Χεσούς Φερρέρο, φωτό Nathalie Fytrou |
ΙII
Βγαίνω
από την παγωμένη θάλασσα, ο ήλιος με τυφλώνει, μέσα από τα μισόκλειστα μάτια
μου αισθάνομαι την παρουσία της. Περπατάει με μεγάλα σταθερά βήματα πάνω στην
άμμο, ετοιμάζεται να βουτήξει. Καταφέρνω να δω το σχεδιάγραμμα του σώματος της.
Φαρδιές πλάτες, μεγάλα ακάλυπτα στήθη, τα πόδια της είναι ελαφρώς κοντύτερα σε
σχέση με το κορμό του σώματος της. Τα μαλλιά της είναι ξανθά, ελαφρώς ανάστατα
κατσαρωμένα μαλλιά που φθάνουν λίγο κάτω από τους ώμους.
Όταν πια
θα βγει και εκείνη, σχετικά σύντομα, από τη θάλασσα (δεν είχε κολυμπήσει, είχε
μπει απλά για δροσιστεί) θα την παρατηρήσω καλύτερα. Φορούσε μαύρο μαγιό, το
οποίο έκρυβε το σύνολο του σχετικά πλακουτσωτού πισινού της ο οποίος
διακρινόταν από χαλαρότητα. Το δέρμα της ήταν μαυρισμένο έπειτα από την
πολυήμερη παραμονή της στο κάμπινγκ, δεν έκανε όμως έντονο μαύρισμα, είχε
αποκτήσει το χρώμα σοκολάτας γάλακτος αντί για μαύρης. Ήταν φυσική ξανθιά, ή
μάλλον, για να είμαστε ελικιρνείς, τα άνοιγε λίγο τα μαλλιά της, καστανόξανθη είχε γεννηθεί
πριν από 36 χρόνια, ήθελα όμως να την φαντασιώνομαι ξανθιά, είχε συνηθίσει να
νοιώθει ξανθιά, κατά συνέπεια, ήταν ξανθιά, ξανθιά σκέτο. Το ύψος της ήταν γύρω
στο 1.70.
«Το
στήθος της μπορεί να θρέψει ολόκληρο το κάμπινγκ» σκέφτομαι καθώς ζουμάρω αυτόματα
στα βυζιά της.
Η σκέψη
μου με ξαφνιάζει, μοιάζει να ξεπηδά από την σύναψη κάποιων νευρώνων οι οποίοι
αδιαφόρησαν ολότελα για την επιθυμία μου να αποστασιοποιηθώ από τον κόσμο των
αισθήσεων εκείνο το απόγευμα, κόσμος που διαταράσσεται τόσο εύκολα μονάχα από
τη φευγαλέα λάμψη μιας γυναίκας, ενίοτε μάλιστα διαταράσσεται οριστικά και
αμετάκλητα για τους ζηλωτές της προσωπικής επανάστασης που φέρνει στη ζωή ενός
ανθρώπου ο έρωτας, αμετανόητους ζηλωτές, υπό την έννοια πως είναι πλήρως
ενήμεροι πως έπειτα από τους σκοπούς των σπουργιτιών που συνοδεύουν τις
εκρήξεις χαράς των γυμνών κορμιών των εραστών τους πρώτους μήνες θα καταφθάσουν
τα κρωξίματα πεινασμένων γερακιών τα οποία θα στοχεύουν απευθείας στην καρδιά. Για
το συκώτι άλλωστε, υπάρχει και το αλκοόλ.
Είχα
κατέβει στην παραλία με τον «Ωραίο Λοχαγό» του Μένη Κουμανταρέα ανά χείρας, με
είχε ήδη συνεπάρει η ιστορία της πτώσης ενός ανθρώπου ο οποίος συνάντησε κάποτε
στο διάβα του ένα ανυπέρβλητο τείχος από ανθρώπινη ανικανότητα, ανεπάρκεια,
νοσηρότητα και μνησικακία – νεοελληνική τρόπον τινά και αρκούντως επίκαιρη μερικές
δεκαετίες αργότερα.
Τα βυζιά
της ήταν πεσμένα σε σχήμα καμπάνας μόνο που το πάνω τους μέρος δεν ήταν καθόλου
αδύνατο, απεναντίας, τα στήθη της ήταν μια εκκωφαντική καμπάνα που θα μπορούσε
να ξεσηκώσει ολόκληρο το χωριό. Στην προκειμένη περίπτωση, κάμπινγκ. Το στήθος
της αποτελούσε το κέντρο βάρου του σώματος της με τον ίδιο τρόπο που ο
Κριστιάνο Ρονάλντο προβάλλει ασυναίσθητα τους κοιλιακούς του, και όχι φερ
ειπείν τα μπράτσα του, τρέχοντας στο χορτάρι. Ήταν πάντως στήθη τα οποία δεν πλασάρουν
στην τηλεόραση, περιοδικά, και φωτογραφήσεις μόδας, με την εξαίρεση των
πορνοσάιτ όπου εκεί πωλούνται τα πάντα. Τα βυζιά της χοροπηδούσαν ελαφρώς καθώς
περπατούσε, χώρια οι πληθωρικές της θηλές και ρόγες οι οποίες αποτελείωσαν τις
όποιες αντιστάσεις μου. Είναι κάποιες φορές άλλωστε που η ανισοβαρής σχέση
μεταξύ μεγάλου στήθους-μικρής θηλής προκαλεί ρήγματα στο φαντασιακό σου – εν τω
μεταξύ, οι μικρές ρόγες στα στήθη μιας γυναίκας στολίζουν σαν διαμάντια ένα
μικρό στητό στήθος ενω μοιάζουν με απομίμηση πολύτιμου λίθου πάνω σε ένα μεγάλα,
αληθινά ή όχι, βυζιά.
«Το
στήθος της μπορεί να θρέψει ολόκληρο το κάμπινγκ» σκέφτομαι εκ νέου, μια σκέψη που
μπορεί να με έβαζε σε μπελάδες αν μια μέρα δραπέτευε από τη φαντασία μου.
Αναρωτήθηκα
προς στιγμήν πως ήταν δυνατόν να με διεγείρει τόσο το στήθος της μιας και ήταν
από πάντοτε ξεκάθαρο σε εμένα, ήδη από τα χρόνια της ανήλικης ζωής μου, πως το focus point της libido μου είναι τα οπίσθια μιας γυναίκας – έπειτα από το
πρόσωπο φυσικά! Ήταν ένδειξη ωριμότητας; Ή μήπως σημάδι παλιμπαιδισμού μέσω
μιας υποσυνείδητης επιθυμίας για επιστροφή σε μια νηπιακή κατάσταση όπου το
στήθος μιας γυναίκας αποτελεί πηγή ζωής για ένα βρέφος;
«Αν
γινόταν να κρυφτεί για λίγο αυτός ο καταραμένος ήλιος ώστε να βγάλω απερίσπαστος τα
συμπεράσματα μου!» σκέφτηκα, κομματάκι θυμωμένος ξαφνικά με τις αδηφάγες
ορέξεις του.
Αναζητώντας
επειγόντως μια πειστική εξήγηση, χρειάστηκε εν τέλει να κάνω πολλές βουτιές στα
κρύα νερά με ανοιχτά τα μάτια ώστε να υπενθυμίσω στον εαυτό μου πως είχα κάποτε
αποφασίσει να αγαπώ όλες τις γυναίκες, και αυτό θα ήταν δυνατό μονάχα αν δεχόμουν
πρωτίστως το δικό τους βλέμμα πάνω στο σώμα τους, θα ήταν δηλαδή καλύτερα να
μην προβάλλω τις δικές μου επιθυμίες πάνω τους αλλά να εμπιστευτώ απόλυτα τη
δική τους αίσθηση του σώματος τους, το βίωμα του σώματος τους, την προσωπική
του ιστορία, με την ανεξαρτησία που το χαρακτηρίζει κατά τη διάρκεια των
καλοκαιρινών διακοπών, με την ελπίδα φυσικά να μην είχαν οι ίδιες επιτρέψει στα
όποια πρότυπα ομορφιάς επικρατούσαν ανά περίοδο (πάντοτε σύντομη εδώ που τα
λέμε) να κυριαρχήσουν πάνω στο σώμα τους.
Η ξανθιά
των ονείρων μου είχε αποφασίσει λοιπόν να βαδίζει με τα στήθη της να μιλούν για
εκείνην, θα ήμουν εντελώς κουφός, για να μην πω ανόητος, αν έκανα πως δεν
άκουγα αναζητώντας πάνω στο κορμί της έναν ορθωμένο, πλατύ, ολοστρόγγυλο κώλο, ή
μια καμπυλωτή μέση, ή δύο μακριά λεπτά πόδια που θα τυλίγονταν με ορμή γύρω από
την πλάτη σου, δέσμιος της ηδονής πάνω στο κρεβάτι.
Θα
μπορούσε βέβαια αντί για στήθη το σημείο απογειώσεως να ήταν μια κάπως ανοιχτή
λεκάνη, πόδια, ξανθά μαλλιά, γκριζογάλανα μάτια αλλά ακόμα και μια ελαφρώς στραβή
μύτη, μια στρουμπουλή μύτη, φακίδες στο πρόσωπο, πλούσια μαύρα φρύδια, χείλη
που σχηματίζουν το περιβόητο «τόξο του έρωτα» – η αφετηρία του ταξιδιού, που εύχομαι
να μην βρει ποτέ τελικό προορισμό, πιθανόν να εντοπίζεται σε εκείνη την ελιά
πάνω από τα χείλη της Σίντι Κρόφορντ, την αρχική προσωπική μου προτίμηση από
την παρέα των “Big Five” των supermodels της δεκαετίας του ’90,
προτού βεβαίως μια φωτογράφηση της Έβα Χερτζίγκοβα στο περιοδικό Photo μου αλλάξει γνώμη κατά τη διάρκεια μιας εφηβικής νύχτας.
Η πιο
αγαπημένη μου ξανθιά από το κάμπινγκ κατέβαινε καθημερινά στην παραλία μόνη. Άλλοτε
καθόταν παρέα με την πετσέτα της, κάποιες φορές άραζε με άλλες παρέες. Συναναστρεφόταν
διάφορους, αλλά πάντοτε για λίγο. Δούλευε σε κάποιο καφέ στο λιμάνι του νησιού.
Βρισκόταν στο νησί για τους δικούς της προσωπικούς λόγους, πιθανότατα
διαφορετικοί από την εκπρόσωπο του θεού του έρωτα στο κάμπινγκ.
No comments:
Post a Comment