8.8.22

Smog of Fate

 


 

Εν μέσω ενός εξωπραγματικού όργιου, μια αίσθηση παντοδυναμίας με συνεπαίρνει, state of mind: poetic delirium, ποτίζεται από την μαγεία της Hollywoodιανής σκηνής στην οποία κατά τύχη παρίσταμαι,

«φάε τα βατράχια σου Paul Thomas Anderson!»

ουρλιάζω στην μέση του δρόμου, «και αφαίρεσε αν θες και είκοσι λεπτά από το Magnolia στο anniversary edition», δεν ήταν φυσικά η καταλληλότερη στιγμή για την μετάφραση δυσερμήνευτων γεγονότων μέσω κινηματογραφικών αναφορών, ούτως ή άλλως, in Australia, each year, for a little while, it rains spiders, the phenomenon is called ballooning, και τότε ακριβώς ο στρατηγός άνεμος θα προσγειώσει έναν κολλαριστό George Washington στο κούτελο μου, συνέρχομαι απότομα,

ένα τραγούδι, να το πω, κι αυτό είναι όλο,

ένα drone πετάει ψηλά στον ουρανό, θυμίζει βάτραχο που φόρεσε φτερά, αδειάζει δολλάρια μέσα από την κοιλιά, dollars ex machina,

ακολουθούν leaflets με οδηγίες για το κοινό, τα χρήματα προορίζονται να ξοδευτούν στο 24h cosmos mini market του ‘Breaking the Ice’, ένα νέο πολυμορφικό κέντρο που πρόκειται να ανοίξει στην γειτονιά στην θέση ενός εγκαταλελειμμένου εργοστάσιου Παγοποιίας, θα φιλοξενεί επίσης workshops και αστικά retreats, festivals,

την νοιώθω να πλησιάζει, την γυναίκα που έτρεξε το project, βρισκόταν στην Αθήνα ως εκπρόσωπος ενός fund που δραστηριοποιείται στον χώρο του real estate στην αγορά του Levante στο χαρτοφυλάκιο ακινήτων του οποίου είχε καταλήξει ένα εργοστάσιο πάγου στο κέντρο της Αθήνας, σύμβολο μιας άλλης εποχής, πέρασε, δίχως να αντικατασταθεί από βιώσιμη άλλη,

σηκώνω το βλέμμα, fit κορμάρα σαρανταπεντάρα με leather outfit, σαν να επέστρεφε από συναυλία international rock artist στο Ηρώδειο, cosmopolitan, απροσδιόριστη, και συνάμα κάπως αδιάφορη, η χώρα της καταγωγής της, έχει ζήσει και εργαστεί σε Γερμανία, Παναμά, Χονγκ Κονγκ, Η.Π.Α., Λίβανο ως asset manager, real estate consultant, risk manager,

κάποτε, όλοι ήθελαν να είναι, έστω να μοιάζουν, Αμερικανοί,

οι global citizens αποτελούν την ιστορική συνέχεια -με πολιτισμικούς όρους- του Americanization, shopάρουν στο Amazon, scrollάρουν στο Facebook, γουστάρουνε στο Instagram στο i-phone τους, story goes on,

 

-        «η ενδοχώρα των λεγόμενων μέγα-πόλεων (mega-cities) δεν είναι το έδαφος των κρατών επί των οποίων βρίσκονται, αλλά ο πλανήτης, η ύπαρξη τους προϋποθέτει πολλαπλούς δεσμούς και συνεχείς ροές που τις συνδέουν με τα δίκτυα της πλανητικής τους ενδοχώρας, πλανητικό κέντρο δεν είναι ένα κράτος, αλλά η διασύνδεση και η δομή, τα δίκτυα που δημιουργούν αυτά τα γιγαντιαία αστικά συμπλέγματα μεταξύ τους,

όπως παλαιότερα, έτσι και τώρα, η κύρια αντίθεση στα μεγάλα αστικά κέντρα δεν είναι ελεύθερος και δούλος, πολιτισμένος και βάρβαρος, εργάτης και αστός, πατριώτης και άπατρις, μετανάστης και πολίτης, πιστός και άπιστος (πόσο μάλλον αριστερός και δεξιός): 

η κύρια αντίθεση είναι οι κοσμοπολίτες και οι επαρχιώτες,

η εξέλιξη είναι γνωστή και συνεχώς επαναλαμβανόμενη, με διαφορετικές διαδρομές και παρακάμψεις μεν, κοινή κατάληξη δε:

η επαρχία αμύνεται αντιδραστικά, ηττάται, στο τέλος συνήθως συντριπτικά,

το πνεύμα, οι κανόνες και η κυριαρχία της κοσμόπολης επικρατούν, το γιγαντιαίο κοσμοπολίτικο Κέντρο απορροφά τα πάντα, όλο το περιεχόμενο των ιδεών και της ιστορίας, ξεζουμίζοντας αχόρταγα ολόκληρη την Περιφέρεια, καταπίνοντας συνεχώς νέα ρεύματα ανθρώπων, αγαθών και νέων ηθών»,[1]

 

το σώμα μου τραντάζεται καθώς με προσπερνά, τρίζω ολόκληρος, στο τρίτο βήμα με το αριστερό αναγκάζομαι να στηριχτώ στον κορμό μιας νερατζιάς, ευτυχώς ακλάδευτης, βαστιέμαι να μην πέσω, ξεσπάει στο κορμί μου το ακριβές ποσό σε συνάλλαγμα της έξαψης που είχε προφτάσει να αποθηκευτεί προηγουμένως,

η ισχύς της το κορμί μου το σαρώνει, με σκλαβώνει, το πορώνει, με τυφλώνει, κυριαρχεί και επί του νου, αποπλανεί, “seduction is always more singular and sublime than sex and it commands the higher price[2],

«η γοητεία, κατά τον Baudrillard, είναι εκείνη η δυσκαθόριστη κατάσταση που αναδύεται από τη σύγκρουση αυτού που φανερώνεται κι αυτού που προσπαθεί να κρυφτεί»,[3]

τι συγκρούστηκε: ότι εμφανίζεται αντανακλαστικά σε κάθε της βλέμμα νεύμα βήμα, her might, her strength, με εκείνο που δοκίμασε να κρύψει προς στιγμήν φορώντας ένα πρόχειρο χαμόγελο, την περιφρόνηση της για τον κοινό βίο...

δεν ήταν ανασφάλεια, ή φόβος· I was in awe:

 

«Το μόνο που μετράει είναι η επιτυχία, το μόνο που έχει αξία είναι η δύναμη. Αλλά η δύναμη η ωμή, η γυμνή, η μετρήσιμη, όχι εκείνη η απωθημένη και μεταμορφωμένη και εξιδανικευμένη που τα στερημένα μας ήθη ακόμη δοξάζουν. Η δύναμη η πρωτογενής που πηγάζει από ένα καμπύλο κορμί. Ένα ευτραφές πορτοφόλι. Ένα επίφοβο σκήπτρο.

Αυτή η δύναμη φέρνει εμπρός μας τους κόσμους. Για τούτη τη δύναμη η απόκτηση της δικαιολογεί κάθε θυσία, κάθε θύμα. Δολώνοντας τους ακόρεστους πόθους μας, δίνει κίνητρο στην ακινησία, χαράσσει οδούς προς την πρόοδο, προτείνει αγωγούς στην παραγωγικότητά μας. Κεντρίζοντας ματαιοδοξίες, συδαυλίζοντας μόνιμους φθόνους, σπάζει την κρούστα της οκνηρίας, της απάθειας, του «καλά είμαι εδώ». Έτσι, παραδειγματίζοντας, χτίζει το Μέλλον.»[4]

 

***

Κάποτε, θα τύχει να επιστρέψω Αχαρνών για 250 γραμμάρια Τούρκικου καφέ, σκούρου τούτη τη φορά, όπως τον προτιμούν Βαλκάνιοι, σύμφωνα με την ιδιοκτήτρια, μια βραχύσωμη ευκίνητη κυρία άνω των εβδομήντα ετών, τα μαλλιά της κοντοκουρεμένα, «είκοσι χρόνια τον ελληνικό τον πωλούσα στην ίδια τιμή», σαράντα εννέα (49) χρόνια τον φρεσκοκόβει, «θα γίνει κάπως σαν είδος πολυτελείας, έτσι δεν είναι;» γνέφω συγκαταβατικά, περηφανεύεται για τους παλιούς πελάτες της που έρχονται από μακριά, επίσης στεναχωριέται, δεν υπάρχει κάποιος να συνεχίσει την επιχείρηση·

 

-        «Στο κέντρο της Αθήνας είδα ένα Μεξικάνικο εστιατόριο, καινούργιο, δίπλα ακριβώς ήταν κάτι που έμοιαζε με Κινέζικο εστιατόριο, λίγο παραπέρα ήταν ένα Γιαπωνέζικο μπαρ, και εμβόλιμο ένα μεταμοντέρνο Ελληνικό φαγάδικο, είχα ακριβώς την αίσθηση που είχα σε κάποιους δρόμους της Σιγκαπούρης, ότι δεν είμαι πουθενά, αλλά ταυτόχρονα κάτι συμβαίνει, αυτά τα στέκια είναι βραχύβια, είναι φτιαγμένα για να ζήσουν 2,3,4,5 χρόνια, δεν υπήρχε καμία αίσθηση ριζώματος, καθώς στάθηκα εκεί και κοιτούσα ένα μη τόπο, υπάρχει μια απόλυτη ρευστοποίηση, πολύ βολική, πολύ άνετη, και ταχύτατη, εκεί έρχεται στο νου μία βασική χαϊντεργκεριανή ιδέα πως δεν είναι τόσο άσχημο να έχεις έναν κόσμο, αλλά για να έχεις έναν κόσμο, πρέπει να σχετίζεσαι με ένα χώρο, άρα οφείλεις να σχετίζεσαι με την ιστορία αυτού του τόπου, του χώρου...[5]

 

 

 

 

 

 

 

 


 



[1] http://cosmoidioglossia.blogspot.com/2020/11/blog-post_7.html

[2] Jean Baudrillard

[3] Κινηματογραφικά Θέματα, Βασίλης Ραφαηλίδης.

 

 

No comments:

Post a Comment