20.11.14

Paul Auster II

shoot_yossarian


ΙΙ
Ο Paul Auster υπερασπίζεται με θάρρος και πείσμα τον πρόεδρο Ομπάμα έξι χρόνια μετά την εκλογή του ως πρόεδρου, και αφότου η δημοτικότητα του έχει φθάσει σε ιδιαιτέρως χαμηλά επίπεδα. Δημοκρατικός πολίτης, άνθρωπος με κοινωνικές ευαισθησίες και εγνωσμένης ευφυΐας η οποία τον προστάτεψε από την δαιμονική σαγήνη που ασκούν τα σύγχρονα επιστημονικοφανή παραμύθια περί μικρών Δαρβίνων, αντιθέτως, Προμηθείς είναι οι άνθρωποι πολλές φορές, αλλά και ψηφοφόρος των Δημοκρατικών πιθανότατα, ο Auster, liberal πολίτης σ’ έναν πλανήτη liberal, τον πλανήτη Νέα Υόρκη δηλαδή, ανήκει στην κατηγορία των συγγραφέων που το ταλέντο τους στο γράψιμο σχετίζεται με το κατόρθωμα να αποδώσεις στο χαρτί όλες εκείνες τις λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής οι οποίες διαφεύγουν της προσοχής πλείστων αλλά συγκινούν ακόμα περισσότερους όταν κάποιος τις αναδείξει μέσα στην συγκλονιστική τους απλότητα. Κανενός η μύτη δεν είναι ίδια, ούτε το φτέρνισμα, συγγραφέας της κατηγορίας του Auster θα πει ευαισθησία και οξυδέρκεια στην προσέγγιση ενός θέματος και απλότητα στην γραφή.

Οι ιστορίες του Auster είναι ιστορίες του άστεως· ισχυρίζονται πολλοί μάλιστα πως οι δημιουργοί οι οποίοι καταφέρνουν να ανατέμνουν άριστα τα σύγχρονα κοινωνικά-υπαρξιακά προβλήματα είναι πια πρωτίστως οι συγγραφείς νουάρ ιστοριών στις οποίες εμπλέκονται ντετέκτιβ, απ’ όσους δημιουργούς μοχθούν με την λησμονημένη τέχνη του μυθιστορήματος τουλάχιστον , τέχνη παραμελημένη, περιφρόνηση που είναι μάλλον περισσότερο απότοκο ιδεολογίας παρά λογικό επακόλουθο της ψηφιακής επανάστασης, ενδιαφέρουσα και μακροσκελής κουβέντα αυτή πάντως.

Θέλουμε δεν θέλουμε, το urban frustration είναι το νέο χτυποκάρδι. Τα ρομάντσα και τα μελοδράματα που λάμβαναν χώρα κάποτε σε κήπους και αυλές, το κουβάρι των οποίων ξετυλίγονταν σε δεκάδες σελίδες από χαρτί, έγιναν υπαρξιακά αστικά παζλ που παραμένουν πάντοτε ημιτελή, σαν tag που έγινε στα πεταχτά σε κάποιον γκρι τσιμεντένιο τοίχο στην είσοδο μιας πολυκατοικίας.


ΙΙΙ
Ήταν περίπου τέτοιες μέρες το 2008 όταν ο Paul Auster, μιλώντας στο BBC, δήλωνε το εξής: «ένας φίλος Νεουρκέζος μου έλεγε πρόσφατα πως έβγαλε τα χρήματα του από την τράπεζα και τα έκρυψε κάτω από το κρεβάτι του καθώς έτρεμε τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης που ξέσπασε πριν από λίγους μήνες».

Έξι χρόνια αργότερα, ταξιδεύοντας στην Γαλλία και την Πολωνία, πριν επισκεφθεί για πρώτη φορά την Ελλάδα, o Auster συναντά παντού ανθρώπους πνιγμένους στη μιζέρια και την απογοήτευση. Ο κόσμος έχει δει και καλύτερες ημέρες θέλει να μας πει ο Auster, το ίδιο και η Αμερική άλλωστε, μιας και ο ίδιος ανέφερε πως η χώρα του είναι τόσο πολωμένη όσο ποτέ άλλοτε έπειτα από το... 1861, όταν και ξεκίνησε δηλαδή ο Αμερικάνικος Εμφύλιος Πόλεμος!

Ακούγοντας τον Αμερικάνο συγγραφέα να μην διστάζει να τραβήξει στα άκρα το επιχείρημα πως η χώρα του ταλανίζεται από τον «πόλεμο» των Ρεπουμπλικάνων εναντίον των Δημοκρατικών, όπως το έθεσε ο ίδιος το ζήτημα, αναρωτιέται κανείς σε πόσα δευτερόλεπτα θα είχε χαρακτηριστεί λαϊκιστής από τη μεγάλη πλειοψηφία του κοινού που τον απόλαυσε στη Στέγη αν ήταν Έλληνας στην καταγωγή, συμπαθούσε τον ΣΥΡΙΖΑ, και η δήλωση του αφορούσε προφανώς το πολιτικό σκηνικό της Ελλάδας. 

Ρητορικό το ερώτημα, περιττό να το πω.



18.11.14

Paul Aster I

Standily


I

Ο Paul Auster φαίνεται ωραίος τύπος. Διαβάζοντας τα αυτοβιογραφικά του κείμενα, σχηματίζεις εύκολα την άποψη πως τρέφει ιδιαίτερη αγάπη, όχι για την εξουσία ή τις μακαρονάδες, αλλά για τους ανθρώπους, ειδικά δε για τους καθημερινούς ανθρώπους.

Ικανός συγγραφέας, μεγάλος συγγραφέας πάντως δεν είναι, είναι όμως μεγάλος Αμερικάνος συγγραφέας. Ειδική κατηγορία από μόνοι τους, οι μεγάλοι Αμερικάνοι συγγραφείς γράφουν για την Αμερικάνικη πόλη, ταξιδεύουν νοερά στην Αμερικάνικη ενδοχώρα, ανατέμνουν το Αμερικάνικο Όνειρο· κατά συνέπεια, κερδίζουν δύσκολα το βραβείο Nobel. Μικρό το κακό, είπε εμμέσως ο Auster στην πρόσφατη επίσκεψη του στην Αθήνα. 

Αν σκεφτεί κανείς πως οι Αμερικάνοι συγγραφείς για μια σειρά από λόγους, ανάμεσα στους οποίους και το προνόμιο να γράφουν στην παγκόσμια γλώσσα, καταλαμβάνουν με άνεση το μεγαλύτερο μερίδιο της παγκόσμιας αγοράς του βιβλίου, λογικό είναι οι Ευρωπαίοι να κρατούν επιμόνως το βραβείο Nobel μακριά από τα βουτηγμένα στη Nutella Αμερικάνικα χέρια. Τα βραβεία, όπως και η πρώτη εντύπωση που σχηματίζεις για έναν άνθρωπο άλλωστε, μπορεί να μην αποκαλύπτουν τα πάντα γύρω από ένα ζήτημα, εξιτάρουν ωστόσο την περιέργεια ώστε να σκάψεις βαθύτερα.

Οι μεγάλοι Αμερικάνοι συγγραφείς, οπωσδήποτε λιγότερο εκλεπτυσμένοι στην τέχνη της γραφής συγκρινόμενοι με τους Ευρωπαίους στυλίστες, αναζητούσαν από πάντοτε την Αμερική. Κάθε σπουδαίο Αμερικάνικο μυθιστόρημα επιχείρησε να δημιουργήσει έναν κοινό τόπο για την Αμερική, τόπος ο οποίος θα αποτελούσε το λεξικό της Αμερικάνικης κουλτούρας. Τα περισσότερα Αμερικάνικα μυθιστορήματα, είτε χαρακτηρίζονταν «Νεοϋρκέζικα», είτε road trip που διέσχιζαν την Αμερικάνικη έρημο ενόσω αναζητούσαν το Αμερικάνικο Όνειρο, επιχειρούσαν πάντοτε να κατασκευάσουν μια συνεκτική εικόνα για την Αμερική, το έθνος των πολλών εθνών. 

Καμία απ’ αυτές τις προσπάθειες πάντως δεν εμπόδισε ένα πειραχτήρι σαν τον Μπροντιγιάρ να τολμήσει να θολώσει τα νερά που ξεδιψούν το Αμέρικα, θα έλεγε κανείς πως θέλησε να τους πληρώσει με το ίδιο, επίχρυσο καθότι ευρείας κυκλοφορίας,νόμισμα. Ο Γάλλος ακροβάτης εννοιών και νοημάτων επιχείρησε ένα ακόμη road trip στην Αμερικάνικη ενδοχώρα που οδήγησε, θαρρείς μαθηματικά, σε αβαρή, ελαφρώς ανισόρροπα συμπεράσματα όσον αφορά την ουτοπία της κατασκευής ενός «κοινού τόπου» στην πολυσυλλεκτική Αμερικάνικη κουλτούρα, κατά τα πρότυπα του πάλαι ποτέ American Frontier.

Το ζήτημα της αναζήτησης της Αμερικάνικης ταυτότητας πάντως έγινε ζήτημα οικουμενικό από την στιγμή που ο Μέλβιλ έστειλε τον ήρωα του στην μέση του ωκεανού, τον ομφαλό του πλανήτη Γη, να κυνηγά φάλαινες. Στην πραγματικότητα, η Αμερική εκείνη την στιγμή ξεκίνησε να βάζει τις βάσεις τις μελλοντικής παγκόσμιας κυριαρχίας της. 

Πολύ σύντομα, ο καπετάνιος θα γινόταν πλανητάρχης και οι φάλαινες από κυρίαρχοι των ωκεανών θα γίνονταν μαργαρίνη αλειμμένη στο ψωμί του μέσου Αμερικάνου πολίτη.



13.11.14

Τουρκία ΙΙ




Το ουσιώδες στη συζήτηση που κάνουμε δεν είναι το μέγεθος του νέου προεδρικού παλατιού στην Άγκυρα το οποίο ο Ερντογάν εγκαινίασε περιχαρής πρόσφατα. Τα Αμερικάνικα μέσα ενημέρωσης το βρίσκουν μάλλον δύσκολο να αφήσουν ασχολίαστο το γεγονός πως το παλάτι διαθέτει περισσότερο χώρο από τον Λευκό Οίκο, συζητήσιμη μπηχτή πάντως αν θέλετε την γνώμη μου διότι άλλωστε... δικαιούνται λέτε οι Αμερικάνοι να εξανίστανται για την λατρεία ποσοτήτων και μεγεθών; Όπως και να το κάνουμε, δεν είναι πλέον κρυφό πως το παλάτι της Άγκυρας επιθυμεί σφόδρα, και εργάζεται σκληρά πάνω σ’ αυτό, να αποτελέσει το διοικητικό κέντρο του υπό ίδρυση Σουνιτικού βασίλειου της Μέσης Ανατολής.

Αξίζει να αναφερθεί πως ο Ερντογάν περιστοιχίζεται από έναν άνθρωπο ο οποίος μοιάζει να έχει ξεπηδήσει μέσα από τις λιγότερο πληκτικές σελίδες ιστορικών βιβλίων, βιβλία στα οποία οι βασικοί χαρακτήρες φαντάζουν πρωτόφαντοι ήρωες στα μάτια του διψασμένου για ιστορικά συμβάντα αναγνώστη που ενηλικιώνεται στον 21ο αιώνα.

Ο Νταβούτογλου, το ιστορικό πρόσωπο στο οποίο αναφερόμαστε, είναι ένας διανοούμενος που συμμετέχει στην άσκηση εξουσίας με κίνητρα και επιθυμίες που προσιδιάζουν σε μια εποχή ολωσδιόλου αντίθετη από εκείνη που αντιπροσωπεύει ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Σρέντερ, όχι πάντως και ο Ντομινίκ  Στρος Καν ο οποίος λάγνος για εξουσία και μουνί καθώς ήταν, δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση φαινόμενο της εποχής μας· αντιθέτως, η περίπτωση του συναντάται πολύ συχνά στην ιστορία της διακυβέρνησης του κόσμου. Αναφέραμε τον Σρέντερ σαν παράδειγμα, αλλά στην θέση του Γερμανού θα μπορούσε κάλλιστα να βρισκόταν ο Μπαρόζο, για να μην αναφέρω τον Βαγγέλη Βενιζέλο. Περιττό νομίζω να εντρυφύσω στα κίνητρα και τις πολιτικές ιδέες ανθρώπων όπως ο, κάποτε Μαοϊκός, Μανουέλ Μπαρόζο· όσο για τον Ρομπέι, προφανώς ονειρεύεται Ρωμαϊκά μεγαλεία αν κρίνει κανείς από το εξώφυλλο του βιβλίου του.
  
Όπως και να ‘χει, ο Νταβούτογλου δεν εγκαινιάζει κάτι νέο στην παγκόσμια πολιτική αρένα απλά υπενθυμίζει σε όλους μας την εποχή που οι ιδέες και τα πιστεύω (ενίοτε αρκούντως καταστροφικά και τα δύο τους), ή ακόμα και οι μονομανίες και οι φαντασιώσεις, καθόριζαν σε μεγάλο βαθμό την αποστολή, ή τουλάχιστον την αίσθηση του καθήκοντος της αποστολής, ενός ισχυρού ανδρός.

Η απόσταση που χωρίζει την ποιότητα των σκέψεων του Νταβούτογλου έναντι εκείνων του Βενιζέλου είναι ανάλογη της διαφοράς δυναμικής μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας την δεδομένη ιστορική στιγμή. 

Η δαιμονοποίηση του, όντως υπαρκτού, «δαίμονα» της Τουρκίας έναντι άλλων «δαιμόνων» που την βγάζουν καθαρή στα ρεπορτάζ του BBC και του CNN (βλέπε Ισραήλ), δεν θα ‘πρεπε να εκπλήσσει κανέναν. Υποτίθεται πως είναι ο ντόπιος άρχοντας εκείνος ο οποίος ορίζει τον πήχυ στην χάραξη εθνικής πολιτικής· στην πραγματικότητα, τα ζητούμενα της εθνικής πολιτικής ενός κράτους καθορίζονται και από τους συσχετισμούς δυνάμεων αλλά και τους ανταγωνισμούς των ισχυρών κρατών.

Ο Ερντογάν πάντως δεν είναι Κεμάλ, με την έννοια πως ο πρώτος επιθυμεί ρητά να αψηφά, όσο αυτό είναι δυνατόν, τις επιθυμίες και τις προσταγές των ισχυρών κρατών της Δύσης, ενώ ο δεύτερος μεταμορφώθηκε από στρατηγός σε παγκόσμιο ηγέτη αφότου ακριβώς ξεκίνησε το κολοσσιαίο πρόγραμμα του εκδυτικισμού (κάπως παράλογου και οπωσδήποτε καταστροφικού εν μέρει στον βαθμό που επιχειρήθηκε) της πρώην Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, εκσυγχρονισμός ο οποίος, όπως γνωρίζουμε, πάντοτε επιβάλλεται με την ισχύ των όπλων, των χρηματαγορών ή ενός εμπάργκο, εξού και η δημόσια περιφρόνηση του Ερντογάν προς τον σημαντικότερο Τούρκο που έζησε τον 20ο αιώνα.   

Φθάνοντας στο τέλος ας σημειώσουμε πως ο Αντώνης Σαμαράς δεν είναι άλλο πράμα από το κωμικό, για να μην πω γελοίο, αντίγραφο του Ερντογάν. Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, ετούτος είναι πιθανό να κληθεί να κυβερνήσει την χώρα σε μια χρονική στιγμή κατά την οποία η λεγόμενη οικονομική κρίση, ή κρίση χρέους, θα πάψει να ονοματίζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο από τα διεθνή και εγχώρια ΜΜΕ, αφού θα έχουμε πλέον περάσει στην επόμενη πίστα, στην πίστα όπου η ζωή του τόπου θα ορίζεται λιγότερο πλέον από τις αντιπαραθέσεις για απολύσεις και ανεργία και περισσότερο με βάση προβλήματα, πραγματικά ή και φανταστικά, που θα αφορούν τις διεθνείς σχέσεις της χώρας αλλά και το ρόλο της στο ιστορικό σίριαλ, με διακοπές για διαφημίσεις, που κάποτε ονομάστηκε ως «Ανατολικό Ζήτημα».




11.11.14

Τουρκία Ι




Τα πρόσφατα κοπλιμέντα του Χρήστου Γιανναρά όσον αφορά την ποιότητα άσκησης της πολιτικής στην Τουρκία, πολιτική που εκφράζεται κυρίως μέσω του προέδρου Ερντογάν και του πρωθυπουργού Νταβούτογλου, είναι πιθανό να ήχησε στα αυτιά κάποιων ως μια συνέχεια της προτίμησης του κλήρου προς τον εχθρό εξ Ανατολάς έναντι των βαρβάρων της Δύσης, όλοι θυμόμαστε τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν κοντά έξι αιώνες πριν στα στενά του Βοσπόρου, ειδικά από την στιγμή που ο Γιανναράς μόλις πριν λίγα χρόνια λοξοκοίταζε προς Ρωσία μεριά αναζητώντας νόημα αλλά και έμπνευση στα πεπραγμένα του προέδρου Πούτιν, ενώ δεν... δίστασε κάποτε να θεωρήσει τον Βγενόπουλο ως ελπίδα για την πολιτική ζωή του τόπου, ή κάπως έτσι τελοσπάντων, αστεία πράγματα δηλαδή όσον αφορά το τελευταίο σκέλος των υποθέσεων, ή μάλλον ελπίδων εκ μέρους ενός φύσει απαισιόδοξου διανοητή· όπως συμβαίνει καμιά φορά σ’ αυτές τις περιπτώσεις ωστόσο, αξίζει να αναζητήσει κανείς νόημα σε επιχειρήματα που εκ πρώτης όψης φαντάζουν έωλα.

Ίσως όντως η Τουρκία να επιχειρεί μια επανίδρυση της πολιτικής, πολιτική η οποία αποκωδικοποιείται μέσω προϋποθέσεων και όρων τους οποίους πασχίζαμε να κατανοήσουμε μελετώντας βιβλία ιστορίας στα φοιτητικά μας χρόνια, τον καιρό που η επικαιρότητα δεν εισέβαλλε βιαίως μέσω Twitter κάπου ανάμεσα στο δόξα πατρί και το υποσυνείδητο του φιλομαθή πολίτη μιας χώρας που την άγγιξε κάποτε, έστω και ξώφαλτσα, το μαγικό ραβδί της νεωτερικότητας· κατά συνέπεια, ήταν τότε θεωρητικά πιο εύκολο να καταφέρεις να βρίσκεσαι σε διαλεκτική σχέση με το ιστορικό γίγνεσθαι, η ευκαιρία χάθηκε ωστόσο λόγω υπερβάλλοντα ζήλου όσον αφορά το ευ ζην αλλά και δολοφόνου εφησυχασμού. 

Οφείλουμε να σημειώσουμε στο σημείο αυτό πάντως πως ο βαθμός επιτυχίας, ή αποτυχίας, του λαοφιλή και λαοπλάνου Τούρκου προέδρου, αν θα καταφέρει να φέρει εις πέρας σε ικανοποιητικό βαθμό την αποστολή την οποία έχει ο ίδιος απονείμει στον εαυτό του, αποστολή που επιχειρεί να μετατρέψει την Τουρκία από ισχυρό κράτος σε περιφερειακό ηγεμόνα της Μέσης Ανατολής, των Βαλκανίων και όπου αλλού κατορθώσει να φυτρώσει το νέο Οθωμανικό όραμα, δεν δύναται να προεξοφληθεί αλλά, ούτως ή άλλως, δεν είναι το πρωτεύον ζήτημα στην συζήτηση που κάνουμε.

Πρόκειται περί οράματος μας πληροφορεί ο Γιανναράς, πολιτικό όραμα που επιχειρεί να δημιουργήσει ένα νέο μομέντουμ στην διεθνή πολιτική αρένα η οποία λειτουργεί εδώ και καιρό με τον μπούσουλα της κυβερνησιμότητας, έννοια η οποία μπορεί να βγάζει νόημα αν αναφερόμαστε σε μία περίπτωση όπως αυτή του Βελγίου, αλλά μάλλον συσκοτίζει την πραγματικότητα αν αναλύουμε την πολιτική κατάσταση μιας χώρας όπως η Εσθονία ή η Γεωργία. 

Στην πρώτη περίπτωση, ο τριανταπεντάρης πρωθυπουργός του Βελγίου αντικατοπτρίζει την μερική κατάργηση της σημασίας άσκησης πολιτικής σε εθνικό επίπεδο διά της εκχώρησης των δικαιωμάτων νομοθετικής εξουσίας σε ιδιωτικά συμφέροντα με τα οποία βέβαια οι προύχοντες της Βέλγικης πολιτικής έρχονται σε κάποια συννενόηση εξασφαλίζοντας σε έναν βαθμό την απαραίτητη κοινωνική συναίνεση. Όσον αφορά τον τριανταδυάρη πρωθυπουργό της Γεωργίας, μάλλον πως έχουμε να κάνουμε με σχέσεις υποτέλειας οι οποίες δηλώνονται από την παρουσία μιας άγουρης μαριονέτας στην κορυφή της κυβέρνησης.

Για να το διατυπώσουμε με άλλους όρους, πιο πιασάρικους, αν οι προαναφερθέντες ήταν παρουσιαστές της Ελληνικής τηλεόρασης, ο πρώτος θα ήταν ο Παύλος Τσίμας ενώ ο δεύτερος «εργολάβος» του τύπου Γιάννης Παπαγιάννης.

Συζητάμε για Ιστορία εν εξελίξει, πολύπλοκη διαδικασία ώστε να την αποκωδικοποιήσεις σε ικανοποιητικό βαθμό σε real time, φαίνεται πάντως πως ο Ερντογάν ήρθε, εδώ και καιρό ας μην ξεχνάμε, για να μείνει... στα βιβλία της ιστορίας. Τα σκάνδαλα διαφθοράς δεν έφθειραν την εικόνα του Ερντογάν, όπως και δεν μπορούσαν κάποτε να αποδυναμώσουν τον Μουαμάρ Καντάφι, ακόμα κι αν ο λαός του υποπτευόταν, ή μήπως καλύτερα να πω γνώριζε, πως ο ηγέτης τους κολυμπούσε στο χρυσάφι ανάμεσα σε γυμνόστηθα κορίτσια που μόλις είχαν αποχωριστεί της πανάκριβες στολές τους εμπνευσμένες από την πολιτιστική κληρονομιά της Καρχηδόνας. Στην περίπτωση ηγετών του τύπου Ερντογάν και Καντάφι, η ισχύς αποκρυσταλλώνεται και μέσω της απροκάλυπτης διαφθοράς· οτιδήποτε αντίθετο θα φανέρωνε αδυναμία, θα υποδείκνυε την έλλειψη Θεϊκής χάρης. 

Γενικά μιλώντας, ο βασιλιάς, αν θέλει να τον σέβονται οι υπήκοοι του, οφείλει να επιδεικνύει το παλάτι στο οποίο ζει. Κατά πόσο ένας βασιλιάς απολαμβάνει πραγματικά να περιστοιχίζεται από πολυέλαιους γεμάτους χρυσάφι, ή αν πραγματικά επιθυμεί το πρωϊνό του να αποτελεί θέμα εργασίας πάνω στο οποίο συσκέπτονται καθημερινά ειδικοί της γαστρονομίας σε συνεργασία με τις υπηρεσίες ασφαλείας του κράτους, υπηρεσίες που ως γνωστόν θέλουν πάντα να έχουν τον τελευταίο λόγο στα πράγματα, είναι θέματα ενδιαφέροντα, όσο δηλαδή καταφέρνουν να αποκαλύπτουν τον ψυχικό κόσμο ενός ιστορικού προσώπου, αλλά είναι μάλλον αδιάφορα θέματα στην περίπτωση που εξετάζουμε καθότι ο Ερντογάν πολύ απέχει από το να χαρακτηριστεί ως ασταθής ή επιπόλαιος, όπως τον θέλουν τα Δυτικά μέσα ενημέρωσης εσχάτως. 

Οι λεκτικές ακροβασίες και τα ξεσπάσματα του Τούρκου προέδρου δείχνουν να είναι καλά μελετημένες κινήσεις, θυμίζουν τα μανιασμένα χέρια του Χίτλερ που έσκιζαν τον αέρα κάθε φορά που μιλούσε στο πλήθος, χέρια που δεν τρανταζόταν για το τίποτε καθώς ακολουθούσαν κατά γράμμα τις οδηγίες των ειδικών επί των δημόσιων εμφανίσεων των ηγετών κρατών.