμένα ψευδαίσθηση ευτυχίας, έναν Γερμανό φωτοδημοσιογράφο.
“What exactly are they up to?” με ρωτάει British-Indian μετά της συζύγου με τρόπους ευγενείας, της γλώσσας του σώματος, του βλέμματος, της εκφοράς του λόγου, που προδίδουν την ανώτερη κάστα του, πιθανότατα Βραχμάνος, από τις τάξεις της έβγαιναν κάποτε οι ιερείς,
“It’s not about the money, sir, not to say Greek negligence or laziness, the scaffolding you see here is not part of any restoration, it’s actually an installation, it represents…
modern Greek anxiety disorder
vs.
it’s ancient glorious past.
Γελάει πολύ, γελάει δυνατά, γελάμε μαζί.
No comments:
Post a Comment