ΙΙ
Η μεσήλικη
Ιταλίδα που είχα συναντήσει την πρώτη μου μέρα στην παραλία ωστόσο είχε στεριώσει
καθότι παντρεμένη ήδη 14 χρόνια. Είχε καταφθάσει στην παραλία του κάμπινγκ μαζί
με την οικογένεια της και το λουλουδάτο μπικίνι της κατά τις 11:00, είχαν λίγες
ώρες μπροστά τους έως ότου επέστρεφαν στο γειτονικό και, πολύ μεγαλύτερο,
Κυκλαδίτικο νησί όπου θα περνούσαν το μεγαλύτερο μέρος των διακοπών τους.
Η ηλικία
της ήταν γύρω στα 45-50, ξανθιά, με ύψος λίγο πάνω από το 1.75. Είχε κάποια
περιττά κιλά, κυρίως στους γοφούς (όπου το δέρμα της είχε χαλαρώσει αρκετά) που
έρχονταν σε αντίθεση με τα λεπτά της άκρα. Αν ήταν ζώο, θα ήταν σίγουρα
ελαφίνα. Συνοδευόταν από τον περίπου συνομήλικο καλοστεκούμενο γκριζομάλλη
σύζυγο της, τα δύο ανήλικα ζωηρά παιδιά της, αλλά και τη μητέρα της. Η γηραιά γυναίκα,
μόνο σύμφωνα με την ηλικία που αναγραφόταν στην ταυτότητα της, είχε αγορέ λευκό
μαλλί με γκρίζες ανταύγειες και ένα ιδιαίτερα έντονο διαπεραστικό βλέμμα. Δεν
έδειχνε καθόλου κουρασμένη, ούτε από τη ζωή, πόσο μάλλον από τις ολιγοήμερες διακοπές
της στην Ελλάδα. Καθώς περπατούσε, κοσμήματα κουδούνιζαν στα χέρια και τα πόδια
της. Ήταν αγέρωχη, σοβαρή, με μεγάλη αυτοπεποίθηση. Οι δύο γυναίκες, μαζί με τα
παιδιά, τσαλαβουτούσαν στα ρηχά, έκοβαν βόλτες στην παραλία. Ο άντρας
αναπαυόταν ξαπλωμένος στην πετσέτα του, με το αριστερό χέρι στήριζε το κεφάλι
του μέσω του οποίου επόπτευε την παραλία, και τους κώλους των κοριτσιών εδώ που
τα λέμε, εναλλάξ με την ανάγνωση μιας οικονομικής εφημερίδας.
Κάποια
στιγμή, η Ιταλίδα θα αποχωριστεί τον στηθόδεσμο της, ο σύζυγος της θα
αποχωρούσε λίγο αργότερα προτιμώντας τη σκιά (και το μενού) στο παρακείμενο
καφέ. Το στήθος της ήταν μεσαίου μεγέθους, κάπως ρυτιδιασμένο, πεσμένο φυσικά,
οι ρόγες της ήταν μικρές, αδιάφορες. Τα παιδιά συνέχιζαν αδιατάρακτα το
παιχνίδι τους στα ιδιαίτερα κρύα νερά της θάλασσας. Όσο για τη γιαγιά, θα στεκόταν
δίπλα στην κόρη της όταν εκείνη θα αποχωριζόταν και το μπικίνι της ώστε να
αποκαλυφθεί το μουνί της - είχε μεγάλα παχιά χείλη, ήταν πλήρως αποτριχωμένη. Ολόγυμνη
πλέον, χαμογελούσε πότε προς τη θάλασσα, πότε προς τον ουρανό, αναπολώντας
ολοφάνερα τα νεανικά της χρόνια, τότε που ο γυμνισμός ήταν πάντοτε στο μενού
των διακοπών εκείνης και της πολυάριθμης παρέας της. Όταν τα πιτσιρίκια κατευθυνθούν
ανυπόμονα προς το παρακείμενο καφέ μπιτς μπαρ, λαχταρώντας να λάβει χώρα η ιεροτελεστία
των παιδικών διακοπών, της παραγγελίας παγωμένου αναψυκτικού συνοδεία από
τηγανητές πατατούλες δηλαδή, θα μείνουν πλέον οι δυο τους.
Η μητέρα θα
κοιτάξει αυστηρά, ανυπόμονα, προς τη μεριά της κόρης της η
οποία όλα αυτή την ώρα στέκεται όρθια – δεν είχε ξαπλώσει στην πετσέτα της ούτε
για μια στιγμή. Μοιάζει να της λέει «ντύσου, μάζεψε τα πράγματα σου, και πάμε να
βρούμε την οικογένεια σου». Στο τέλος, θα αποχωρήσει μόνη της, κάπως
δυσαρεστημένη είναι η αλήθεια.
Η
μεσήλικη Ιταλίδα θα περάσει λίγα λεπτά κάτω από τον καυτό ήλιο ολομόναχη. Για
λίγα λεπτά η γύμνια της δεν έμοιαζε με εκείνη των υπολοίπων παραθεριστών, έμοιαζε
παράταιρη, αρκούσε ένα βλέμμα αποδοκιμασίας από τη μητέρα της ώστε να
εξατμιστεί το συννεφάκι της νοσταλγίας της νεότητας. Εμφανώς ηττημένη, θα
φορέσει με γρήγορες κινήσεις το μπικίνι της και θα κατευθυνθεί προς το καφέ.
No comments:
Post a Comment