8.10.12

Επιστροφή στη Ρουμανία XIV


The Grass is Greener on the Other Side

Όπως συμβαίνει συνήθως σ' αυτές τις περιπτώσεις, έχω συνηθίσει ήδη το χώρο που με φιλοξενεί σε σημείο να τον θεωρώ προσωρινό μεν, σπίτι δε. Πρόκειται περί μιας καταπληκτικής ικανότητας του ανθρώπινου είδους που συναντάται συνήθως σε εκείνους που αντιλαμβάνονται πλήρως το σύνθημα "όπου γη και πατρίς"· όλους εκείνους που έχουν και δεν έχουν δικό τους σπίτι.

Στα δεξιά μας βρίσκεται το χωριό του Άϊ Γιώργη· στα αριστερά ένα ποτάμι, μερικά στρέμματα γης όπου βόσκουν αγελάδες και αράζουν βάτραχοι και έπειτα η Μαύρη Θάλασσα. Μπροστά μας βρίσκεται ένα στενός δρόμος στρωμμένος με άμμο που οδηγεί στο κέντρο του χωριού σε δέκα-δώδεκα λεπτά, ποδαρόδρομος εννοείται, τέλος, πίσω μας αντικρύζουμε το τέλος του οικισμού που μαρκάρεται από το νεκροταφείο. Γύρω μας, δεκάδες σκηνές.

Το οργανωμένο κάμπινγκ ετούτο δε διαφέρει από τα άλλα: σκηνές, σκόρπια bungalows, άπλα σχετική, ένα μεγάλο καφέ - meeting point όπου κάποιος παίρνει το πρωινό του, τρώει το μεσημεριανό του αλλά και το βραδυνό του, πριν ξεκινήσει τις μπύρες, ένα κάτι σαν μπαρ-καφέ, ένα μίνι μάρκετ· μια δόση ανεμελιάς κυριαρχεί στο χώρο με άγρια πρασινάδα να φυτρώνει εδώ κι εκεί καθώς και κάποια ξέμπαρκα δεντράκια. Τέλος, διακρίνει κανείς ένα υπόστρωμα υπολανθάνουσας τουριστικής δυσοσμίας.

Το οργανωμένο κάμπινγκ ετούτο διαφέρει από τα άλλα: η απάντηση βρίσκεται λίγα μόλις μέτρα απέναντι μας. Σπρώχνοντας ελαφρά τη μονίμως ανοιχτή ξύλινη πόρτα που οδηγεί στην έξοδο, και αφότου διανύσεις σε ευθεία λίγα μέτρα πάνω στην άμμο θα βρεθείς ενώπιον μιας άλλη ξύλινης πόρτας. Όπως θα διαπιστώσουμε σύντομα, οδηγεί σε ένα ξενοδοχείο.

Ψηλός ξύλινος φράχτης, ύψους περίπου 2,5 μέτρων, δεν επιτρέπει κλεφτές ματιές προς τα μέσα· αντιθέτως, στη δική μας περίπτωση ο φράχτης του 1,5 μέτρου ύψους αποτελεί μια πρόσκληση προς τα ενδότερα. (Τα ίδια μεγέθη ισχύουν και για την πόρτα φυσικά.) Privacy vs transparency δηλαδή και εδώ ξεκινούν οι διαφορές. Αφότου σύρεις τον σύρτη θα εισέλθεις στο χώρο· κλείνοντας την πόρτα πίσω σου δε γίνεται να μην προσέξεις την μικρή πινακίδα που βρίσκεται κρεμασμένη πάνω στην πόρτα: mind the bull. Πρόκειται για τον ταύρο της γειτονιάς, που ήδη γνωρίσαμε άλλωστε σε προηγούμενο επεισόδιο όταν τριγυρνούσε ανέμελα στα δικά μας τα μέρη.

Ένα καλοστεκούμενο ξενοδοχειακό συγκρότημα στέκει πίσω από τη βαριά ξύλινη πόρτα. Καλαίσθητα ξύλινα κτίσματα, η απαραίτητη πισίνα, στρωμένα τραπέζια κάτω από μια ξύλινη σκεπή (δε θα βρεις τέντες με χορηγούς εδώ) αναμένουν τους βραδυνούς αφέντες τους. Όμορφα λουλούδια και χαμηλά δεντράκια στολίζουν το χώρο ενώ το γκαζόν έχει θεριέψει καθώς τα ποτιστήρια δουλεύουν ολημερίς. Τέλος, από παντού αναδύεται η γνώριμη τουριστική μπόχα.

Ένας δρόμος, λίγη άμμος, δύο κόσμοι που διαφέρουν γενικώς και ειδικώς αλλά που αγγίζουν ο ένας τον άλλον, εδώ στο Sfântu Gheorghe, στο Δέλτα του Δούναβη.

Στην πραγματικότητα, δεν αγγίζουν απλώς ο ένας τον άλλον αλλά, πιστεύω, ορίζουν κιόλας ο ένας τον άλλον. Εξηγούμαι πρόχειρα· τα δύο αυτά συγκροτήματα φιλοξενίας τουριστών αλλά και επισκεπτών βρίσκονται κάτω από την ίδια επιχειρηματική στέγη. Τοποθετημένα δίπλα δίπλα, τα δύο σκέλη μιας κοινής επιχειρηματικής δραστηριότητας αναδεικνύουν την επικρατούσα Ρουμάνικη αντίληψη περί πλούτου: στη Ρουμανία, ο πλούτος έχει νόημα όταν αντιπαρατίθεται, συγκρίνεται ή και συνορεύει με το μη πλούτο. Η συνύπαρξη (οι εργαζόμενοι πολλές φορές πηγαινοέρχονται, το κορίτσι που εργάζεται στην υποδοχή του κάμπινγκ, δε μου το βγάζεις από το μυαλό, πολύ θα ήθελε να δουλεύει απέναντι - είναι μασκαρεμένη με στολή 'εξοδος στην παραλιακή της Αθήνας Σάββατο βράδυ') των δύο αυτών τουριστικών συγκροτημάτων, επιθυμεί να δηλώσει, ξεκάθαρα στα δικά μου μάτια, την εξής δήλωση: "απ' εδώ οι έχοντες, απ΄εκεί οι μη έχοντες".

Η διαδικασία κατά την οποία ο 'ισχυρός' αναζητεί, και τοποθετεί κοντά του, τον 'αδύναμο' ώστε να νοιώσει διπλά ισχυρός, ή ίσως ακόμα, για να νοιώσει ισχυρός εξαρχής, δεν οφείλεται σε μια κάποια ανασφάλεια που βασανίζει τον ισχυρό· θα έλεγα καλύτερα πως πρόκειται για μια μόνιμη σκληρότητα που έχει εμποτίσει την ύπαρξη του και η οποία έχει ανάγκη να εκφράζεται διαρκώς. Ο πλούτος εδώ προτιμά να αναπαύεται πάνω στο σβέρκο του φτωχού και όχι σε μια φινετσάτη καρέκλα. Όλα αυτά στέκουν μίλια μακριά από τη γνώριμη σε όλους επιδειξιομανία την οποία επιστράτευαν παλαιότερα οι Έλληνες large μπουζοκόβιοι. Είναι προφανές άλλωστε πως η απόσταση μεταξύ ενός Ρουμάνου νεόπλουτου και ενός Ρουμάνου εκπρόσωπου της μεσαίας τάξης εν έτει 2012 απέχει παρασάγγας από την απόσταση ενός Έλληνα νεόπλουτου σε σχέση με έναν Έλληνα μικροαστό της μεσαίας τάξης εν έτει 2000.

Θυμάμαι το βαθμό απέχθειας πολλών Ελλήνων για τους λεγόμενους και νεόπλουτους τα χρόνια της δεκαετίας του '90. Υποπτεύομαι πως το νέο κύμα νεόπλουτων που θα αναδυθεί μέσα από τα ερείπια (soon to come) της Ελληνικής κοινωνίας, κύμα που θα είναι άλλωστε παράγωγο των απανωτών σεισμών που προκαλεί η πίστη σε μια βαθιά αντικοινωνική ιδεολογία όπως αυτή που διαφημίζει με κάθε δήλωση του περί κρίσης σχεδόν κάθε Ευρωπαίος αξιωματούχος, γιατί άλλωστε αυτή δυστυχώς μοιάζει να είναι η αλήθεια, ιδεολογία που καλό είναι να θυμόμαστε πως διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό τη σύγχρονη Ρουμάνικη πραγματικότητα, είμαι σίγουρος λέω, πως ετούτο το τσουνάμι από nouveau-riche θα είναι πολλά βαρύ πιο τρομακτικό.




4.10.12

Επιστροφή στη Ρουμανία XIII


...λίγη ώρα αργότερα, κι αφότου έχουμε πια διαγράψει από τη μνήμη μας τον ταύρο ενόσω έχουμε φθάσει ένα βήμα πιο κοντά στη ψυχοσύνθεση του Έρνεστ Χεμινγουέϊ, ξεκινάμε πια για τη θάλασσα. Απαιτούνται από εμάς περί τα δεκαπέντε με είκοσι λεπτά περπάτημα ώστε να φθάσουμε στον προορισμό μας. Είναι ακόμα πρωί και περπατάμε ξυπόλητοι μιας και η άμμος παραμένει ετούτη την ώρα ένα υπέροχο - σχεδόν μαγικό, ναι - χαλί πριν μετατραπεί βέβαια σε τόπο καψερό λίγο αργότερα.

Το ίδιο αίσθημα ανατριχίλας που συντάραξε το κορμί μου εμπρός στη θέα του Πύργου του Άιφελ προ ολίγων ετών, με κυριεύει και τώρα, εμπρός της θέας της λεγόμενης και Μαύρης Θάλασσας. Ξέρετε, πρόκειται για μια διαδικασία συσσώρευσης αναφορών και εικόνων αναπαράστασης για σύμβολα διαλεχτά και τόπους μακρινούς, φορτισμένους με λογής λογης νοήματα και πολυτραγουδισμένους, που μια μέρα βρίσκονται εντός του οπτικού σου πεδίου, και πριν προλάβει να απελευθερωθεί η πρώτη λέξη αφότου έχει δηλαδή σχηματιστεί μια οργανωμένη σκέψη μέσα σου, ή και το αντίθετο, πριν προλάβει δηλαδή να σχηματιστεί μια οργανωμένη σκέψη αφότου έχει ήδη ξεμυτίσει μια πρώτη λέξη, το σώμα σου σε έχει ήδη 'προδώσει.' Έχει μιλήσει εκείνο πρώτο.

Συναντάμε μια ατελείωτη παραλία στρωμένη με λεπτή άμμο· στο βάθος χύνεται ο Δούναβης. Μια καντίνα και άλλη μία πουλούν μπύρες κυρίως, μιας και ο καφές είναι προφανές πως δεν βρίσκεται στις πρτιμήσεις των παραθεριστών, Ρουμάνων κυρίως αλλά και διαφόρων Ευρωπαίων. Τέσσερα άλογα χαριεντίζονται ή απλά αγναντεύουν το τοπίο στα αριστερά μου. Τραβούν την προσοχή ορισμένων που εφορμούν με τις τις κάμερες τους προς το μέρος τους. Εκείνα θα ποζάρουν δήθεν αδιάφορα για λίγο έως ότου αποφασίσουν να μετακινηθούν. Με ιδιαίτερα αργό βήμα κατευθύνονται προς τα εκεί που δεν βρίσκονται άνθρωποι. Βαδίζουν κατά μήκος της ακτογραμμής. Εγώ ακολουθώ. Προχωράμε αργά αργά, μάλιστα κάποια στιγμή ένα άλογο από την παρέα δροσίζεται στα νερά της θάλασσας πετώντας το κορμί του καταή και στριφογυρίζοντας όσο μπορούσε εκεί που το νερό χαιδεύει την άμμο. Τρεις αγελάδες εμφανίζονται ξαφνικά από τα δεξιά, τσιμπολογάνε λίγη πρασινάδα δέκα είκοσι μέτρα έξω από τη θάλλασα. Τα άλογα σιγά σιγά εξαφανίζονται από το οπτικό μου πεδίο, είχε περάσει άλλωστε μισή ώρα από τότε που αποφάσισα να τρέξω ξοπίσω τους.

Έχω επιστρέψει στη βάση μου, μην φανταστείται, μια πετσέτα στην άμμο, και βρίσκομαι ανάμεσα σε εκατοντάδες παραθεριστές που τσαλαβουτούν στα ρηχά της θάλασσας. Επιχειρώ την πολυπόθητη είσοδο· χιλιάδες μικροοργανισμοί με εμφάνιση σκουληκίου χαϊδεύουν απαλά τα πόδια μου καθώς κάνω τα πρώτα μου βήματα μέσα στο νερό. Τα χάνω για λίγο. Αυτά εξαφανίζονται κι εγώ επιχειρώ την πρώτη βουτιά που είχε ως αποτέλεσμα έντονους πόνους στα ανοιχτά μου μάτια. Ας μην μακρυγορώ όμως· μιαν άλλην θάλασσα, όντως μαύρη, δηλαδή σκοτεινή, που σχεδόν δεν επιτρέπει το κολύμπι, κινείσαι σε slow motion, πράγματι, κανείς δεν κολυμπά - όλοι τσαλαβουτούν έξω-έξω, μια θάλασσα άδεια από ψαράκια που αφήνει στο στόμα μια γεύση διαφορετική, σίγουρα όχι τ' αλατιού, μια θάλασσα με τα δικά της χαρακτηριστικά που ο καλομαθημένος στα νερά του Αιγαίου Πελάγους τύπος πιθανότατα δεν θα εκτιμήσει ιδιαίτερα, μια θάλασσα με το δικό της υδάτινο ορίζοντα που ο εσσαεί περίεργος και φιλομαθής θα εκτιμήσει μόνο και μόνο που τον άφησε να βρέξει και εδώ, σε τόπο μακρινό, για λίγο τα πόδια του.