Η Natascha Kampusch έζησε μια ιστορία απ’ αυτές που διαβάζουμε στις εφημερίδες με έναν κάποιο τρόμο. Απήχθηκε σε ηλικία δέκα ετών και πέρασε τα επόμενα οκτώ χρόνια σε ένα κελάρι στην αυλή του σπιτιού του βασανιστή της. Αρκετές τέτοιες ιστορίες έχουν σοκάρει τον κόσμο ανά τα χρόνια. Μόνο που η περίπτωση της Natascha είναι κομματάκι διαφορετική.
An astonished, infatuated public awaited her first words. They turned out to be complicated and unsettling and not fairytale-like at all. "I mourn for him," she said of her kidnapper. The admiration turned to disgust and confusion and she began getting hate mail.
Ίσως το άτυχο αυτό κορίτσι, αυτή που βίωσε τον τρόμο όπως μόνο τον φανταζόμαστε εμείς οι υπόλοιποι, να ήταν το μεγάλο θύμα, και αυτό να ήταν έκανε να γίνει "πολύ άνθρωπος," τόσο ώστε να συγχωρήσει το βασανιστή της, το τέρας που την έκανε να υποφέρει τόσα πολλά. Τότε λοιπόν, η Natascha θα ήταν ο ιδανικός εκφραστής της έκφρασης "ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο:"
Από την άλλη, και εξαιτίας του ευγενούς αρνητή του ανθρώπου που ακούει στο όνομα Νίτσε, το όνομα "άνθρωπος" θα γίνει συνώνυμο μιας αποτυχίας που δεν προσιδιάζει στον άνθρωπο, της αποτυχίας του ανθρώπου να είναι αυτό που θα μπορούσε να είναι. "Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο" είναι το κωδικό όνομα της αποτυχίας αυτής, που, μέσω της έξοχης διαστροφής της γλώσσας, κάνει κατανοητό ότι πίσω από το "πολύ" κρύβεται πάντα το "λίγο". Αυτός που είναι "πολύ" άνθρωπος είναι λίγος ως άνθρωπος, και το να είσαι υπερβολικά άνθρωπος σημαίνει πάντα να είσαι κάτι λιγότερο από άνθρωπος. Σημαίνει να είσαι υπερβολικά συμφιλιωμένος με το "ανθρώπινο ζώο" που φοβάται, νοιάζεται πάνω από όλα για την αυτοπροστασία του, αφιερώνεται σε μια ζωή ευνουχισμένου κατοικιδίου (μαμ, κακά, νάνι) και δεν έχει την παραμικρή ιδέα για το ρίγος του αιώνιου και το ατέρμονου που κρύβει κάτω απ' το μίζερο πετσί του.[1]
Η Natascha λοιπόν μεταμορφώθηκε σε "ανθρώπινο ζώο"∙ το "ανθρώπινο ζώο" συνήθως προστατεύεται από τους άλλους, μα πίσω από τα λόγια συμπόνοιας και τα γλυκά λόγια συμπαράστασης κρύβεται κάτι άλλο. Κρύβεται η απέχθεια των άλλων, η περιφρόνηση τους γι’ αυτό που νομίζουν πως δεν είναι κι αυτοί, θύματα δηλαδή. Μα τούτη τη φορά, ήταν τέτοιο το τραύμα, τόσο μεγάλο το σοκ που υπέστη το θύμα κατά τα οκτώ χρόνια της ομηρίας από έναν παράφρονα, που την έκανε να καταπέσει στο σημείο να συγχωρήσει το βασανιστή, προκαλώντας μονάχα λύπηση και απαξίωση από τους γύρω της. Τούτη τη φορά ο κόσμος αηδίασε, αντέδρασε ειλικρινώς, γιατί φάνηκε λίγη ως άνθρωπος, τόσο λίγη, που ακόμη και το δράμα της παραμερίστηκε μπροστά στο πάθος για χλεύη και αποδοκιμασία.
*
Ευτυχώς για εμάς, τα πράγματα συνέβησαν αλλιώς. Γιατί η ζωή υπάρχει κι αλλιώς από όπως μας την αφηγούνται οι άλλοι, οι πολλοί, οι άνθρωποι:
At first Natascha was inundated with offers of help. But the offers stopped, she says, when she refused to play the role of a victim – a weak girl in need of help – and instead tried to explain to interviewers the nuances of their relationship. That wasn't the story people wanted to hear, so they dismissed her as suffering from Stockholm Syndrome – a label intended, she says, to deny her the ability to judge her own experiences.
Η Natascha έπρεπε αναγκαστικά, είτε να αναλυθεί τόσο πρόχειρα και τελεσίδικα ώστε να τη βγάλουν "Σουηδέζα" και να ξεμπερδέψουν εύκολα με δαύτην, είτε θα έπρεπε να θεωρηθεί τέρας. Το τέρας.
“I want to reclaim the interpretation of my own story.”
Το τέρας, δυστυχώς για τους πολλούς, είχε λαλιά, μια λαλιά ορθολογική:
"I find it very natural that you would adapt yourself to identify with your kidnapper," she says. "Especially if you spend a great deal of time with that person. It's about empathy, communication. Looking for normality within the framework of a crime is not a syndrome. It is a survival strategy." She pauses. "But people get annoyed when I say this. Some say I should be locked up again, that it isn't really special to have been locked up like that, that I liked it, that it was good for me."
Το τέρας έπρεπε να κλειδωθεί ξανά στο μπουντρούμι λοιπόν. Ίσως γιατί τόλμησε να ανατρέψει τους κανόνες του παιχνιδιού, του παιχνιδιού της ασέλγειας πάνω στο πτώμα του θύματος με ευγενική χορηγία τα Μ.Μ.Ε. και πολλές φορές με την συγκατάνευση του θύματος. Δεν έπρεπε να δοθεί η ευκαιρία στο τέρας να ερμηνεύσει την ιστορία της με τον τρόπο τον οποίο αυτό διάλεξε και που ήταν, προς μεγάλη μας χαρά, ένας τρόπος ολότελα διαφορετικός από το γνώριμο της θυματοποίησης.
Η Natascha ως μια μηχανή επιβίωσης, ως η ενσάρκωση του αντιθέτου του "ανθρώπινου, πολύ ανθρώπινου," ως το πιο ασυνήθιστο τέρας. Η Natascha κατάργησε τη "Σουηδική στάμπα" που της κόλλησαν μόνο και μόνο για να ριχτεί με τα μούτρα σ’ αυτό που θα έπρεπε να αποτελεί την μόνη κατεύθυνση της συμβουλευτικής ψυχολογίας: την προσπάθεια για μια ολική ανασύσταση του εαυτού όταν αυτός βρίσκεται να κοιτά τη χαράδρα με το ένα πόδι να στέκει μετέωρο στον αέρα, αφότου όμως ο εαυτός έχει αφεθεί να υπάρξει προηγουμένως, αφότου του έχει επιτραπεί να βγάλει μια λαλιά.
Το θύμα πρέπει να να νοιώθει και να δείχνει θύμα, κι ας μη το ρώτησε ποτέ κανείς. Μετά οι ψυχολόγοι θα τα ρίξουν σε όλους τους άλλους∙ το θύμα θα ανακουφιστεί. Μετά θα προσφέρουν χείρα βοηθείας στο θύμα∙ το θύμα θα ξεφραγκιαστεί. Μετά θα είναι όλα καλά, όλα στην εντέλεια∙ το θύμα θα είναι πλέον άνθρωπος, πολύ άνθρωπος...
Τα αποσπάσματα προέρχονται από το άρθρο της Guardian, 11/09/2010
No comments:
Post a Comment