24.9.20

ΜΕΘ

 

Ένα tribute στον Αρανίτση (έναν από τους ανθρώπους που μας έκαναν ανθρώπους), κατά βάση στα δύο κείμενα του για τη Lifo το καλοκαίρι που μας πέρασε, ένα delirium 3.414 λέξεων στο οποίο αναπαράγονται οι ιδέες του, βάζουμε κι εμείς το κατιτί μας για ότι μας τρώει και επείγει.

 

 

1

 

Αν ο Ευγένιος Αρανίτσης έχει δίκιο ή άδικο αναφορικά με τον Κωστή Παπαγιώργη έχει, αναμφίβολα, τη σημασία του, μεγαλύτερης σπουδαιότητας ωστόσο είναι η διατύπωση αυτή καθεαυτή του ερωτήματος, ήδη πριν την διερεύνηση της απάντησης –

που ανήκει η ψυχή του Παπαγιώργη;

Μήπως κρύβεται ανάμεσα στα στοιχεία της ηθικής φιλοσοφίας των ξακουστών σοφών της Δύσης, εκείνους που κάποτε ο Παπαγιώργης αποστήθισε έως ότου βαρεθεί να καταπίνει τα κουκούτσια από τις ελιές των άλλων και αποφασίσει, σωτήρια για όλους μας, να φυτέψει μια υπεραιωνόβια ελιά από μόνος του; Ή κάπου αλλού;

Φιλοσοφικό το ερώτημα εν μέρει, όχι πάντως ακαδημαϊκής φύσεως, περισσότερο της καθημερινότητας θα λέγαμε, έχουν και οι Δευτέρες φιλοσοφικό βάθος, όπως και τα ανεμοσκορπίσματα του Σαββατόβραδου και οι καταδύσεις στο έρεβος της Κυριακής, πόσο μάλλον που οι φιλόσοφοι του σήμερα (στη σκιά των Σοφιστών που σταδιοδρομούν με πτυχία στην οικονομετρία από κάποιο δευτεροτρίτο πανεπιστήμιο της Γηραιάς Αλβιόνας κι ενίοτε ως παντογνώστες δημοσιολόγοι στα social media), έχοντας αποτραβηχτεί εντός της Ακαδημίας και εξασκώντας τη φιλοσοφία ως μια αποκλειστικά θεωρητική δραστηριότητα όπως το θέτει ο Θεοφάνης Τάσης, ασχολούνται αποκλειστικά με τους ομολόγους τους των αρχαίων χρόνων οι οποίοι βέβαια λογάριαζαν την καθημερινότητα τους, στην εποχή μας αυτήν την ευθύνη έχουν αναλάβει οι επιστήμονες, κοινωνικοί και εκείνοι του μικροσκοπίου, οι πρώτοι μελετούν τα ίχνη που αφήνει ο άνθρωπος στην πόλη, οι δεύτεροι τον άνθρωπο ως ίχνος ενός χωροχρονικού συνεχές, για να είμαστε πιο ακριβείς, αν θέλεις να μάθεις τι συμβαίνει γύρω μας τον τελευταίο που πρέπει να ρωτήσεις είναι έναν απόφοιτο φιλοσοφίας του Μ.Ι.Θ.Ε., πόσο μάλλον αν μαθήτευσε κοντά στον Αριστείδη Χατζή στο διανοητικό σύμπαν του οποίου η Ιστορία είναι πιθανότατα παράγωγο αλγορίθμων Made in U.S.A., από την ίδια χώρα προέρχεται άλλωστε και η γυαλιστερή οδοντοστοιχία του, οπωσδήποτε χρήσιμη στην εποχή που ο πολιτισμός της εικόνας καθορίζει αναπόδραστα πλέον το φαντασιακό των φοιτητών που κάνουν διάλλειμμα από τα θρανία όχι πια στο κυλικείο με καφέ αλλά στο Instagram με τη θέα κάποιου αγνώστου στη θάλασσα εναλλάξ με ένα πιάτο φαί, υποθέτουμε πως κάποιος Ρωσοφοβικός Αμερικανοκίνητος αλγόριθμος που ψηφίζει σταθερά Clinton, ανεξαρτήτως φύλου, θα πρέπει να του έδωσε στο πιάτο το αποτέλεσμα «δικτάτορας» όταν έβαλε στη μηχανή αναζήτησης το «τι ήταν ο Καποδίστριας?»·

καθότι φιλοσοφικό λοιπόν το ερώτημα που αφορά το Παπαγιωργικό είναι η απάντηση δύναται να βρεθεί στο θυμόσοφο γήπεδο του Αρανίτση όπου ο ίδιος διατηρεί σαφέστατο πλονέκτημα, αν πάρουμε τοις μετρητοίς τη δήλωση περί της μυστικιστικής του σχέσης με τη φύση και τον έρωτα τότε δε μένει τίποτα εκτός, πεδίο βολής του συγγραφέα δεν είναι άλλο από ολόκληρη την επικράτεια του ορατού και του αοράτου, εύκολα θαλασσοδέρνεται βέβαια κανείς μέσα στους ωκεανούς των συναισθημάτων και των μυστηριακών εξάρσεων του καλοκαιριού, όπως πνίγεται και ο ένθερμος του αλκοόλ μέσα σε ένα μπουκάλι βότκα, το τόνικ όπως και να ‘χει διατηρεί ευφημιστικό χαρακτήρα, τα πάθη εξακολουθούν να σε καίνε παρά τις μπουρμπουλήθρες, το γνωσιακό πάθος του Αρανίτση δεν προκύπτει αποκλειστικά από τις υπερωρίες στη βιβλιοθήκη γι’ αυτό και μιλάει για τον Παπαγιώργη ανασύροντας μνήμες μέσα από τις στιγμές απαραλλήλιστης διαύγειας που προκύπτουν πάνω στο μεθύσι, το αλκοόλ, ως γνωστόν, δεν λειτουργεί ως word generator με τον τρόπο που το επιτυγχάνουν η κοκαΐνη και οι αμφεταμίνες (είχε προηγηθεί βέβαια ο Andy Warhol και το speed = κονσέρβα τοματόσουπας Campbells σε 32 γεύσεις), εξού και η εξαιρετική δημοφιλία τους σε κόσμους όπου ο χρόνος ισούται με το χρήμα, παραδείγματος χάριν ανάμεσα σε σεναριογράφους του Χόλυγουντ (με καθήκοντα να γράψουν και να ξαναγράψουν το ίδιο μελοδραματικό story δεκάδες φορές στην καριέρα τους) και του HBO οι οποίοι οφείλουν να εφευρίσκουν twist plots για όσες τηλεοπτικές σεζόν μένουν ευχαριστημένοι με την τηλεθέαση οι διαφημιστές, ασφαλώς περισσότερες απ’ όσες επιθυμούν πραγματικά οι τηλεθεατές, έχει κόστος για τον θεατή το fan service βλέπεται, όπως καθετί στη ζωή, το μεθύσι λοιπόν δεν επιταχύνει αλλά ξεδιαλύνει το τοπίο από την ομίχλη της καθημερινότητας, κατά συνέπεια, το αποτέλεσμα που προκύπτει προσφέρεται συχνά ως σκηνή μυστικιστικής Αποκάλυψης, την πιο βαθιά πηγή ανθρώπινης γνώσης δηλαδή·

όσο αφορά πάντως το «κράνος» με το οποίο πιθανολογείται πως σουλατσάρει ο Νικήτας Σινιόσογλου, ο Αρανίτσης μάλλον αδιαφόρησε να αναρωτηθεί γιατί εκείνος και η παρέα της Καλλιδρομίου δεν ανησυχούσαν μην τους πέσει ο ουρανός στο κεφάλι σαν τους Γαλάτες του Αστερίξ,

τότε, στα ‘80s, κάθε νέο σκαλοπάτι στα σκαλιά της Καλλιδρομίου αντιστοιχούσε σε ένα επιπλέον Μεσογειακό Ολοκληρωμένο Πακέτο που προσφέρονταν χωρίς conditionality ή μνημόνια, ούτε μεθυσμένος δεν γλυστρούσες από τα σκαλάκια της καρδιάς των Εξαρχείων, κι αν ακόμη συνέβαινε το αποτρόπαιο υπήρχε απλωμένο το προστατευτικό δίχτυ μιας ακμάζουσας μεσαίας τάξης,

σήμερα, κατεβαίνοντας τα φαγωμένα βίαια στις άκρες σκαλοπάτια στο ίδιο ακριβώς σημείο του χάρτη κινδυνεύεις να βρεθείς κατρακυλώντας στην καρδιά του Λεβάντε, στην πλατεία των Εξαρχείων δηλαδή η οποία βρίσκεται πλέον λιγότερο σε επαφή με το Παρίσι (όπως στην εποχή του Παπαγιώργη και του Βακαλόπουλου) και περισσότερο με το εξεγερμένο Αλγέρι του Τζίλο Ποντεκόρβο, όπως υποδεικνύει και ο προ ετών εμπρησμός του Γαλλικού Ινστιτούτου, οι δράστες θα παραμένουν άγνωστοι όσο το Ανατολικό Ζήτημα θα φουντώνει αποζητώντας νέες ιστορικές απαντήσεις, νέες θυσίες, ο Ευγένιος φαίνεται να μην υπολόγισε δηλαδή τα αστικά ερείπια που συσσωρεύονται διαρκώς γύρω μας (#urbanruins) ώστε ο φλανέρ να περιδιαβαίνει συχνά με φόβο μη του έρθουν σοβάδες στο κεφάλι από το μπαλκονάκι ενός ακόμη παρατημένου κτιρίου κάπου στο κέντρο της Αθήνας, κάθε φωτογραφημένο ερείπιο και μια απόδειξη πως επιβιώσαμε της πτώσης τους,

ένα full face κράνος χρησιμεύει πλέον και για την προστασία μας από τον κορωνοιό που φαίνεται να συμπυκνώνει το πνεύμα (zeitgeist) της εποχής του risk society, concept που ξεκίνησε να απογειώνεται έπειτα από τη δεκαετία του ’90,

επιπλέον, αν ο Σινιόσογλου συνοδεύει το κράνος με «αλεξίσφαιρο γιλέκο» είναι επειδή στις δικτυωμένες μέρες μας δύναται να γράψεις ένα άρθρο και σε ένα λεπτό να γνωρίζεις τι νομίζει γι’ αυτό ο οποιοσδήποτε, άλλοτε άνθρωποι και ενίοτε φαρμακερές οχιές που κρύβονται πίσω από αμένσιοτα και avatar, ιδέα που ακούγεται τρομακτική στην συγγραφέα Zadie Smith η οποία πιστεύει πως όσοι μπαίνουν στον χορό του feedback loop έχουν σίγουρα “touch skin,” σαν να λέμε πανοπλία δηλαδή,

ας προσθέσουμε, τέλος, πως από τη στιγμή που η κατά κεφαλήν κατανάλωση αλκοόλ ανάμεσα στους θαμώνες του Ένοικου μειώθηκε δραματικά τα τελευταία χρόνια, σε παράλληλη τροχιά με την απαγόρευση του καπνίσματος, νομοτελειακά αυξήθηκε κατά πολύ ο αριθμός των σνομπ παρατηρητών, κι έτσι, αν δε θες να τρυπήσει το δέρμα σου η κοινωνιοαπάθεια του ενός και του άλλου αναγκάζεσαι να βάλεις το γιλέκο, αρκεί φυσικά να μην ξεχάσεις να το βγάλεις όταν φθάσει η ώρα σου να δεχτείς τα βέλη του έρωτα, ετούτο βέβαια επαφίεται στο ταλέντο για ζωή του καθενός από εμάς.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

No comments:

Post a Comment