Υπάρχουν
Έλληνες πολίτες οι οποίοι ανακουφίστηκαν όταν είδαν τον πρωθυπουργό να
προσφέρει την ελληνική σημαία στον Αμίρ. Υπάρχουν όμως και Έλληνες, λιγότερο
πολίτες, οι οποίοι νοιώθουν βαθύτατα προσβεβλημένοι με την εικόνα του Τσίπρα να
προσφέρει το σύμβολο του έθνους σε έναν αλλόθρησκο ξένο και μάλιστα φορέα του
μουσουλμανισμού.
Η
συγκεκριμένη συμβολική κίνηση ενδέχεται να έχει κόστος για τον επικεφαλής του
Σύριζα (κόμμα το οποίο βρίσκεται στην κυβέρνηση αλλά όχι στην εξουσία), ανάλογο
με το πολιτικό κόστος που είχε για την Μέρκελ το περιβόητο ‘welcome’ και οι selfies με πρόσφυγες το φθινόπωρο του 2015, συμβολικές κινήσεις
εκ μέρους δύο πολιτικών αρχηγών οι οποίες προσομοιάζουν περισσότερο σε realpolitik παρά εκφράζουν
κάποιου είδους ανόθευτη μεγαλοψυχία (βλέπε εισαγωγή labor force με ταυτόχρονη
πολιτική κατευνασμού της Τουρκίας στην περίπτωση της Μέρκελ και την
χρησιμοποίηση του παραδείγματος του Αμίρ ως μέσου πίεσης για τη μετεγκατάσταση των
προσφύγων μέσω της οικογενειακής επανένωσης, μία ακόμη απέλπιδα προσπάθεια
διαχείρισης του προσφυγικού [εντός των στενών ορίων του damage control] εκ μέρους της κυβέρνησης), με την ειδοποιό διαφορά
βέβαια πως η συμβολική κίνηση του Τσίπρα είναι τουλάχιστον μερικώς αληθής ως προς το περιεχόμενο της:
ο
Τσίπρας όντως επιθυμούσε να δώσει τη σημαία στον μικρό Αμίρ όπως και όντως συγκινήθηκε
όταν κατέθεσε στεφάνι στο μνημείο πεσόντων στην Καισαριανή τον χειμώνα του
2015. Όχι, δεν εγκαλούμε την Καγκελάριο Μέρκελ ως ηθικά ανάλγητη· είναι αλήθεια
όμως πως στο μακρόπνοο policy making της κυβέρνησης της
Γερμανίας δεν χωρούν ηθικές επιταγές ή συναισθήματα τα οποία παρεισφρύουν ευκολότερα
στις σπασμωδικές αντιδράσεις μιας κυβέρνησης που ψυχορραγεί εν τη γενέσει της.
Η
κίνηση του Τσίπρα αντικατοπτρίζει ιδανικά την υποκατάσταση της πολιτικής από
την Επικοινωνία, ισχυρίζονται πολλοί από εκείνους που συμφωνούν πως ο Αμίρ
έπρεπε να είναι σημαιοφόρος στην παρέλαση αλλά θεωρούν τον Τσίπρα κυνικό υποκριτή.
Όπου ο όρος Επικοινωνία υποδηλώνει, εμμέσως πλην σαφώς, ένα βάθος ανάλυσης που
απλόχερα μας προσφέρουν οι σύγχρονες πολιτικές και κοινωνικές επιστήμες – στο
βάθος του τούνελ αναπαύεται, ελαφρώς σκονισμένο πια, ένα αντίτυπο της Κοινωνίας
του Θεάματος.
Πιθανολογώ
πως όσοι κοιτώντας τη φωτογραφία του Τσίπρα με τον Αμίρ αντικρύζουν μόνο την
επικύρωση της θεωρίας πως η πολιτική στις μέρες μας έχει σαρωτικά διαβρωθεί από
τις τεχνικές μαζικής επικοινωνίας, λησμονώντας πως η Πολιτική είναι και επικοινωνία, επιβεβαιώνουν την υποψία πως δεν
κοιτούν τη φωτογραφία αλλά αναστοχάζονται τη δική τους βιογραφία.
Ίσως δηλαδή βρισκόμαστε πλέον κοντά στο σημείο που η εξειδικευμένη γνώση που έχουμε αποκτήσει μετατρέπεται γοργά σε βαρίδιο το οποίο μας εμποδίζει, σαν να ‘ταν σωρός από μελλοντικά ερείπια, να διαβάσουμε αρκετές, αν όχι όλες, από τις χίλιες και μία λέξεις μιας φωτογραφίας:
Ίσως δηλαδή βρισκόμαστε πλέον κοντά στο σημείο που η εξειδικευμένη γνώση που έχουμε αποκτήσει μετατρέπεται γοργά σε βαρίδιο το οποίο μας εμποδίζει, σαν να ‘ταν σωρός από μελλοντικά ερείπια, να διαβάσουμε αρκετές, αν όχι όλες, από τις χίλιες και μία λέξεις μιας φωτογραφίας:
νεκρά
(για εμάς) σύμβολα, π.χ. η σημαία, αναγεννώνται στο φαντασιακό ανθρώπων οι
οποίοι αγνοούν τις βασικές αρχές της communication theory, αναγέννηση η οποία εγγράφεται – δυστυχώς για όλους μας
- εντός ενός πλαισίου δυσμενών εξελίξεων για την ανθρωπότητα (από τον πόλεμο για τη Συρία έως τη δικτατορία στη
Βραζιλία, τον πόλεμο για την Ουκρανία έως την πυρηνική απειλή στη Βόρεια Κορέα,
και από τον οικονομικό πόλεμο εναντίον της Βενεζουέλας έως την αυτοκαταστροφική
ελίτ της Ισπανίας) που στοιβάζονται στο, ενίοτε ετοιμόρροπο όπως το επιβάλλουν
οι κανόνες του παιχνιδιού, Jenga της ιστορίας.
Με
άλλα λόγια, όταν σε μια φωτογραφία κάποιοι βλέπουν θεωρίες και μοντέλα
Επικοινωνίας, ενώ κάποιοι άλλοι ένα σύμβολο για το οποίο αξίζει να πεθάνεις,
συμπεραίνουμε πως ενώ μάλλον όλοι θα συμφωνούσαν πως τα σύμβολα δεν πεθαίνουν
ποτέ, όπως και τα ζόμπι άλλωστε,
οι
μισοί (θέλουν να) πιστεύουν πως τα ζόμπι είναι χορτοφάγα ενώ οι υπόλοιποι μισοί
ήδη οσμίζονται το αίμα.