26.8.10

Epson Perfection 4490





“Τι πιο επαγγελματικό απ' τις διακοπές, όπου το κύριο μέλημα είναι η εκμετάλλευση του χρόνου και η ταχεία σάρωση των τοπίων της υπαίθρου εν είδει τηλεοπτικών αποζημιώσεων για τη ζωή σε μια πόλη που κατάντησε αφόρητη;”
 του Ευγένιου Αρανίτση                                                                                                                                                   (http://archive.enet.gr/online/online_print?id=28821260)

 Δεν έχει άδικο ο Ευγένιος Αρανίτσης (σπάνια έχει∙ όταν έχει μάλλον πως το επιδιώκει). Είναι πολλές φορές που το μειδίαμα απογοήτευσης του προσώπου που βρίσκεται απέναντι σου έπειτα από την απάντηση σου, γίνεται ανυπόφορο σε σένα, τον αθώο παραθεριστή. Η ερώτηση είναι αν επισκέφθηκες κατά την περίοδο των διακοπών σου στην Κρήτη όλα τα μέρη τα οποία επισκέφθηκε προ διετίας ο συνομιλητής σου. Η απάντηση είναι πως την έβγαλες κυρίως στη παραλία της Σούγιας την οποία και λατρεύεις (την έχεις επισκεφθεί άλλωστε παραπάνω από 3 φορές, από αναμνήσεις και συμβάντα άλλο τίποτα) και είδες και κανα δυό άλλα μέρη.
 Καμιά φορά αναρωτιέμαι αν για όλα αυτά ευθύνεται η επιτυχία των εβδομαδιαίων lifestyle οδηγών διασκέδασης και κατασκευής updated friendly λαίμαργων νεανικών Εγώ. Ορμώμενος από εκείνη τη δήλωση του Burroughs που αφορούσε την αποκάλυψη του πραγματικού ρόλου των Times της Νέας Υόρκης (σύμφωνα με αυτόν ύφαιναν μια παγκόσμια συνωμοσία με σκοπό τον έλεγχο του παγκόσμιου πληθυσμού), αναρωτήθηκα σιωπηλά κάποτε αν οι συντάκτες των εν λόγω δωρεάν εφημερίδων έχουν πουλήσει τη ψυχή τους στον Διάβολο. (Αλά Robert Johnson∙ δεν τους φαντάστηκα όμως να πηγαίνουν σε κάποια ερημωμένη διασταύρωση στη μέση της ερήμου μιας και δεν έχουμε τέτοιες εδώ, τους φαντάστηκα να επισκέπτονται την τουαλέτα κάποιου μικρού μπαρ σε μια από τις πάμπολες κοσμικότροπες εναλλακτικές συνάξεις άνευ ουσιαστικού λόγου και αιτίας και μπροστά στον καθρέπτη να καλούν τη δύναμη του αγαπημένου μας Σατανά που αν και δεν τους τρομάζει πλέον - δεν νοιώθουν δηλαδή κάποιο δέος μπροστά του όπως ένοιωθε φερ’ ειπείν ο Μπωντλέρ όταν του χάριζε εκείνο το αλησμόνητο ποίημα – ωστόσο, έτσι από συνήθεια, όπως ζουν άλλωστε, τον ανασύρουν στην - κατά τα άλλα κοντόφθαλμη εξού και fashion victims - μνήμη τους).
 Η σκέψη μου αυτή ενώ εκ πρώτη όψεως έμοιαζε ακραία και κάπως μεταφυσική, είχε σφυρηλατηθεί από μια σοβαρότατη ένδειξη, σχεδόν απόδειξη θα έλεγα. Αναφέρομαι στο ανεξήγητο, στο μυαλό μου τουλάχιστον, συνήθειο των συντακτών να γράφουν κατά τον ακόλουθο, σήμα κατατεθέν πλέον, τρόπο: “Να είσαι εκεί!” “Θα σε δω εκεί!” “Σου’χω κάτι καλό γι’ αυτήν την Κυριακή βράδυ...” “Άκουσε το και θα τα πούμε εκεί!” (προτροπή για τη συμμετοχή σου ως θεατή κάποιας συναυλίας) και πολλά άλλα τέτοια καλούδια. Έχοντας στο μυαλό μου (δεν έχω αλλάξει γνώμη από τότε) πως επρόκειτο δίχως καμία αμφιβολία για το χειρότερο «τρόπο (είδος, στυλ, ξέρω και εγώ τι στο διάολο) γραφής» που έχουν συναντήσει τα μάτια μου (τα αδέξια, παρορμητικά, εφηβικά κείμενα γραμμένα σε greeklish που βρίσκεις σπαρμένα στο ίντερνετ απενεχοποιήθηκαν στα μάτια μου σε μεγάλο βαθμό), δεν μπορούσα παρά να καταλήξω στο συμπέρασμα πως επρόκειτο περί μιας τεχνικής-τακτικής την οποία είχε συστήσει ο Εξαποδώ στους μικρούς του little helpers.
 Για να επιστρέψουμε στο θέμα μας, πάγια τακτική των μαθητών του Σατανά είναι αυτή ακριβώς η ακόρεστη επιθυμία να δουν όλη την Κρήτη σε μία εβδομάδα, να γευτούν παραδοσιακούς χοχλιούς στην ταβέρνα του Κυρ-Αντρέα, να πάνε εντός, εκτός και επί τα αυτά. Φυσικά, οι ίδιοι πληρώνονται για να το κάνουν αυτό αν και είναι εύκολο να πιθανολογήσω πως το ίδιο συμβαίνει και κατά την διάρκεια της άδειας τους, έτσι από συνήθεια. Η άμεση ανταπόκριση που βρήκε αυτό το κάλεσμα προς μια φρενήρη προσπάθεια να δεις τον κόσμο, να γευτείς τους καρπούς της ζωής ωσάν αυτό να είναι απλά μια διαδικασία όπου ο ταχύτερος, αυτός που δύναται να σπάσει τον εαυτό του σε μύρια κομματάκια, είναι και ο νικητής, δεν άπτεται φυσικά του Σατανά και των γνωστών του διαστροφικών κόλπων.
 Όταν αποφάσισα να σοβαρευτώ και να σταματήσω να σκέπτομαι αν (και) οι Rolling Stones συμπάθησαν πραγματικά τον Διάβολο με αντάλλαγμα λίγα κορίτσια με ξανθά μακριά μαλλιά ακόμα, είδα την αλήθεια όπως αυτή παρουσιάζει τον εαυτό της όταν αποφασίζεις να πάρεις τη ζωή στα σοβαρά: η ζωή λοιπόν, σήμερα θυμίζει επικίνδυνα τηλεοπτικές σειρές στις οποίες το κάθε επεισόδιο είναι στην ουσία ο προθάλαμος του επόμενου που απαγορεύεται να χάσεις, η συνέχεια άλλωστε θα είναι συναρπαστική. Αυτό που μένει στο τέλος όμως δεν είναι παρά η λαχτάρα για το (κάθε) επόμενο – καλύτερο? – επεισόδιο μιας και εκεί συνίσταται όλη η απόλαυση, σε μια ανεκπλήρωτη υπόσχεση.
 Οι άνθρωποι έχουν αφήσει τον εαυτό τους έρμαιο μιας ανεκπλήρωτης υπόσχεσης η ύπαρξη της οποίας αποδεικνύει μονάχα με τρόπο ξεκάθαρο πως οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει πως και τι να Επιθυμούν. Κάθε μέρος που επισκέπτεσαι είναι ο προθάλαμος του επόμενου κι αυτό πρακτικά σημαίνει πως ποτέ δεν φθάνεις εκεί που πραγματικά επιθυμείς∙ ο προθάλαμος δεν έχει ζωή από μόνος του, είναι απλά ένα μέρος που περιμένεις μέχρι να εισέλθεις εκεί που θέλεις, είτε είναι το προσωπικό γραφείο του ψυχαναλυτή σου, είτε το γραφείο του supervisor του διαδακτορικού σου, είτε το κρεβάτι στο οποίο αγοράζεις την ηδονή με 20 ευρώ.
 Η φαντασίωση[1] κάποιων ότι μπορούν να μετατραπούν σε scanner υψηλής πιστότητας σαρώνοντας τα πάντα στο πέρασμα τους και κτίζοντας έτσι σιγά σιγά το παζλ της ανθρώπινης ύπαρξης η οποία διψά για λογής λογής εικόνες και φυσικά εμπειρίες, είναι μια μεγάλη φενάκη στα όρια του παραλογισμού. (Ένας τέτοιος παραλογισμός μπορεί να σχηματοποιηθεί μονάχα από μια εμμονοληπτική προσήλωση-θρησκευτικού τύπου παράκρουση σχετικά με τη δικαίωση ενός μύθου∙ στην περίπτωση μας, του μύθου περί κατάργησης της ανθρώπινης ύπαρξης προς όφελος μιας μηχανοποιημένης έκδοσης του βασισμένης στα προτάγματα της neuroscience, της στατιστικής ως πλατφόρμα σύμφωνα με την οποία θα επαναπροσδιοριστούν οι ανθρώπινες φυσικές λειτουργίες, μιλάω για την εποχή των νουκλεοτίδιων).
 Ορμώμενοι από την επιτυχή μετάλλαξη τους σε πυθάρια -πυθάρια δίχως πάτο- αποθήκευσης πληροφοριών, σε δίσκους χωρητικότητας πολλών terabyte δηλαδή, οι άνθρωποι φαντασιώνονται ότι επιτελούν χρήσιμο έργο για τον εαυτό τους[2] αλλά και για την ανθρωπότητα (αναφέρομαι στην extravaganza της δημοσιογραφίας του πολίτη∙ οι πορείες δεν έχουν διαδηλωτές πια, έχουν καταγραφείς της λεπτομέρειας της λεπτομέρειας).
 Αυτό που δεν περνάει από το μυαλό τους είναι πως μια βάση δεδομένων (ότι μαζέψει το μάτι) είναι παντελώς άχρηστη για έναν άπειρο, άτεχνο χρήστη (το Υποκείμενο, αυτό που οφείλει να είναι ο άνθρωπος). Επιπλέον, δεν έχουν κατανοήσει πως το «μάτι» του σαρωτή διαφέρει κατά πολύ από την ανθρώπινη ματιά, κατά συνέπεια αυτή η τελευταία έχει πληγεί θανάσιμα:
-          «Ολοι στοιχιζόμαστε στην ατέρμονη γραμμή των τυφλών. Αν δεχτούμε ότι η αλήθεια του ανθρώπου είναι η επιθυμία, στην Ελλάδα οι επιθυμίες -και οι αλήθειες- ταξιθετούνται σε μια αλυσίδα που μοιάζει με την πομπή των τυφλών στον πίνακα του Μπρέγκελ: κάθε μία πιάνεται από το χέρι της άλλης αλλά καμία δεν ξέρει πού πάνε όλες μαζί. Αυτό σημαίνει πώς πάντα κάποιος επιθυμεί και αληθολογεί στη θέση μας. Κι αυτός είναι ο πρώτος μονόφθαλμος της πομπής... Οσοι τον ακολουθούν επαφίενται σαν σε τυφλοσούρτη. Εξιδανικεύουμε, απωθούμε, αυτολογοκρινόμαστε ακολουθώντας τον "τρόπο" που χρησιμοποιεί ο πρώτος. Αρα δεν επιθυμούμε αλλά φοβόμαστε όπως ακριβώς οι τυφλοί: δεν ξέρουμε πού να πατήσουμε, ποιον να πατήσουμε ή ποιος θα μας πατήσει.[3]
 Ο πρώτος μονόφθαλμος της πομπής στην δική μας περίπτωση, είναι το αόρατο, άυλο μάτι που σκεπάζει την ανθρωπότητα, το μάτι της κοινωνίας του 21ου αιώνα. Όσον αφορά τον έσχατο, τείνει να γίνουμε όλοι εμείς, άλλοτε γνωστοί με την κωδική ονομασία Υποκείμενα.


Photo: tolucophoto


[1] Η φαντασιοπληξία αυτή αντιτίθεται σε ότι έχουμε για σίγουρο σ’ αυτόν τον πλανήτη: τα αγαθά κόποις κτώνται / ο χρόνος δεν είναι κτήμα μας, ανήκουμε σ’ αυτόν / και άλλα.
[2] Χρειάζεται να αναρωτηθεί κανείς στα σοβαρά αν οι άνθρωποι “πεθαίνουν τάχα από επιθυμία να μάθουν αν αυτή τη στιγμή χιονίζει στο Οσλο ή αν το τσιγάρο Silk Cut της κατηγορίας μοβ, περιέχει όντως 7 δέκατα του μιλιγκράμ νικοτίνη?” http://1453-2009.pblogs.gr/2009/02/413378.html
[3] Γιώργος Βέλτσος, συνέντευξη στην Έφη Μαρίνου. http://www.enet.gr/?i=news.el.texnes&id=188152

No comments:

Post a Comment