12.6.23

It's a cruel, cruel summer. Μια σεζόν στην Ακρόπολη.

 

 

The hot month of August

 

Far from a pleasant August, οφείλω να πω, αν ξεκινάς την βάρδια σου, Δευτέρα της 8ης του Αυγούστου, δίχως να γνωρίζεις αν μετά τη λήξη της η χώρα θα εξακολουθούσε να έχει πρωθυπουργό: ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε προαναγγείλλει τηλεοπτικό διάγγελμα αναφορικά με το σκάνδαλο των υποκλοπών·

λιγότερες από εικοσιτέσσερις ώρες είχαν περάσει από το βράδυ της Κυριακής όταν ένας μεσήλικας άντρας ντυμένος με στρατιωτική παραλλαγή απειλούσε να βάλει φωτιά στον λόφο του Φιλοπάππου, οι κραυγές του αλλοπαρμένου έφθασαν στα αυτιά μου στα Προπύλαια μέσω ασυρμάτου - κλήθηκε, τον μάζεψε, η Αστυνομία. 

 

*

Η πανσέληνος, στις 12 του μήνα, δεν ήταν μακριά, θα συνδυαζόταν φέτος με Περσείδες, τα απομεινάρια του κομήτη 109P/Swift-Tuttle δηλαδή, βροχή τα πεφταστέρια, οι διάττοντες αστέρες, ουδεμία σχέση με τον γεννημένο στην Ινδία Βρετανό/Αμερικανό συγγραφέα Sir Ahmed Salman Rushdie, διαχρονικό το έργο του και, δυστυχώς επίκαιρο, το αποδεικνύει η δολοφονική επίθεση που δέχτηκε στην Νέα Υόρκη στις δώδεκα του Αυγούστου, έχασε το ένα μάτι, παρέλυσε το χέρι, επιβίωσε ωστόσο από τις δεκαπέντε μαχαιριές ενός μαινόμενου οδηγού ταξί Αμερικάνου Λιβανέζικης καταγωγής ονόματι Hadi Matar· την ώρα του εγκλήματος έδρασε ως Hassan Mugniyah, τιμώντας τον Imad Mugniyah, ενός εκ των ηγετών της Hezbollah, εκπλήρωσε -τριάντα τρία ολόκληρα χρόνια αργότερα- την fatwā που εξέδωσε μέσω ραδιοφώνου ο Ayatollah Khomeini και καταδίκαζε σε θάνατο τον Rushdie, οι φετφάδες φαίνεται πως δεν λήγουν, οι δολοφόνοι δεν συνταξιοδοτούνται, με βρήκε το αποτρόπαιο νέο στο φυλάκιο στο Ασκληπιείο λίγο πριν το σχόλασμα.

 

Η επόμενη εργάσιμη, στις 13ης Αυγούστου, κυλάει βασανιστικά αργά, είχε προηγηθεί, έπειτα από τα χθεσινοβραδυνά νέα, κάκιστος ύπνος· βάρδια στη νότια κλιτύ, νοτίως του Θεάτρου του Διονύσου, φυλάκιο κτισμένο από πέτρα, κωδικός πόστου Πέτρινο, με θέα στην Διονυσίου Αεροπαγίτου - σκέφτομαι τον νομπελίστα Αιγύπτιο συγγραφέα Naguib Mahfouz, είχα διαβάσει τον χειμώνα Τα παιδιά του Γκεμπελάουι (1959), το μυθιστόρημα του θεωρήθηκε βλάσφημο, a classic στην πραγματικότητα, ο Mahfouz δέχθηκε επίθεση με μαχαιριές στο λαιμό στο Κάιρο το 1994 στα ογδόντα δύο του χρόνια, επέζησε, έστω λαβωμένος,

-        «μια κοπέλα με την γιαγιά της επιχείρησαν να βγάλουν φωτογραφίες κρατώντας ένα χαρτί που ανέγραφε την ηλικία της κοπέλας για τα γενέθλια της, οι φωτογραφίες σβήστηκαν...»

αίσθημα ασφυξίας, χαμηλώνω πολύ, τον ήχο στο cb, κοιτάζω έξω από το παράθυρο, η εργασία με καλεί, να βγω να κάνω παρατήρηση, μια οικογένεια τρώει στο παγκάκι, δεν καταναλώνουν κράκερς ή σταφύλι του Αυγούστου, τρώνε ωμά χαρούπια, τον καρπό του δέντρου που συνηθέστερα σκορπίζεται στο έδαφος, ο νευρικός σύζυγος, η γυναίκα του, καπάτσα με γούστο για πλατύγυρα καπέλα, αντί για την μαντήλα, και ένα μικρό αγόρι, Λιβανέζοι που ζουν στην Βυρηττό, σκοπεύουν να αγοράσουν -ως επένδυση- διαμέρισμα στην Αθήνα, απορεί η σύζυγος που γίνονται σκουπίδια τα χαρούπια, στην χώρα τους –εξηγεί- φτιάχνουν αλεύρι,

-        αλλά και μια Γαλλίδα συνταξιούχος, είχε περπατήσει λίγο στα στενά του κέντρου της πόλης, αναρωτήθηκε προσφάτως τι ακριβώς κάνουν οι ντόπιοι με τα εσπεριδοειδή δέντρα, «δεν τα τρώμε, παλαιότερα έφτιαχναν λικέρ, ούτε τα πουλιά τα προτιμούν πια» απάντησε ανυποψίαστη η ξεναγός προκαλώντας αυτομάτως σφίξιμο στα χείλη της γυναίκας, she couldnt get it, όπως άλλωστε και ο Τζενγκίζ Ακτάρ, Τούρκος πολιτικός επιστήμονας, αυτοεξόριστος του καθεστώτος Ερντογάν, μόνιμος κάτοικος Αθήνας, «μου έκανε μεγάλη εντύπωση ότι τα δένδρα είναι γεμάτα, αλλά ο κόσμος δεν τα μαζεύει!»[1] ο ίδιος προμηθεύεται καμιά φορά μούρα από το γειτονικό του πάρκο,

 

επιστρέφω στο φυλάκιο, κάπως ανακουφισμένος, είχα αποδράσει, έστω προσωρινά, από την επικαιρότητα, ταξιδεύω στην Χίο, ο Γιάννης Μακριδάκης φτιάχνει εδώ και χρόνια ιστορίες με γεύση μέλι από χαρούπι, στα νερά του Αιγαίου, μας αφηγείται, στα εννέα ναυτικά μίλια που χωρίζουν την Χίο από τον Τσεσμέ, μπλέκουν που και που τα δίχτυα τους Έλληνες και Τούρκοι ψαράδες, τα βολεύουνε ωστόσο, modus vivendi,

σε αντίθεση με τα γλυκά, κατ’ όνομα πλέον, νερά του ποταμού Έβρου, φυσικό σύνορο μεταξύ των δύο χωρών, όπου το καλοκαίρι εκτυλίχθηκε ένα ακόμη επεισόδιο του δράματος που κωδικοποιήθηκε ως “refugee crisis”.

 

 

No comments:

Post a Comment