22.1.08

Ψέματα: Από το Λάκη Λαζόπουλο στη... κλοπή του εγκεφάλου της Ulrike Meinhof


ΨΕΜΑΤΑ

Το να λες ψέματα δεν είναι κακό. Αρκεί βέβαια, να το κάνεις όχι προς ίδιον όφελος αλλά για την πλάκα της υπόθεσης. Όπως κάνουν τα παιδιά λόγου χάρη, που αρέσκονται να πλάθουν φανταστικές ιστορίες για να κερδίσουν την προσοχή των γονιών τους, αλλά και γιατί αναζητούν έναν τρόπο να εξηγήσουν τον κόσμο γύρω τους· μην έχοντας τα κατάλληλα εργαλεία για να το κάνουν αυτό, απλά λένε ότι τους κατέβει στο μυαλό· ψέματα δηλαδή. Αλλά ψέματα αθώα· ψέματα που αποτελούν προϊόντα μιας αχαλίνωτης και δημιουργικής φαντασίας, προτού αυτή περιχαρακωθεί από τις ατομικές ανάγκες και τις κοινωνικές συμβάσεις και εξοριστεί στο πυρ το εξώτερον.

ΗΛΙΘΙΟΤΗΤΑ

Υπάρχουν και άλλου είδους ψέματα όμως. Ψέματα αυτοαναφορικά που χαϊδεύουν το εύθραστο Εγώ του σύγχρονου ανθρώπου και χρησιμεύουν στο χρωματισμό της ναρκισσιστικής, εγωκεντρικής μα συνάμα εξαιρετικά εύθραστης προσωπικότητας του. Ευδοκιμούν ιδιαίτερα ανάμεσα στα ζώα του ανθρώπινου είδους και εμφανίζονται άλλοτε με έναν μανδύα χαριτωμενιάς και άλλοτε ξιπασιάς. Πρόκειται πάντως για ένα διαχρονικό φαινόμενο με ιστορία χιλιάδων ετών, μιας και είναι πασιφανές ότι στο μάταιο τούτο κόσμο που κατοικούμε, ο καθένας λέει – και κυρίως κάνει – του κεφαλιού του.


ΦΟΒΟΣ

Άλλα ψέματα, πιο επικίνδυνα, είναι αυτά που περιέχουν μια πτυχή της αλήθειας, αλλά παραβλέποντας – πότε σκοπίμως, πότε όχι - τη σχετικότητα και το εύρος της, είθισται να παραπλανούν και να αποπροσανατολίζουν. Τα ναρκωτικά κάνουν κακό (ακούμε συχνά τώρα τελευταία από τους τηλε-ειδικούς) και αξίζει εδώ να αναφέρουμε την τοποθέτηση του ιδαίτερα λαοφιλούς, Λάκη Λαζόπουλου. Αναφέρθηκε λοιπόν, στον τεράστιο κίνδυνο που διατρέχουν τα ελληνόπουλα από την μάστιγα των ναρκωτικών, τονίζοντας παράλληλα ό,τι ο ίδιος δεν είχε ποτέ, ουδεμία σχέση με οποιαδήποτε ουσία. Ευφυής, ειλικρινής και στηλιτευτής της διαφθοράς στα μάτια των απανταχού κλεισμένων στο τσιμεντένιο καβούκι τους Ελλήνων ...οπισθοδρομικών, μα στην πραγματικότητα λαοπλάνος, υποκριτής, σαλτιμπάγκος της εξουσίας· ένα άριστο πιόνι στην αναπαραγωγή των στερεοτύπων, της ηλιθιότητας, του εθνοκεντρισμού. Ένας ψεύτης στην υπηρεσία του ψεύδους που παράγεται και διανέμεται από την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων με ευγενικό χορηγό την εξαθλιωμένη ύπαρξη του "homo-consumer". Σίγουρα με το να κάνεις χρήση ναρκωτικών ουσιών δεν ...τονώνεις τον οργανισμό σου, το ίδιο συμβαίνει βέβαια και με την κατανάλωση αλκοόλ ή και ...νόμιμων ναρκωτικών (απ’ αυτά που πωλούνται στα φαρμακεία για την αντιμέτωπιση της υστερίας που προκαλεί στις μαμάδες ο φόβος μπροστά στη μάστιγα που απειλεί τα παιδιά τους), σαφώς όμως τα πράγματα είναι πολύ πιο περίπλοκα. Η πολιτική των απαγορεύσεων από την πλευρά της εξουσίας, ποικίλλει ανάλογα με τις απαιτήσεις της κάθε εποχής. Η δαιμονοποίηση των ναρκωτικών (ενώ ταυτόχρονα κατέχουν σημαντικό ρόλο στο «λάδωμα της καπιταλιστικής μηχανής», κάτι καθόλου παράδοξο αν το καλοσκεφτούμε), υπαγορεύεται από τα καπιταλιστικά ήθη και αποτελεί μέρος της πολιτικής του φόβου. Ο Slavoj Žižek περιγράφει γλαφυρά την μορφή της πολιτικής στις μέρες μας· μια πολιτική "στηριζόμενη στο φόβο ως έσχατη δυνατότητα κινητοποίησης"· μια πολιτική όπου "η «πολιτική ορθότητα» είναι η χαρακτηριστική προοδευτική μορφή της "· τέλος, "μια πολιτική που χειραγωγεί τον όχλο: μια τρομοκρατική κινητοποίηση ενός τρομοκρατημένου λαού."[1]

ΑΓΝΟΙΑ

Η αναζήτηση της αλήθειας είναι επίπονη διαδικασία και τα νερά στα οποία λιμνάζει, βρώμικα και θολά. Σε μια εποχή όπου η επιστήμη έχει κυριαρχήσει και ο ορθολογισμός διέπει τις ανθρώπινες σχέσεις, η αναμενόμενη (σε όρους νεανικής επιπολαιότητας, ας μη ξεγελιόμαστε) κάθαρση από τα αλόγιστα ψεύδη, δεν έφτασε ποτέ. Η επιστήμη στην υπηρεσία της ανθρώπινης ματαιοδοξίας και στενομυαλιάς σε αγαστή συνεργασία με τα συμφέροντα των κυρίαρχων δυνάμεων, έρχεται να επικυρώσει το ψεύδος.

Αυτό είναι και το πιο τρομακτικό ψέμα απ’ όλα· φέροντας μια επιστημονική σφραγίδα, η ισχύς του μη-πραγματικού, του ψευδούς δηλαδή, πολλαπλασιάζεται. Μια χαρακτηριστική περίπτωση αφορά την ιστορία με την ...κλοπή του εγκεφάλου της Ulrike Meinhof (μέλος της RAF, ακροαριστερή ένοπλη οργάνωση που έδρασε -κυρίως- στα ταραγμένα χρόνια της δεκαετίας του ’70, στη Γερμανία). Μετά το θάνατο της λοιπόν (το 1976), της αφαιρέθηκε κρυφά ο εγκέφαλος. Η μελέτη ενός νευρολόγου και του διευθυντή μιας ψυχιατρικής κλινικής (ο δεύτερος συνέκρινε τον εγκέφαλο της με τον εγκέφαλο ενός serial killer) κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια εγχείρηση αφαίρεσης όγκου από τον εγκέφαλο στην οποία είχε υποβληθεί σε νεαρή ηλικία η Meinhof, ίσως να οδήγησε στην επιθετική συμπεριφορά της. Για την ακρίβεια, υποστήριξαν ότι υπήρξε ζημιά στο κομμάτι του εγκεφάλου που ευθύνεται για τα συναισθήματα.[2] Όλα αυτά είδαν το φως της δημοσιότητας το 2002 και με άξονα την επιστημονική ανακάλυψη που «συντελέσθη», έγινε μια προσπάθεια να εξηγηθεί η «παράλογη» συμπεριφορά της.[3] Αξίζει να σημειωθεί το γεγονός, ότι είχαν αφαιρεθεί και οι εγκέφαλοι των τριών ηγετών της RAF οι οποίοι μελετήθηκαν, αλλά τα ίχνη τους... χάθηκαν κάπου στην πορεία.[4] Είναι προφανές ό,τι η «ευτυχής» συγκυρία της εγχείρησης, έδωσε ένα άλλοθι για μια τερατώδη εξήγηση (βασισμένη σε μια επιστημονική προσέγγιση που θυμίζει Lombroso[5]), των αιτιών που οδήγησαν την Meinhof να εγκαταλείψει την οικογένεια της και μια πετυχημένη δημοσιογραφική καριέρα . Οι Times, σε μια αναφορά τους στο θέμα,[6] καυτηριάζουν την άρνηση των δικηγόρων της Meinhof να συμπεριλάβουν στην υπερασπιστική τους γραμμή την έκθεση του νευρολόγου -που από τότε μιλούσε για εγκεφαλικές βλάβες που την οδήγησαν στις ακαταλόγιστες πράξεις της. "The Left, in other words, would rather have Meinhof bad than mad." Αυτό είναι το ρεζουμέ της δημοσιογραφικής άποψης του συντάκτη των Times και τα σχόλια περριτεύουν…

Σε μια κοινωνία που βρίσκεται μόνιμα στα πρόθυρα ενός "nervous breakdown", ψυχολόγοι, ψυχίατροι και ψυχαναλυτές έχουν τοποθετηθεί στη θέση που κάποτε κατείχε ο μάγος της φυλής, έλεγε ο Φουκό. Το ψεύδος αποκτά στέρεες βάσεις και η αλήθεια. πότε κρύβεται τρομαγμένη κάτω από το ντιβάνι του ψυχαναλυτή και πότε τεμαχίζεται στις αποστειρωμένες αίθουσες υπερσύγχρονων εργαστηρίων που πασχίζουν να αποκρυπτογραφήσουν το αχαρτογράφητο των ανθρώπινων επιθυμιών.[7] Αυτό που έχει σημασία όμως, είναι ό,τι οι άνθρωποι είναι πάντοτε πρόθυμοι να πεισθούν· να πεισθούν ό,τι όσοι στρέφουν ένα όπλο ενάντια στη κρατική τρομοκρατία είναι ψυχικά ασθενείς· ό,τι τα ναρκωτικά διαφθείρουν τη νεολαία· ό,τι ξαπλώνοντας σε έναν καναπέ... θεραπεύονται, ενώ στην πραγματικότητα απλά ξεκουράζουν το κορμί τους περιμένοντας τη «μαγική συνταγή»· μια συνταγή, τόσο μαγική, ώστε να μπορέσουν ξεχάσουν τα ψέματα...

7.1.08

Το νόημα της ζωής και... πως να μελαγχολήσετε.


Τι είναι η ζωή;
Ένα αδιάκοπο, μονότονο βασανιστήριο ή μήπως ένα υπέροχο ταξίδι στην δημιουργία του οποίου, έχουμε τη χαρά να συμμετάσχουμε;
Τι είναι πιο σημαντικό, το καθήκον και η συμμόρφωση με τις κοινωνικές επιταγές ή οι καταπιεσμένες ορμές και επιθυμίες μας;
Με δύο λόγια, σκάσε και δούλευε ή κατέστρεψε και ...απόλαυσε;
Είναι δυνατόν μέσα σε οκτώ λεπτά και ένα δευτερόλεπτο να δοθούν οι απαντήσεις;






Μάλλον όχι, αλλά παρόλα αυτά, σε τούτη τη μικρού μήκους τανία του Patrice Lecont (Le Batteur Du Bolero, 1992), η αλήθεια ξεδιπλώνεται σε όλη της - σχεδόν - την απεραντοσύνη.

Μια ορχήστρα εκτελεί με ακρίβεια και χάρη, τη μεγαλειώδη σύνθεση του Maurice Ravel, Bolero. Η ανεπανάληπτη αυτή μουσική δημιουργία είναι η ζωή, αυτή που μας προσφέρεται και εμείς καλούμαστε να εκπληρώσουμε κατά τρόπο... ιδανικό (το πως μας καθορίζεται αυτός ο τρόπος, είναι μια άλλη κουβέντα, αρκετά επίπονη και αυτή).

Εξαρχής η κάμερα εστιάζει στο πρόσωπο ενός μέλους της ορχήστρας. Αυτός ο άνθρωπος καλείται να τα βγάλει πέρα με τη δουλειά που του ανατέθηκε· το κτύπημα ενός μικρού τυμπάνου στον ίδιο, μονότονο ρυθμό. Ο ρόλος του είναι σημαντικός. Είναι απλά ένα ακόμα γρανάζι, δίχως την λειτουργία του οποίου όμως, η όλη προσπάθεια θα πάει κατά διαόλου.

Αυτός, είναι Εμείς. Είναι ένας από τα μερικά δισεκατομμύρια ανθρώπων επί της γης που καλούνται να παίξουν σωστά το ρόλο τους. Σκάσε και άκουγε, λοιπόν. Ή σκάσε και μάθαινε, δούλευε και ο κατάλογος είναι μακρύς.

Ο συμπαθής ήρωας δείχνει να ασφυκτιά. Η επιλογή του Γάλλου κωμικού ηθοποιού Jacques Villeret εξυπηρετεί τους εμπορικούς σκοπούς του φιλμ, αλλά είναι παραπλανητική. Στην θέση του θα μπορούσε κάλλιστα να βρίσκεται ο καθένας μας. Η χαριτωμένη φατσούλα του Villeret με τα φουσκωτά μαγουλάκια και την παιδικότητα στο βλέμμα, αποκρύπτει την αλήθεια· όμορφος ή άσχημος, λεπτός ή χονδρός, έγχρωμος ή λευκός, χαρούμενος ή μίζερος, πλούσιος ή φτωχός, το αποτέλεσμα θα ήταν ακριβώς το ίδιο.

Πολύ σύντομα κοιτώντας προς την πλευρά της κάμερας, αρχίζει να ρίχνει κλεφτές ματιές στο θεατή αποζητώντας την συγκατάνευση του. Η θυσία στην οποία υποβάλλει τον εαυτό του χρειάζεται μια ανακούφιση. Η συμπάθεια και κατανόηση του Άλλου, καλείται να τον λυτρώσει από το βασανιστικό μαρτύριο του.

Στη συνέχεια της ταινίας, στο βάθος του πλάνου εμφανίζεται ακόμα ένα πρόσωπο. Είναι άλλο ένα μέλος της ορχήστρας που σ’ εκείνο το σημείο αρχίζει να συμμετέχει στην εκτέλεση του κομματιού. Είναι μια νεαρή, εμφανίσημη κοπέλα, που στέκεται όρθια (σε αντίθεση με τον πρωταγωνιστή) και είναι και αυτή επί των κρουστών. Μόνο που κτυπάει τρία και συγχρόνως κατά πολύ μεγαλύτερα σε μέγεθος τύμπανα. Ο ρόλος της είναι σημαντικότερος και η παρουσία της επιβλητικότερη έναντι του συμπαθούς ήρωα μας

Η ταυτόχρονη κορύφωση του κομματιού τη στιγμή που η τυμπανίστρια κάνει την «είσοδο» της είναι ένα επιπλέον στοιχείο, ικανό να προκαλέσει κύματα φθόνου και αποστροφής στον συνάδελφο της. Η δυσφορία του ...μικρού τυμπανιστή αποτυπώνεται γλαφυρά στην έκφραση του προσώπου του. Για να συντελεστεί όμως το θαύμα που λέγεται Bolero, πρέπει να καταπνιγούν τέτοιου είδους συναισθήματα.
Η ιστορία της υποταγής είναι ανελέητη.

Ας μην ξεγελιόμαστε όμως. Η κοπέλα δεν αποτελεί μια εξαίρεση. Ο ιεραρχικά ανώτερος μαέστρος επιβάλλεται σ’ αυτήν κατά τον ίδιο τρόπο ή και αντίστροφα, το ίδιο συμβαίνει και με τον "κατώτερο" της συνάδελφο. Η εκτός των επιτρεπόμενων ορίων και κατά κάποιο τρόπο ανέμελη εκφραστικότητα του παιδικού προσώπου του πρωταγωνιστή, ξορκίζει το κακό σε κάποιο βαθμό. Το παγερό προσωπείο που φορεί η κοπέλα, της έχει επιβληθεί· της μένει μονάχα να υποφέρει αγκομαχώντας να σπάσει τα καταναγκαστικά δεσμά της αστικής ψυχρότητας.

Η ιστορία της καταπίεσης δεν κάνει διακρίσεις.

Η ζωή, όπως και η μουσική του Ravel, είναι υπέροχη. Εντούτοις το τίμημα είναι βαρύ. Η εκμετάλλευση, η υποταγή και η προσαρμογή στις κοινωνικές νόρμες και απαιτήσεις, είναι έννοιες σύμφυτες με το θαύμα της ζωής. Η πολυπόθητη εναντίωση και εξέγερση δεν υπόσχεται πολλά. Αυτά που υπόσχεται όμως, δεν είναι αμελητέα ποσότητα. Ο Michel Houellebecq μιλώντας για το Μάη του 1968 στη Γαλλία, ανέφερε ότι "η «μηχανή» σταμάτησε για ένα μικρό χρονικό διάστημα και αυτό ήταν κάτι το μοναδικό για όσους το έζησαν, κάτι το αξέχαστο για το υπόλοιπο της ζωής τους."

Στo τέλος της ταινίας ο πρωταγωνιστής, ανακουφισμένος που το μαρτύριο του έλαβε τέλος, σηκώνεται για την καθιερωμένη υπόκλιση.


Το χειροκρότημα, ένας παρατεταμένος επιθανάτιος ρόγχος, ρίχνει την αυλαία…