23.4.13

The situation is far from perfect.

5.



Αδειάζω από βίωμα όσο γεμίζω από κουραφέξαλα ιδεών. Σ’ αυτό στέκομαι μονάχος, διαπιστώνω με θλίψη, με θλίψη ισόποση μ’ αυτήν όλου του κόσμου. Φαίνεται πως όλοι πιάνονται από κάπου· πίστεψαν τον Μποντριγιάρ όταν έλεγε πως «η ζωή δεν είναι για απελπισία αλλά πως είναι ήπια μελαγχολική». Βρήκε αδικαιολόγητη την απελπισία ο Γάλλος αλλά αναρωτιέμαι αν ταξίδεψε ποτέ του με σκοπό να συναντήσει κάποιον Νοτιοαφρικάνο ανθρακωρύχο που κρατά μαντσέτα στο χέρι, έτοιμος να κόψει χέρι αστυνομικού ή χειρότερα, χέρι απεργοσπάστη. Τι θα έκανε; Θα τον κατηγορούσε, θα τον δικαιολογούσε ή θα τον κατανοούσε;

 Στ’ αλήθεια τώρα, τι θα συνέβαινε; Ας τολμήσω να υποθέσω, να υποθέσω ξανά. 

-          Δεν θα τον κατηγορούσε γιατί δεν θα το έβρισκε ηθικά ακέραιο.
-          Δεν θα τον δικαιολογούσε γιατί θα ήταν πολύ εύκολο, θα ήταν ύποπτο.
-          Δε θα τον κατανοούσε γιατί είναι ανθρωπίνως αδύνατο. 

Νομίζω λοιπόν πως θα κατανοούσε την κατάσταση, κάτι που όμως απέχει πολύ από το να κατανοούσε τον ίδιο τον ανθρακωρύχο. Κατανοώ μια παλιοκατάσταση σημαίνει απόσταση από τα υποκείμενα που εμπλέκονται σ΄ αυτή, διαδιακασία που δηλώνει ξεκάθαρα τα όρια εκείνα τα οποία δε δύναται κανείς να ξεπεράσει· η απελπισία του ανθρακωρύχου υπάρχει, είναι δεδομένη, μα δε γίνεται να την ακουμπήσει κανείς. Αν την ακουμπήσεις καίγεσαι· αν δεχτείς πως η ζωή, καμιά φορά, είναι για απελπισία, αυτομάτως εισέρχεσαι στη θέση του άλλου, του απελπισμένου, του απεργού με τη μαντσέτα στο χέρι. Τότε είναι που χάνεται η ελπίδα και όπως και να το κάνουμε (σχεδόν) κανείς δε θέλει να πεθάνει. Μένει μονάχα ένα πράγμα να συμβεί· να κτιστεί η απόσταση, να πάρει μορφή και συνήθως η ανάγνωση βιβλίων βοηθάει αυτή τη διαδικασία που ούτως ή άλλως ενυπάρχει από μόνη της. Γιατί ποτέ κανείς δεν ακούμπησε τον άλλο όταν και θέλησε να πετύχει κάτι.

Μακριά από τον άνθρωπο είναι εκεί που γεννιέται ο νέος άνθρωπος. 


22.4.13

The situation is far from perfect.


4.


Αναρωτιέμαι τι γυρεύω εδώ μέσα με ένα σωρό από κλεμμένες ιδέες, μεταφρασμένες ιδέες, ιδέες σε λινκ. Ανησυχώ· έχουν ισχύ οι ιδέες; Είχαν άραγε κάποτε;


Ideas are not to be embraced, followed or believed. Ideas should be escaped at all costs.

Ideas are formed only to bring temporary comfort to your heart; they provide you with some new angles on which to reflect on a subject.

Ideas are to be forgotten – altered – transformed.

Ideas are to be pissed against the wind.

Ideas need to be embodied; you can’t have an idealist without the embodiment of the uncanny world of an idea, any idea. Otherwise, you are dealing with an imposter.
 
*

Idealists are not to be treated seriously when still alive. After their death, humanity owes to them their eternal glorification. And this is the cruel destiny of an idealist. And so be it.

A true idealist is a Jesus Christ, a Pontius Pilatus and the cruel Roman ruler of Judea at the same time.

A genuine idealist doesn’t exist elsewhere than the warm heart of the revolutionary, the romantic, the naïve, the poet; the man of a different era, always another era.

Idealists belong to a previous era.


“I have no ideas, only obsessions. Anybody can have ideas. Ideas have never caused anybody’s downfall,”τρέχει να τονίσει ο Cioran, πάντοτε πρόθυμος άλλωστε να βομβαρδίσει ήδη βομβαρδισμένα τοπία. (Ίσως να μην έχει άδικο· δε θυμάμαι να με συγκίνησε ποτέ καμιά ιδέα τόσο πολύ όσο η απόγνωση που εφορμά και σε κατατροπώνει, που εφορμά από το Άγνωστο.) Το δικό μου βομβαρδισμένο τοπίο απλώνεται μπροστά μου κάθε που αραδιάζω ιδέες άδειες από βίωμα. Το δικό του βομβαρδισμένο τοπίο απλωνόταν μπροστά του κάθε που στεκόταν εμπρός του καθρέπτη. Ίσως. Θα μπορούσε και να προσποιούταν την απελπισία του, σαν εμμονή διαβολική, ναρκισσιστική. Σαν σε συνήθεια.

Τώρα που το σκέφτομαι, δεν μπορεί να μην προσποιούταν. Ίσως και να προσποιούνταν πολύ. Μάλλον προσποιούνταν πολύ και κατ’ αυτόν τον απλό τρόπο εξηγείται και το σνομπάρισμα του Καμύ προς τον Ρουμάνο. Υποτίθεται πως το όλο θέμα σχετιζόταν με τα υποδεέστερα Γαλλικά του Τσιοράν έναντι του Γαλλοτραφή Καμύ, μα το γνωρίζουμε καλά όλοι πως οι άνθρωποι εφευρίσκουν αστείες δικαιολογίες ώστε να μασκαρέψουν τις πραγματικές αιτίες. Ο Καμύ λοιπόν, λάτρης της αυθεντικότητας, ο Καμύ που φούσκωνε σαν παγώνι όταν τον συνέκριναν με τον άρχοντα των γοητευτικών Μπόγκαρτ, δεν μπορεί παρά να αναστατωνόταν ψυχικά με το προσποιητό σπαραχτικό ουρλιαχτό της γριάς κουκουβάγιας Τσιοράν. Ο θεατράνθρωπος Καμύ δεν ήταν και κανάς χαζός· γνώριζε από πρώτο χέρι πως όλοι οι άνθρωποι υποδυόμαστε ρόλους, κάθε μέρα, όλη μέρα. Συμπεραίνουμε λοιπόν πως όλη η φασαρία προήλθε από την κακή ηθοποιΐα του Ρουμάνου, στα σίγουρα αρκετά πιο χοντροκομμένου τύπου γενικά. Χοντροκομμένος, μα τόσο λεπτεπίλεπτος στην ανατομία της ανθρώπινης απόγνωσης, ώ τι λαμπρό παράδοξο! Ένα ακόμη παράδοξο!

Δύσκολο πάντως να ενδιαφέρουν πολλούς οι καυγάδες δύο πεθαμένων εστέτ.


18.4.13

The situation is far from perfect.



 3.

 Δεν θα τα βάλουμε όμως ούτε και με τους ακαδημαϊκούς. Το πρόβλημα, που δεν είναι στην ουσία πρόβλημα, ξεκινά, ως συνήθως, από μία θανάσιμη παρεξήγηση. Είναι από απελπισία και από ανασφάλεια, ζητήματα προσωπικής  φύσεως ενίοτε, που βαπτίζουμε ελαφρά την καρδία καθηγητές πανεπιστημίων ως διανοούμενους. Στην πραγματικότητα, και στις καλές περιπτώσεις, όταν βάζουμε στο νου μας έναν ακαδημαϊκό θα έπρεπε να σκεφτόμαστε έναν άνθρωπο με ειδική γνώση συγκεκριμένων πεδίων της ανθρώπινης δραστηριότητας. Οπωσδήποτε είναι και γραφειοκράτης. Ίχνη δημοσιοϋπαλληλικής νοοτροπίας δεν είναι καθόλου απίθανο να βρεθούν πάνω στο σακάκι του καθότι πρόκειται για ένα άλυτο πρόβλημα γενικά της ανθρωπότητας. Τέλος,  καλό θα ήταν να μην λησμονούμε πως ο ακαδημαϊκός εργάζεται σήμερα σε έναν χώρο που έχει πάψει να είναι κριτικός προς την κοινωνία, όποια κοινωνία. Σχετικά πρόσφατες εξελίξεις στα πανεπιστήμια, γνωστές σε όλους τους παροικούντες στην Δύση, έχουν δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες ώστε να αποδεχτεί κανείς με μεγάλη άνεση πως «ο δημόσιος διανοούμενος είναι το αντίθετο του ακαδημαϊκού». 

Ο διανοούμενος βρίσκεται παντού όπως η εξουσία στον κόσμο του Μισέλ Φουκώ. Αντιλαμβάνεται με τρόπο φυσικό και σε βάθος όλες τις πτυχές της ανθρώπινης δραστηριότητας, όπως ο Φουκώ. Ο διανοούμενος είναι ένας Φουκώ.

Η νεολληνική κοινωνία εχθρεύεται τον διανοούμενο με όλη της την τσαπατσουλιά. Ο διανοούμενος είναι ένας κίνδυνος που μονίμως απειλεί παραδόσεις και αξίες που έχουν ήδη θαφτεί κάτω από τόνους Πασοκισμού. Ταυτόχρονα, ο διανοούμενος γίνεται αντικείμενο ειρωνίας, είναι το τέλειο θύμα ενός χιούμορ, που για να είμαστε ειλικρινείς, δεν φθάνει ούτε στο ελάχιστο το Βρετανικό. Οι Έλληνες άλλωστε γελάνε περισσότερο από τους Βρετανούς αλλά αυτό δεν συνεπάγεται μια κάποια εκλέπτυνση της αίσθησης του χιούμορ. Το λες απλά και χαβαλέ. Ο διανοούμενος είναι ένα εξωτικό φρούτο σε μια χώρα που λατρεύει τα ντόπια προϊόντα όπως πορτοκάλια, χοντροκοπιά, λάδι, μαγκιά και δεν δυσκολεύεται καθόλου να χλευάσει ένα εξωτερικά ασυνήθιστο φρούτο από την Νοτιοανατολική Ασία.

Εξωτικό φρούτο όμως αποτελεί ο διανοούμενος και σε μια χώρα μακρινή όπως η Ολλανδία. Οι Ολλανδοί, συνηθισμένοι να δοκιμάζουν πολλές κουζίνες ελλείψει δικής τους, δε θα διστάσουν να δώσουν μια δαγκωματιά στο φρούτο που τους ήρθε από κάπου μακριά, ίσως να το ευχαριστηθούν κιόλας μέσα από την καρδιά τους (λίγο μέσα, όσο συνηθίζουν να το επιτρέπουν δηλαδή). Στο τέλος της ημέρας όμως ο Ολλανδός θα αρκεστεί σε μία φέτα ψωμί με τυρί κίτρινο υπακούοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο σε μια παράδοση, περήφανη όπως όλες, αιώνων Καλβινιστικών. Θα ακούσουν τον διανοούμενο για μια στιγμή, θα του δώσουν βήμα να εκφραστεί όπως δίνουν βήμα έκφρασης σε όλους ανεξαιρέτως (βλ. συλλόγους παιδόφιλων). Αν δεν θα επιχειρήσουν κάτι πάντως, αυτό θα είναι να τον εμπιστευτούν. Οι αποικιοκρατικές του καταβολές άλλωστε δεν μπορεί παρά να του υπενθυμίζουν διαρκώς τη χαώδη απόσταση που τον χωρίζει από τον εξωτισμό, πλέον, της ύπαρξης ενός δημόσιου διανοούμενου που ασκεί δριμεία κριτική στη βάση του κοινωνικού εποικοδομήματος σε ένα περιβάλλον ουσιαστικά εχθρικό για εκείνον: η Ολλανδία είναι μια οργανωμένη κοινωνία στην οποία ο απόλυτος έλεγχος (total control) είναι αυστηρή προϋπόθεση της ομαλής της λειτουργίας αλλά και της ίδιας της της ύπαρξης. 

Φυσικά, αυτό δεν είναι προνόμιο της χώρας την οποία δεν λατρεύει κανείς, ούτε οι ντόπιοι, όπως συμβαίνει με την Ιταλία, την Ελλάδα ή ένα χωριό στα πέριξ του Αμαζόνιου. («Ο Θεός έφτιαξε τον κόσμο και οι Ολλανδοί την Ολλανδία», λένε οι Ολλανδοί· λατρεύει κανείς το Αττικό φως που του δόθηκε λόγω του τυχαίου γεγονότος της γέννησης του στην πόλη της Αθήνας, μαθαίνει να εκτιμά τη λελογισμένη επινόηση, χωρίζοντας τη γη από το νερό, που οδήγησε στην κατασκευή ενός ακόμη κράτους.) Συναντάται και αλλού, εννοείται πρωτίστως στις Η.Π.Α.. Αρκεί να παρατηρήσει κανείς την εμφανή συστολή του Αυστραλού συγγραφέα, κάτοικου Νέας Υόρκης επί μια εικοσαετία, Πίτερ Κάρεϋ όταν προσπαθεί να μιλήσει για κάτι που μας ταλανίζει όλους πλέον, την κρίση του καπιταλισμού. Είναι η μαγική λέξη αυτή που της έχει δοθεί υπεραξία θεότητας** η οποία προκαλεί τον σχεδόν φόβο στα μάτια του· παραλύει τη γλώσσα. Είχαν προηγηθεί ιδιαίτερα καυστικές δηλώσεις για άλλα θέματα του πολιτικού βίου της Αμερικής, για τον Ομπάμα και πάει λέγοντας. Η κριτική στη ρίζα του προβλήματος όμως είναι κάτι ολοσδιόλου διαφορετικό από την επιμέρους σκληρή κριτική σε ανωμαλίες που προκύπτουν σαν ένα ακόμη προβλέψιμο κακό. 

Είναι αυτή η μαγική λέξη καπιταλισμός που πίσω της κρύβει μια άλλη θεϊκή λέξη-έννοια: δημοκρατία. Στο συλλογικό υποσυνείδητο της Δύσης ετούτα τα δύο πάνε μαζί, είναι ένα πακέτο, αδιαμφισβήτητο και ιερό. Εκπληρώνουν τον ίδιο ιστορικό ρόλο που εκπλήρωσε η θρησκεία και η εκκλησία κάποτε, στα χρόνια τα παλιά τα Ευρωπαϊκά. 

Καπιταλισμός και δημοκρατία = totality

Η επιστήμη και η επιστημονική αναζήτηση σήμερα, δεν βρίσκονται σε κανένα κέντρο όπως θέλουν να βαυκαλίζονται οι πιστοί της· είναι ένας δεύτερος πόλος ικανός να δημιουργήσει σημαντικές πιέσεις, πιέσεις ικανές να εκθρονίσουν κάποτε  τον βασιλιά. Όπως συνέβη στο παρελθόν. Τότε ήταν οι πιστοί των ιδεών, και επιστημονικών, που γκρέμισαν συθέμελα το βασιλιά θρησκεία-εκκλησία. Η πίστη κινεί τεκτονικές πλάκες. Πίστη στις ιδέες μιας νέας τάξης κάποτε, πίστη στις όσο το δυνατόν αντικειμενικές πραγματικότητες της επιστήμης κάποια στιγμή στο μέλλον. Αλλά πίστη, όχι επιστήμη. Αν αναρωτιέστε για τον πρώτο πόλο, αυτός δεν μπορεί παρά να είναι το Άγνωστο· την αγριάδα του, την τρέλα του, την καταχνιά του, την απόκοσμη όψη του πασχίζει να εξευμενίσει ο άνθρωπος πιστεύοντας.

**Υπεραξία θεότητας που είναι λογικό να της έχει δοθεί. Η σύγχρονη ζωή έχει στο σύνολο της οργανωθεί στη βάση της. 


15.4.13

The situation is far from perfect.


2.


Ένας Αρθούρος Ρεμπώ ή ένας Λόρδος Βύρωνας δεν έφεραν την Άνοιξη· θέρμαναν όμως παγωμένες καρδιές. Ακόμα πιο σημαντικό, νοηματοδότησαν μια ολόκληρη εποχή.  Προσέδωσαν περιεχόμενο σε κούφιες ταυτότητες εν δυνάμει εξεγερμένων, καταπιεσμένων, ή ακόμα και φιλήσυχων πολιτών. Λειτούργησαν σαν ενοποιητικό όλον· ήταν η κόλλα μιας εποχής. Εμείς ζούμε με το φόβο μιας πιθανής ορφάνιας, φόβος αξεπέραστος κάθε εποχής που πέρασε και κάθε εποχής που μένει να φανερωθεί. Ο φόβος εντείνεται όταν σκεφτείς πως οι μυθιστοριογράφοι σήμερα μεταφέρουν από γλώσσα σε γλώσσα και από εκδοτικό οίκο σε εκδοτικό οίκο, τεχνικές, στυλ, κανόνες γραφής. Αν απουσιάζει κάτι είναι η έκρηξη μιας ριζοσπαστικής υποκειμενικότητας, κάτι ολοσδιόλου αντιφατικό με το ιδεολογικό περιεχόμενο που τροφοδοτεί το έργο τους, τη σκέψη τους, την ύπαρξη τους την ίδια: τον γνωστό σε όλους μας αχαλίνωτο, αντικοινωνικό, χυδαίο κάποιες φορές, ατομικισμό της προηγμένης Δύσης. 

Δεν θα τα βάλουμε όμως με την Δύση. Στον ζωτικό χώρο των ιδεών της, των παραδόσεων της, της κληρονομιάς της άλλωστε  ζούμε και αναπνέουμε. Ιδέες, παραδόσεις, κληρονομιά που όχι μόνο κατανοούμε και θαυμάζουμε αλλά συνάμα τα αντιλαμβανόμαστε και ως δικά μας πράγματα, γιατί άλλωστε είναι και δικά μας, είναι και Ελληνικά. Κι αν, σήμερα κιόλας, βρεθεί ένας ακόμη προφέσορας μπροστά σε αμφιθέατρο σπουδαστικό να καγχάσει πως η Ευρώπη είναι μονάχα παιδί της Επιστημονικής Επανάστασης με ένα γερό σκόντο από την Επανάσταση του 1789, ειρωνεύομενος την ιδέα πως η Ευρώπη γεννήθηκε στην αρχαιότητα, και δη την Ελληνική, σε μια δωρεάν επίδειξη στενομυαλιάς συνοδεύομενης από μια γερή δόση πνευματικής ανικανότητας, τότε, ας μην υπερβάλλουμε, θα ‘ναι μικρό το κακό. Η Ιστορία συνεχίζει την πορεία της παρά τους υβριστές της γιατί άλλωστε δεν χρειάζεται να ρωτήσει κανέναν να της πει την αλήθεια της, μια αλήθεια που φανερώνεται σε όλους ανεξαιρέτως, μα βιώνεται από κάπως λιγότερους. Αρκετά λιγότερους για την ακρίβεια.  

Βρισκόμαστε λοιπόν, εμείς οι Έλληνες, μέσα σε μια μαύρη τρύπα που ίσως να βρίσκεται εμπρός κι ενός γκρεμού. Λίγο λίγο σπρώχνουμε κι εμείς μαζί με τους άλλους αυτή τη μαύρη σφαίρα προς το χείλος του γκρεμού. Όπου πτώση στον γκρεμό βάλε μια καταστροφή από την οποία μπορείς αν συνέλθεις έπειτα από δεκαετίες πολλές. Πολλές δεκαετίες μετά είχε τοποθετήσει και την συνολική ανάκαμψη της πολύπαθης Ρουμανίας ένα γηγενής θεωρητικός, μιλώντας στους συμπατριώτες του κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’90, χρόνια επίπλαστης ευφορίας, κόντρα εννοείται στις πεποιθήσεις  πολλών συμπατριωτών του πως η χώρα θα αναγεννόταν άμεσα δανειζόμενη τα φώτα του ευδαιμονικού καπιταλισμού· πιθηκίζοντας ασύστολα επίσης. Η Ρουμανία θα χρειαστεί όντως να αναμένει την έλευση των επόμενων γενεών ώστε να καταφέρει να ανανήψει από το τραύμα του υπαρκτού σε μια χώρα που ποτέ δεν έδειξε κάποια ευδιάκριτη συμπάθεια προς αυτόν πριν της επιβληθεί από τα άνωθεν και αριστεροδεξιά του χάρτη σε μια εποχή - τη δεκαετία του ’40 δηλαδή- τόσο τρικυμιώδη όσο μας είναι αδύνατο ακόμα να φανταστούμε μιας και σήμερα η βάρκα μπάζει νερά, μπάζει βρωμόνερα, μα δεν έχει αρχίσει να βουλιάζει ολοφάνερα προς το παρόν, αλλά θα χρειαστεί επίσης να ανανήψει και από το τραύμα της αλησμόνητης δεκαετίας του ’90 όταν η καταστροφή μιας χώρας ολοκληρώθηκε μέσω μιας διαδικασίας που μέλλει να γευτεί τη δεδομένη στιγμή, αλλά κυρίως τις επόμενες, ο μέχρι πρότινος ανυποψίαστος για όλα αυτά Έλληνας πολίτης. Όταν θα βουλιάξει η βάρκα πάντως θα το αντιληφθούμε από τη σιωπή πολλών από εμάς που δεν θα έχουμε πια την πολυτέλεια να προτείνουμε λύσεις στα κοινωνικά προβλήματα μέσα από ένα μπλογκ, δεν θα έχουμε πια την άνεση να σκεφτόμαστε τα κοινωνικά προβλήματα, δεν θα έχουμε τις ψυχικές αντοχές να ενημερωνόμαστε για τα κοινωνικά προβλήματα.

Ελπίζω όμως πως θα έχουμε περισσότερη περιέργεια για τη ζωή.   

Το ελπίζω όπως πιστεύω και στον επερχόμενο προσωπικό θρίαμβο ανθρώπων δίπλα μας, ή και λίγο πιο πέρα από εμάς και το κλειστό κύκλωμα που αναγκαστικά μας περιβάλλει (φίλοι, οικογένεια, άνθρωποι που νομίζουμε ότι μας ταιριάζουν εξαιτίας μιας κουτής παρεξήγησης που αλλάζει κατά τόπους – «ακούμε την ίδια μουσική», «είμαστε μέλη  της ίδιας ιδεολογικής φράξιας» κτλ.), ενόσω μας συρρικώνει λίγο λίγο. Ένας θρίαμβος καθόλου ανεξήγητος – θα ανήκει σε εκείνους που κατάλαβαν νωρίς την πρωταρχική συνθήκη επιτυχής συμβίωσης με τα άλλα ζώα του πλανήτη, τίγρεις και Πασόκους, ύαινες και μικροαστούς: την μεταμόρφωση. Μεταμορφώνομαι όπως και ο ήρωας του Κάφκα· έχω προλάβει δηλαδή να δω τον κόσμο ανάποδα, κρεμασμένος από το ταβάνι, αδιαφορώντας για την κατάληξη του εντελώς απροσδόκητου γεγονότος της μεταμόρφωσης, μια κατάληξη ίσως και τραγική, μεταμόρφωσης που εξαρτάται ουσιαστικά από ένα και μόνο στοιχείο – την δική σου ριζοσπαστική επιθυμία όπως αυτή βιώθηκε εσωτερικά στο χρόνο και μορφοποιήθηκε μέσα σε μια μονάχα στιγμή, στιγμή φρενήρης απελευθέρωσης από κάθε είδους δεσμά, μέχρι τα επόμενα φυσικά.



13.4.13

The situation is far from perfect.



1.

…όσο κι αν επιθυμούμε να απαλλαγούμε από τον βρυχηθμό του μυθικού τέρατος, κι έπειτα από αιώνες παθιασμένης Δυτικής ενασχόλησης με απώτερο σκοπό την οριστική του εξολόθρευση, παρά τις όποιες εσφαλμένες αφετηρίες κατά καιρούς, λογικό παράγωγο σχολαστικής επιμονής προς την αναζήτησης της τελειότητας και φυσικό επακόλουθο της διαχρονικής αναζήτησης των νόμων που διέπουν την αιωνιότητα, το τέρας εξακολουθεί να βρυχάται νυχθημερόν μέσα από κλειστές αίθουσες της Νέας Υόρκης. Συναντάται πλέον με την αρκούντως γελοία ονομασία «Αγορές». Αλλά δεν είναι η πρώτη φορά που η ανθρωπότητα συνομιλεί με ανοιχτή ακρόαση με την ηλιθιότητα.

Δεν θα κατοικήσουμε ποτέ πάνω σ’ αυτόν τον πλανήτη δίχως τη παρουσία του κατά τόπους απαραίτητου για τη ζωή της ανθρωπότητας μυθικού τέρατος που ενσαρκώνει την αρχή της δημιουργίας ενόσω δείχνει και προς το Τέλος. Οι προσπάθειες εκλογίκευσης αυτής της τόσο πνιγηρής ανά τακτά χρονικά διαστήματα συμβίωσης του τέρατος με τη ψυχή της ανθρωπότητας, φύσει ονειροπόλα ας μην το ξεχνάμε, έχουν παράξει αποτελέσματα στην εμπειρική απόδειξη των οποίων απάνω έχουν θριαμβολογήσει, και με το δίκιο τους, κορυφαία μυαλά αλλά και έχουν συλήσει άλλα, πιο πρακτικά σώματα και μυαλά.

Ζούμε εντός του χάους της περιπτωσιολογίας· τίποτε όμως δεν είναι εξαιρετικό τούτη την φορά, ή, για μία ακόμα φορά, «που κάθε τι κάτω από τον ουρανό βυθίζεται στο χάος» παρά τα αντίθετα λεγόμενα του μεγάλου τιμονιέρη, συνυπεύθυνου, ανάμεσα σε άλλα, για το μεγάλο άλμα προς την σύγχρονη Κινέζικη άβυσσο όπως αυτή αποτυπώνεται στις ψυχικές αποχρώσεις ενός άριστα εκπαιδευμένου στην σκλαβιά εργάτη της Foxconn

Η Ελληνική κατάσταση δεν δύναται να αποδωθεί με λέξεις, δεν είναι δυνατόν να περιγραφεί όσο βρισκόμαστε ακόμα μέσα στην μαύρη τρύπα. Η καταχνιά σκεπάζει τον ήλιο, πηγή ζωής για αποκαμωμένες υπάρξεις, και κάποτε ελπιδοφόρες ψυχές, που τριγυρίζουν μέσα στο σαλόνι όπου και άλλωστε περνούν αποκλειστικά την ώρα τους με ένα κάποιο σιωπηλό παράπονο για τη ζωή που έχασαν ή ξέχασαν να ζουν ή δεν δύναται πλέον να ζήσουν. Η καπιταλιστική κρίση φωτίζει τον ήλιο της Μαρξιστικής ιδεολογίας, πόσο μάλλον της τυφλής πίστης, μα το σκοτάδι της αβεβαιότητας του παρόντος ιστορικού χρόνου, που οργώνει νέα εδάφη πάνω σε παλαιά ερείπια, τοποθετεί εκ νέου θεόρατα συρματοπλέγματα· ό,τι και να κάνουμε, όσο κι αν το θελήσουμε, όσους νεκρούς κι αν νεκραναστήσουμε, θα συνεχίσουμε να στεκόμαστε γυμνοί μπροστά στο μέλλον.

Το καινοφανές ριζοσπαστικό αίτημα άλλωστε, απουσιάζει εδώ και καιρό από το γνωστικό πεδίο των συγγραφέων κυρίως, άλλοτε πρόθυμοι να θεριέψουν τις φλόγες που ξεπηδούν μέσα από τα διαδοχικά εγκαύματα πάνω στο ανθρώπινο σώμα που δεν είναι παρά μοιραίο να προκαλούνται από την διαχείριση της εξουσίας από χέρια ανθρώπινα. Ο ακαδημαϊκός κόσμος, κλειστό κύκλωμα by default, καταναλώνει πολύτιμο χρόνο στην τοποθέτηση quotes ενόσω αυτο-λογοκρίνεται ως φυσική συνέπεια ατομικών φιλοδοξιών και πραγματιστικών βλέψεων που εξαργυρώνονται άμεσα από τους τοποτηρητές του εκάστοτε παλαιού καθεστώτος, οιωνεί πανέτοιμου να καταπνίξει την αποκλίνουσα από τη νόρμα - που διέπει κάθε εποχή - σκέψη και συμπεριφορά. 

 Οι τρόποι «καλής συμπεριφοράς» των ανθρώπων των οποίων η δουλειά είναι να παράξουν πρωτότυπη σκέψη, ανθρώπων που σε πολύ μεγάλη πλειοψηφία βρέθηκαν σ’ αυτόν το δρόμο εξαιτίας τις ευνοϊκής θέσης στην οποία τοποθετήθηκαν στον κόσμο αυτό αυτομάτως κατά τη στιγμή της γέννηση τους, βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τους τρόπους «καλής συμπεριφοράς» εκ μέρους του λαού*, και ειδικότερα εκείνου του κομματιού όπου εδώ και κάμποσο καιρό δήλωνε πρόθυμο να ακούσει όλες τις απόψεις πριν να καταδικάσει τον οποιονδήποτε. Το ουσιώδες εδώ βρίσκεται στην παραδοχή πως αφότου ο λαός πληροφορήθηκε τις απόψεις εκείνες, απόψεις δύσοσμες και βρωμερές, ήταν πασιφανές από τα πριν άλλωστε, δεν βρήκε τρόπο να τις καταδικάσει. Το μαγικό φίλτρο του lifestyle είχε προλάβει να πλασάρει το μίσος σαν μία ακόμη εκκεντρική ατομική ιδιαιτερότητα. 

Ένας κάποιος ιδιότυπος πρωτοεμφανιζόμενος  αναλφαβητισμός ο οποίος ταλανίζει μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού κάτω των τριάντα, και όχι μόνο, συνέβαλλε επίσης τα μέγιστα ώστε το μίσος που απελευθερώνει το τέρας να μην γίνει αντιληπτό ως ένας θανατηφόρος ιός αλλά μάλλον σαν ένα χάπενινγκ κάποιων εκκεντρικών, ή «περίεργων», ή «ότι να ‘ναι». Οι εκδηλώσεις του μίσους έγιναν «δρώμενα» και τον θιασάρχη τους ξεδιάντροπα συνέχισαν να τον αποκαλούν, κάποιοι «κύριοι» και «κυρίες» δημοσιογράφοι, «κύριο πρόεδρο!» Όπου τα «κύριοι», «κυρίες», και «κύριε» διαγράφουν παράλληλη τροχιά που κινείται πάνω στον άξονα της δημοσιογραφικής ξεδιαντροπιάς και του φασιστικού τρόμου.

Ο νέος αυτός αναλφαβητισμός έχει για πρωτεύουσα του τον περιχαρακωμένο κόσμο εντός μιας οθόνης των νέων εκείνων που αρέσκονται στη συλλογή σκουπιδιών μεγέθους αρκετών Terabytes. Σ΄αυτήν τη, λίγο πολύ, βομβαδισμένη πόλη στην οποία κατοικούν αυτοί οι νέοι, οι θεωρίες συνομωσίας ανθούν. Έχει προσβάλλει όμως ο ιός του αναλφαβητισμού και μεγαλύτερα ηλικιακά στρώματα του πληθυσμού που το βρίσκουν πολύ δύσκολο να ξεχωρίσουν ένα φασιστικό κόμμα από μια ακόμη κακόγουστη παράσταση εμπρός της παραμορφωτικής εικόνας των media εκ μέρους της Λιάνας Καννέλη. Όλα καταγράφονται πλέον σε μία πλατφόρμα που λειαίνει τις διαφορές ακόμη και μεταξύ δύο εντελώς ανόμοιων πραγμάτων π.χ. του ουμανισμού του Τζον Στάινμπεκ ο οποίος κάποτε αποφάσισε να μην αποθανατίσει ξανά στο έργο του πρόσωπα τραχιά-κούτελα καθαρά από σεβασμό σ’ αυτούς που τον ενέπνευσαν και αντιδρώντας στη δυσωδία της κριτικής απέναντι στο έργο του, ή καλύτερα, απέναντι στην τοποθέτηση εκείνων των προσώπων στον αφρό της αγίας οικογένειας των αθάνατων λογοτεχνικών ηρώων, με τον ουμανισμό ενός χρήστη του Twitter όπως αυτός εκφράζεται μέσω ενός ακόμη πλεονάζοντος retweet


*Αγνόησαν μαζί τον Καμύ λοιπόν. Κι όμως, το είπε καθαρά κάποτε: "never to be polite again".