16.11.17

Τα ζόμπι δεν είναι χορτοφάγα

- box to box -




Υπάρχουν Έλληνες πολίτες οι οποίοι ανακουφίστηκαν όταν είδαν τον πρωθυπουργό να προσφέρει την ελληνική σημαία στον Αμίρ. Υπάρχουν όμως και Έλληνες, λιγότερο πολίτες, οι οποίοι νοιώθουν βαθύτατα προσβεβλημένοι με την εικόνα του Τσίπρα να προσφέρει το σύμβολο του έθνους σε έναν αλλόθρησκο ξένο και μάλιστα φορέα του μουσουλμανισμού. 

Η συγκεκριμένη συμβολική κίνηση ενδέχεται να έχει κόστος για τον επικεφαλής του Σύριζα (κόμμα το οποίο βρίσκεται στην κυβέρνηση αλλά όχι στην εξουσία), ανάλογο με το πολιτικό κόστος που είχε για την Μέρκελ το περιβόητο ‘welcome’ και οι selfies με πρόσφυγες το φθινόπωρο του 2015, συμβολικές κινήσεις εκ μέρους δύο πολιτικών αρχηγών οι οποίες προσομοιάζουν περισσότερο σε realpolitik παρά εκφράζουν κάποιου είδους ανόθευτη μεγαλοψυχία (βλέπε εισαγωγή labor force με ταυτόχρονη πολιτική κατευνασμού της Τουρκίας στην περίπτωση της Μέρκελ και την χρησιμοποίηση του παραδείγματος του Αμίρ ως μέσου πίεσης για τη μετεγκατάσταση των προσφύγων μέσω της οικογενειακής επανένωσης, μία ακόμη απέλπιδα προσπάθεια διαχείρισης του προσφυγικού [εντός των στενών ορίων του damage control] εκ μέρους της κυβέρνησης), με την ειδοποιό διαφορά βέβαια πως η συμβολική κίνηση του Τσίπρα είναι τουλάχιστον μερικώς αληθής ως προς το περιεχόμενο της: 

ο Τσίπρας όντως επιθυμούσε να δώσει τη σημαία στον μικρό Αμίρ όπως και όντως συγκινήθηκε όταν κατέθεσε στεφάνι στο μνημείο πεσόντων στην Καισαριανή τον χειμώνα του 2015. Όχι, δεν εγκαλούμε την Καγκελάριο Μέρκελ ως ηθικά ανάλγητη· είναι αλήθεια όμως πως στο μακρόπνοο policy making της κυβέρνησης της Γερμανίας δεν χωρούν ηθικές επιταγές ή συναισθήματα τα οποία παρεισφρύουν ευκολότερα στις σπασμωδικές αντιδράσεις μιας κυβέρνησης που ψυχορραγεί εν τη γενέσει της.

Η κίνηση του Τσίπρα αντικατοπτρίζει ιδανικά την υποκατάσταση της πολιτικής από την Επικοινωνία, ισχυρίζονται πολλοί από εκείνους που συμφωνούν πως ο Αμίρ έπρεπε να είναι σημαιοφόρος στην παρέλαση αλλά θεωρούν τον Τσίπρα κυνικό υποκριτή. Όπου ο όρος Επικοινωνία υποδηλώνει, εμμέσως πλην σαφώς, ένα βάθος ανάλυσης που απλόχερα μας προσφέρουν οι σύγχρονες πολιτικές και κοινωνικές επιστήμες – στο βάθος του τούνελ αναπαύεται, ελαφρώς σκονισμένο πια, ένα αντίτυπο της Κοινωνίας του Θεάματος. 

Πιθανολογώ πως όσοι κοιτώντας τη φωτογραφία του Τσίπρα με τον Αμίρ αντικρύζουν μόνο την επικύρωση της θεωρίας πως η πολιτική στις μέρες μας έχει σαρωτικά διαβρωθεί από τις τεχνικές μαζικής επικοινωνίας, λησμονώντας πως η Πολιτική είναι και επικοινωνία, επιβεβαιώνουν την υποψία πως δεν κοιτούν τη φωτογραφία αλλά αναστοχάζονται τη δική τους βιογραφία. 

Ίσως δηλαδή βρισκόμαστε πλέον κοντά στο σημείο που η εξειδικευμένη γνώση που έχουμε αποκτήσει  μετατρέπεται γοργά σε βαρίδιο το οποίο μας εμποδίζει, σαν να ‘ταν σωρός από μελλοντικά ερείπια, να διαβάσουμε αρκετές, αν όχι όλες, από τις χίλιες και μία λέξεις μιας φωτογραφίας: 

νεκρά (για εμάς) σύμβολα, π.χ. η σημαία, αναγεννώνται στο φαντασιακό ανθρώπων οι οποίοι αγνοούν τις βασικές αρχές της communication theory, αναγέννηση η οποία εγγράφεται – δυστυχώς για όλους μας - εντός ενός πλαισίου δυσμενών εξελίξεων για την ανθρωπότητα (από τον πόλεμο για τη Συρία έως τη δικτατορία στη Βραζιλία, τον πόλεμο για την Ουκρανία έως την πυρηνική απειλή στη Βόρεια Κορέα, και από τον οικονομικό πόλεμο εναντίον της Βενεζουέλας έως την αυτοκαταστροφική ελίτ της Ισπανίας) που στοιβάζονται στο, ενίοτε ετοιμόρροπο όπως το επιβάλλουν οι κανόνες του παιχνιδιού, Jenga της ιστορίας.

Με άλλα λόγια, όταν σε μια φωτογραφία κάποιοι βλέπουν θεωρίες και μοντέλα Επικοινωνίας, ενώ κάποιοι άλλοι ένα σύμβολο για το οποίο αξίζει να πεθάνεις, συμπεραίνουμε πως ενώ μάλλον όλοι θα συμφωνούσαν πως τα σύμβολα δεν πεθαίνουν ποτέ, όπως και τα ζόμπι άλλωστε, 

οι μισοί (θέλουν να) πιστεύουν πως τα ζόμπι είναι χορτοφάγα ενώ οι υπόλοιποι μισοί ήδη οσμίζονται το αίμα.







12.11.17

Night at the living history museum






Στις 9 Νοέμβρη του 2017, στις υπόγειες αίθουσες και διαδρόμους του Μέγαρου Μουσικής, σεργιάνιζε ατίθαση, απρόβλεπτη, δυναμική, η ιστορία. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με την σειρά. 

Στα δεξιά του υπογείου του γίγαντα με τα πήλινα πόδια (ασφαλισμένα για 226 εκατ.), διεξαγόταν  το 2nd  EU-Arab World Summit. Ένα συνέδριο με σκοπό, μεταξύ άλλων, την προσέλκυση Αραβικών επενδύσεων στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του οποίου οι Έλληνες πολιτικοί προσέφεραν υποσχέσεις σταθερότητας φορώντας το γνώριμο μισοαπελπισμένο ύφος των Ελλήνων αξιωματούχων τα τελευταία κρισιακά χρόνια, συνάντηση κορυφής την οποία είχε αμαυρώσει την περυσινή χρονιά ο αρχηγός της Ν.Δ. Κυριάκος Μητσοτάκης όταν είχε κάνει χαλάστρα καλώντας τους προσκεκλημένους υποψήφιους επενδυτές να μην εμπιστεύονται τον Σύριζα, την κυβέρνηση της Ελλάδας δηλαδή, μνημειώδης απόδειξη μιας αλαλούμ κατάστασης η οποία δεν σχετίζεται με οποιαδήποτε διχόνοια του έθνους αλλά με φαινόμενα σήψης μιας εξουσιομανής ελίτ, παρακμή η οποία τρέφει και εκείνη του κοινωνικού συνόλου (σημείο συνάντησης δεν είναι οι κάλπες αλλά η καθημερινότητα)·

Δεξιά, στο υπόγειο του Μεγάρου, το EU-Arab World Summit λειτούργησε ως μια μεταφορά της Ελλάδας όπως πραγματικά είναι, τη δεδομένη ιστορική στιγμή.

Στα αριστερά του υπογείου, πλήθη κόσμου βαπτίζονταν στην καλλιτεχνική ιδιοφυΐα του Vincent Van Gogh, το έργο του οποίου αποτελεί πλέον παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά, ένα Ολλανδός ζωγράφος σύμβολο της Ευρωπαϊκότητας, ένας Άγιος μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης σε κρίση. Χιλιάδες Αθηναίοι διψούν να αγγίξουν το μύθο, ανάμεσα τους δεκάδες μαθητές του Λυκείου από κάποιο σχολείο της πρωτεύουσας.

Αριστερά, στο υπόγειο του Μεγάρου, η Ελλάδα κεφαλοποιεί την μακρόχρονη παρουσία της στην Ευρωπαϊκή οικογένεια· εκεί συναντάμε την Ελλάδα όπως φαντασιώνεται πως είναι.

Στο κέντρο του κτιρίου, κάπου μεταξύ υπογείου και ισόγειου, θα κατέφθανε στις 19:15 μια ταλαιπωρημένη Ασλί Ερντογάν. Η Ερντογάν προσπάθησε να μεταφέρει στο κοινό την πρόσφατη εμπειρία της φυλάκισης της στην Τουρκία έπειτα από τη δημοσίευση ενός κειμένου για τη σφαγή των Κούρδων στο Τσίζρε

«Πίστεψα ότι γράφοντας για βασανιστήρια, οι βασανιστές θα συνειδητοποιούσαν τι είχαν κάνει και έτσι ίσως να άλλαζαν γνώμη· μάλλον ήμουν αφελής, δε νομίζετε;»

«Γνώριζα τις λέξεις αλληλεγύη – ελευθερία – αξιοπρέπεια,  στη φυλακή όμως γίνονται αληθινές, αυτές οι λέξεις κουβαλούν το αίμα τόσων πολλών ανθρώπων στο πέρασμα της ιστορίας».

«Συνήθως οι άνθρωποι διεκδικούν πολλές ταυτότητες για τον εαυτό τους, στη φυλακή και στον πόλεμο κάποιος προσπαθεί να παραμείνει μονάχα άνθρωπος».

«Τώρα πια γνωρίζω λιγότερα για την ελευθερία, απ’ ότι για την αιχμαλωσία, λιγότερα για τη δικαιοσύνη και περισσότερα για την αδικία».


Η Ερντογάν μίλησε επί μία ώρα για τη δύναμη της γραφής ως ανθεκτικότητα (resilience) και ως ανάσταση. Η «ανθεκτικότητα» μεταφράστηκε σε «αντίσταση» στην πρόσκληση της βραδιάς, στο γνώριμο πληθωρικό ύφος του λόγου περί αντίστασης στην Ελλάδα, μια χώρα στην οποία κατά τη διάρκεια της επταετούς και πλέον κρισιακής πραγματικότητας τα όσα ανέφερε η Ερντογάν περί αξιοπρέπειας, αλληλεγύης, αδικίας κτλ. είναι κοινός τόπος. Χώρα κλεισμένη στον εαυτό της, όπως αποδείχθηκε εμφατικά στις 9 Νοέμβρη. 

Εκείνο το βράδυ, η Ασλί Ερντογάν περιέγραψε την δυστοπική όψη ενός Τουρκικού παρόντος, δυστοπία την οποία ιχνηλάτησαν από την πλευρά της κυβέρνησης τα ανοιχτά αυτιά του Νίκου Ξυδάκη την ίδια περίπου ώρα που σε γειτονική αίθουσα γουργούριζε η κοιλιά του Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη ο οποίος θα αποχωρούσε από το Μέγαρο αφού συναναστράφηκε υποψήφιους Άραβες επενδυτές λίγες μέρες μετά τις δηλώσεις του στη Βουλή πως δεν θα επιτρέψει σε «αλλοδαπούς μουσουλμάνους να κατοικήσουν μόνιμα στα νησιά μας». Καμία αντίφαση: money talks.

Η διάλεξη της Ερντογάν δεν αποτέλεσε ένα σημαίνον πολιτικό γεγονός το οποίο θα ένωνε (ανθεκτικές) φωνές και  από τις δύο πλευρές του Αιγαίου. Ήταν εν τέλει μια βιβλιοπαρουσίαση μιας συγγραφέα στο βιβλιόφιλο κοινό, μεσήλικες κυρίες της σχολής του Μεγάρου δηλαδή σε αξιοσημείωτο ποσοστό. Η εκδήλωση έληξε με το ιστορικό ρεκόρ των μηδέν (0) ερωτήσεων του κοινού προς τη συγγραφέα, με την εξαίρεση μιας παράκλησης για ανάγνωση αποσπασμάτων από κάποιο βιβλίο της στην Τουρκική. 

«Το Ελληνικό κοινό γνωρίζει τους Τούρκους συγγραφείς μέσω της Δύσης», ανέφερε κάποια στιγμή η μεταφράστρια των βιβλίων της Ερντογάν. Καθόλου παράδοξο, από τη στιγμή που συναντούσες θείες στην αίθουσα που φιλοξενούσε την Τουρκάλα πεζογράφο και ανήψια στον Van Ghogh.  

Στην διάλεξη της Ασλί Ερντογάν αντικατοπτρίστηκε η Ελλάδα όπως θα ήθελε να είναι (αλλά δεν είναι) γιατί δεν συνέβη το αντίστροφο.