28.5.23

It's a cruel, cruel summer. Μια σεζόν στην Ακρόπολη.

 

Sandal Wars

 

«Έρχεται ο Βασιλιάς της Νιγηρίας...» με ενημερώνει, τσιτωμένος από τον ήλιο και την κούραση, κόντευε μία το μεσημέρι, ο συνάδελφος που μοιραζόμασταν το πόστο στην εξέδρα,

«μήπως εννοείς ο Πρόεδρος;» ρώτησα βιαστικά με το μυαλό στην αποστολή της εκκένωσης του πόστου της τελευταίας στιγμής,

«ο πρόεδρος των πετρελαίων είναι...» ισχυρίστηκε μια συμβασιούχος καθαρίστρια, είχε έρθει να σκουπίσει τα σκαλιά της εξέδρας εν όψει της άφιξης επισήμων.

 

Πράγματι, ο Mohammed Sanusi Barkindo, o Νιγηριανός 28ος Γενικός Γραμματέας του OPEC+ (επί των ημερών του προστέθηκαν δεκατρείς επιπλέον χώρες στον Οργανισμό Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών [OPEC]), επισκεπτόταν την Ελλάδα, θα συναντούσε τον Πρωθυπουργό σε μια επίσκεψη που εντασσόταν στο πλαίσιο της παγκόσμιας ενεργειακής κρίσης,  

"the ongoing war in Ukraine, a COVID-19 pandemic which is still with us, and the inflationary pressures across the globe have come together in a perfect storm; to put it bluntly, my dear friends, the oil and gas industry is under siege,"[1]

 

θα δήλωνε στην τελευταία ομιλία του, πριν τον θάνατο του στις 5 Ιουλίου του 2022, σε ηλικία εξήντα τριών ετών, λίγες μόλις μέρες πριν την λήξη της θητείας του, εκείνο το μεσημέρι της 14ης Ιουνίου ωστόσο, τίποτε δεν προμήνυε το πρόωρο τέλος, φωτογραφήθηκε χαμογελαστός μαζί με Έλληνες αξιωματούχους με φόντο τον Παρθενώνα,

στεκόμουν στην είσοδο της εξέδρας ώστε να εμποδίζω την ανάβαση των επισκεπτών, η μικρή ουρά που είχε σχηματιστεί περίμενε ανυπόμονη την αποχώρηση του -άγνωστου σε εκείνους- επισήμου και της συνοδείας του, έγχρωμοι άντρες της προσωπικής του φρουράς με blue black κοστούμια, Έλληνες με λινά κρεμ τσαλακωμένα, μια Ιταλίδα με τον σύζυγο της που τους είχαμε κατεβάσει άρον άρον μουρμούριζαν δυσαρεστημένοι, το έβρισκαν άδικο κάποιοι να έχουν ειδική μεταχείριση εις βάρος των άλλων, “who is that black guy anyway?” θα ρωτήσει με τεχνοτροπία Ιταλίδας μάνας, και συζύγου, που γίνεται στο τέλος μονίμως το δικό της, “no idea” παριστάνω πως δεν είχα ακούσει για τον βασιλιά των πετρελαίων, συνέχισε την γκρίνια,

λίγα λεπτά αργότερα, ο γενικός γραμματέας θα κατέβει τα τέσσερα μαρμάρινα σκαλοπάτια της εξέδρας και τότε ακριβώς, αναπάντεχα, εκτός πρωτοκόλλου, θα κοιτάξει, με το ύφος ελαφρά έκπληκτου ανθρώπου, το υπόδημα μου:

όσο το επέτρεπε ο καιρός, συνδύαζα σανδάλια με παντελόνι σκούρο μπλε και λευκό πουκάμισο, υποδεχόταν, ο Αφρικανός τεχνοκράτης, λευκούς αξιωματούχους με agbada και σανδάλια.

 

 

***

 

Στην ασάφεια, ο σανδαλολάτρης χαίρεται:

-        «η εμφάνιση και η αμφίεση πρέπει υποχρεωτικώς να είναι ευπρεπείς, θα απαρτίζεται από σκούρου χρώματος παντελόνι/φούστα, συνδυαζόμενο με μπλούζα/υποκάμισο κατά προτίμηση λευκού ή μαύρου χρώματος»,

σύμφωνα με την σύμβαση προσωπικού που είχα υπογράψει την απροσδιοριστία της οποίας, όσον αφορά τα υποδήματα, αποφάσισα να εκμεταλλευτώ προς όφελος μου παραχωρώντας στα σανδάλια το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού ως «ευπρεπή εμφάνιση/αμφίεση», βρισκόμασταν, την ίδια εποχή, στην Ελλάδα τουλάχιστον, εν μέσω ενός cultural war,

σανδαλολάτρες vs. σανδαλοκλάστες:

 

-        εν αρχή ην τα fake news, η εκκίνηση της σανδαλομαχίας δόθηκε με το επικοινωνιακό πυροτέχνημα σύμφωνα με το οποίο ένας Συριζαίος τριγυρνούσε ασεβώς με πέδιλα εντός του Προεδρικού Μεγάρου την ημέρα της γιορτής της δημοκρατίας – στην πραγματικότητα, ο φακός είχε αποθανατίσει έναν βιολιστή, ουδεμία σχέση με τον Σύριζα, της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ, λίγες ώρες πριν τη συναυλία·

 

-        ακολούθησε η δημόσια αποδοκιμασία του Μητροπολίτη Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμου για την αμφίεση του Αμερικανού πρέσβη, o George Tsounis φωτογραφήθηκε με Έλληνες αξιωματούχους φορώντας σανδάλια και T-shirt με στάμπα “Pride Beach”·

 

-        τέλος, υπήρξε και ο Paul Ευμορφίδης, εισήλθε με πέδιλα (τα κατασκευάζει και εμπορεύεται η κόρη του) στο Προεδρικό Μέγαρο με καλεσμένους το Βασιλικό ζεύγος της Ολλανδίας·

ο Μανώλης Κοττάκης, διευθυντής της Εστίας, εκπρόσωπος της Καραμανλικής λαϊκής δεξιάς με όρους πολιτικής αντιπροσώπευσης, είδε στην παραβίαση του πρωτοκόλλου ένδυσης μια βάναυση προσβολή του θεσμού της Προεδρίας της Ελληνικής Δημοκρατίας, ο οξύς τόνος του («ακόμα και ο Εσκομπάρ έβαλε κοστούμι») πιθανόν να εξηγείται πως τα βέλη του στόχευαν πρωτίστως στην Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η Πρόεδρος επρόκειτο να επισκεφθεί, μαζί με τον Υπουργό Άμυνας, το Κίεβο μία ημέρα αργότερα,

δεδομένου πως το βασιλικό ζεύγος έχει προσωπικές/επαγγελματικές σχέσεις με τον Ευμορφίδη, ο οποίος άλλωστε είναι και Ολλανδός (οικογένεια, επιχειρήσεις), διόλου απίθανο ο βασιλιάς Willem-Alexander και η βασίλισσα Máxima να μην προσβλήθηκαν από τον corporate ακτιβισμό του Έλληνα επιχειρηματία, να ‘χαν στο νου τα ξύλινα ποδήλατα που έλαβαν ως δώρο από τον Mr. Coco Mat, business opportunities - ο Mark Rutte, πρωθυπουργός της Ολλανδίας τα τελευταία δεκατρία χρόνια, πηγαίνει στο γραφείο του ποδηλατώντας.

 

Yπερασπίστηκα τα σανδάλια μου έναντι ενός αόρατου δικαστηρίου αναπτύσσοντας πλείστες υπερασπιστικές γραμμές:

απέναντι στους εργαζόμενους του Υπουργείου Πολιτισμού μέσω της επίκλησης της προστασίας των δικαιωμάτων της πολιτισμικής έκφρασης των μειονοτήτων·

στους σχολαστικούς ξεναγούς, κατοίκους νοτίων προαστίων, μιλούσα για τα έθιμα του τόπου μου («είμαι από την Κυψέλη!»)·

στους fashionistas επισκέπτες σχετικοποίησα την αρχαία πολιτιστική μας κληρονομιά ("its what Socrates and Pericles almost used to wear")·

τέλος, στους αρχαιολόγους απήγγειλα Marguerite Yourcenar:

-        «η ουσία, η δομή του ανθρώπου, δεν αλλάζει ποτέ, τίποτα δεν είναι σταθερότερο από την καμπύλη ενός ταρσού, από το σημείο κάποιου τένοντα ή από το σχήμα του μεγάλου δάχτυλου του ποδιού, αλλά υπήρχανε εποχές που τα παπούτσια παραμορφώνανε λιγότερο, στους αιώνες στους οποίους μιλώ, βρισκόμαστε ακόμα πολύ κοντά στην ελεύθερη αλήθεια του γυμνού ποδιού»·[2]

 

δεν υπερασπίστηκα τα σανδάλια μου ένα καυτό μεσημέρι του Αυγούστου,

η Πρόεδρος της Σλοβακίας Zuzana Čaputová πραγματοποιούσε επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα (θύμισε στους Έλληνες, με συνέντευξη της στην Καθημερινή, πως για την χώρα της μια ρωσική εισβολή δεν είναι θεωρητική πιθανότητα), έπειτα από την συνάντηση της με τον Πρωθυπουργό στο Μέγαρο Μαξίμου, πριν το επίσημο δείπνο στο Προεδρικό Μέγαρο με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας, επισκέφθηκε, ντάλα μεσημέρι, την Ακρόπολη,

έφρασσα την άνοδο στην εξέδρα ζητώντας από τους επισκέπτες την υπομονή τους για λίγα λεπτά, για όσο θα διαρκούσε η ξενάγηση της Προέδρου από την έφορο αρχαιοτήτων, συνοδευόταν από μια πολυμελή αντιπροσωπεία Σλοβάκων και Ελλήνων αξιωματούχων, αντρών των υπηρεσιών ασφαλείας των δύο χωρών, δεν είχαν προλάβει οι γραφειοκράτες να αλλάξουν ρούχα, κουστούμια και ταγιέρ σε συντηρητικές αποχρώσεις, λευκά πουκάμισα, γόβες και σκαρπίνια κατέκλυσαν τον χώρο με out of season επισημότητα,

η θέα του ανοικτού, δηλαδή απρεπούς, υποδήματος, έφερε την οργισμένη ξινίλα στο πρόσωπο μιας Σλοβάκας, λευκά σφιγμένα δόντια έκαναν την εμφάνιση τους, χαμόγελο θρίλερ, almost Jack Nicholson, my healthy fear,

my perfect fantasy, άγρια ομορφιά, το πρόσωπο της γραμματέως θύμιζε αρπακτικό πτηνό, σαρκοβόρο, μικρά κοφτερά μάτια, κομψή γαμψή μύτη, λεπτά χείλη, ελαφρά προεξέχον το σαγόνι, φορούσε ταγιέρ με λευκό πουκάμισο, κρατούσε μπλε φάκελο εργασίας στο δεξί της χέρι, δεν της ταίριαζε η ζέστη, ο ήλιος, τα σορτσάκια, αλλά το κρύο, υγρή, καθηλωτική, χιονισμένη Μεσευρώπη, ψηλές δερμάτινες μπότες, σκούφος, ένα μακρύ παλτό:

 

-        "I jumped on the idea of designing coats for women. It meant something to me – the idea of a coat guarding and hiding a woman’s body. For me, a woman who is absorbed in her work, who does not care about gaining one’s favor, strong yet subtle at the same time, is essentially more seductive. The more she hides and abandons her femininity, the more it emerges from the very heart of her existence."[3]


 

 

 

21.5.23

It's a cruel, cruel summer. Μια σεζόν στην Ακρόπολη.

 

Κούλα

 

«Η κυρία Βασιλική Παπαδοπούλου, ξεναγός, έπεσε και χτύπησε, θα χρειαστεί να καλέσετε γιατρό» με ενημέρωσε με αίσθηση κατεπείγοντος μια συνάδελφος της, κατευθύνθηκα λοιπόν σε υπερένταση προς το παλιό μουσείο κάνοντας ζιγκ ζαγκ ανάμεσα από τουρίστες με συσκευές-δέκτες του φορητού συστήματος ξενάγησης TGS να κρέμεται στο στήθος τους, εγγυώνται πως θα φθάσουν οι πληροφορίες στο αυτί τους, εξασφαλίζουν επίσης το απρόσεκτο βάδισμα·

την βρήκα να χαμογελάει, καθόταν στην σκιά, σε ένα μαρμάρινο παγκάκι, κηλίδες αίματος φανερώνονταν στο πίσω μέρος του κεφαλιού της.

 

Υπήρχαν διάφορες απόψεις για την ηλικία της Κούλας (όπως την φώναζαν όλοι), τους σκοπούς της:

-        «δεν χόρτασε 50 χρόνια στη δουλειά;»

-        «τι να τα κάνει τα χρήματα 85 χρονών γυναίκα;»

-        «τόσα χρόνια πάνω κάτω στην Ακρόπολη... 80 χρονών έφτασε, να κάτσει σπίτι της!»

Έγραψα δικό μου σενάριο: η κυρία Κούλα, ογδοντατεσσάρων ετών, εξασκούσε το επάγγελμα της ξεναγού τα τελευταία πενήντα εννέα χρόνια, το ‘χε βάλει πείσμα, θα γιόρταζε, το 2023, εξήντα χρόνια εργασίας -μόχθου, πλήρωσης, χαράς- στην Ακρόπολη.

Ο δρόμος της, που δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα αλλά με γρανίτη, σκυρόδεμα, και πέτρες, προκάλεσε -εν μέρει- την πτώση της στο έδαφος ανατολικά του Παρθενώνα την άνοιξη του 2019, το ατύχημα της κόστισε μια ολιγόμηνη παραμονή σε νοσοκομείο και μια αρθροπλαστική ισχίου, την αντικατάσταση των επιφανειών των οστών της άρθρωσης με τεχνητά εμφυτεύματα από μέταλλο.

Μέταλλο στο μέταλλο, αναγκάστηκε πάντως να περιορίσει τα δρομολόγια στις μισές μέρες της εβδομάδας. Περπατούσε με την βοήθεια ιατρικού μπαστουνιού, της είχε δοθεί κατ’ εξαίρεση άδεια από την Εφορεία Αρχαιοτήτων να ανεβοκατεβαίνει με το ασανσέρ. Συνήθιζε να περιμένει τους πελάτες της, ανέβαιναν κανονικά με τα πόδια, στην βορειοδυτική γωνία του Παρθενώνα, κουνούσε το μπαστούνι στον αέρα ώστε να την εντοπίσουν από μακριά.

Τίποτα δεν θα την σταματούσε, πόσο μάλλον τι θα έλεγε ο κόσμος, που τον ονόμασαν «κοσμάκη» ακριβώς για τέτοιες ιστορίες, έλεγε αηδίες, εδώ που τα λέμε, αν κρίνει κανείς από το κουτσομπολιό στην γειτονιά της, το Μοσχάτο, ερμήνευσαν την επιμονή της να εργάζεται ως μια (κατ)αναγκαστική συνθήκη, υποτίθεται πως «τάϊζε την ανεπρόκοπη κόρη της»·

καμία σχέση με ευρώ, ήταν αίσθηση καθήκοντος.

 

*

Κάθισα δίπλα στην Κούλα, κόντευε δώδεκα το μεσημέρι, μέσα Ιουνίου, η θερμοκρασία είχε ανέβει για πρώτη φορά εκείνη την σεζόν στους 35 βαθμούς Κελσίου, την ενημέρωσα πως θα καλούσα τον γιατρό ώστε να της παράσχει τις πρώτες βοήθειες, απολογήθηκε στους πελάτες της, μια οικογένεια urban Αμερικανών, που δεν θα μπορούσε να ολοκληρώσει την ξενάγηση,

έμεινα μαζί της μέχρι να φτάσει ο στρατιωτικός γιατρός που εργάζεται στην Ακρόπολη, αντικατέστηκα προληπτικά το χαμόγελο, βρισκόταν σε αρμονία με το ζαβολιάρικο mood της Κούλας, με συνετό υπαλληλικό κατσούφιασμα, δυο βδομάδες είχαν χρειαστεί ώστε να κυκλοφορήσει στην άκρη της πόλης πως οι ιστορίες που είχα να μοιραστώ από τον Στρατό δύναται να κωδικοποιηθούν σε ένα γράμμα και έναν αριθμό:

Γιώτα Πέντε those were the days of roses, indie pop and pose.

Ο γιατρός ανέλαβε την ξεναγό, επέστρεψα στο πόστο, μέσα στο φυλάκιο, τον φαντάστηκα να βλέπει το Maestro του Χριστόφορου Παπακαλιάτη στο Netflix, να σιγοτραγουδάει μια μεγάλη επιτυχία του Αντώνη Ρέμου την ώρα που οδηγεί, να πανηγυρίζει ένα τρίποντο παίκτη της ΚΑΕ Παναθηναϊκός ιδιοκτησίας Δημήτρη Γιαννακόπουλου – απευθύνθηκαν κάποτε στον περιζήτητο, εκείνη την εποχή, “Doctor I5”, με αυτό το προσωνύμιο τον παρέδωσε στην αρένα των δεκαπέντε λεπτών δημοσιότητας το εξώφυλλο της Espresso όταν αποκαλύφθηκε η φάμπρικα των ψευδεπίγραφων απαλλαγών της στρατιωτικής θητείας έναντι χρηματικής αμοιβής:

ο θείος, βαθύ ΠΑΣΟΚ, απεβίωσε φυγόδικος, ατιμασμένος, στο Johannesburg·

he didn’t know when to stop.

 

 

 

 

***

Ανυπόφερτα αργά κυλούσε ο χρόνος λίγο πριν το τέλος μιας πρωϊνής βάρδιας· τις καυτές μέρες του καλοκαιριού, με το διευρυμένο ωράριο (08:00 - 20:00), η ροή των επισκεπτών μειωνόταν απότομα το καταμεσήμερο – θέριευε ο ήλιος, παραμόνευε η ανία.

Νερό, καφές φίλτρου, μπάρα δημητριακών, αποξηραμένα φρούτα κονταροχτυπιούνται με τη ζέστη, αδύνατο να ανάψω air condition στο φυλάκιο καθότι ιδρωμένος, διερχόμενη μούρλια Πολωνή σφίγγει τα χείλια, “no a/c?” με συμπονεί, η κόρη της, εξίσου γοητευτική, απορεί, χρησιμοποιώ βεντάλια χρώματος πορτοκαλί, έπεσε από τσάντα Ιρανής, ντυμένη σε χρώμα κανελί, το ιλλιγιώδες καλειδοσκόπιο των συνειρμών, λειτουργεί:

η γιαγιά, εκ μητρός, ως Βασιλική Παπαδοπούλου υπήρξε στην ζωή, μικρού αναστήματος, μεγάλη καμπούρα στα γεράματα, είχε την ατυχία προς το τέλος να της φορεθεί το «Κούλα», εκεί τελειώνουν οι ομοιότητες της ξεναγού και της γιαγιάς·

κατσιασμένα καστανόξανθα κοντά μαλλιά, σκούρα μπλε μάτια που ακτινοβολούν ένταση, δαρμένο από τον ήλιο πρόσωπο χρώματος δέρμα ελιάς στην κλίμακα Von Luschan, καθαρή φωνή με διδακτικό τόνο και uncanny πυγμή, η ξεναγός,

χιονόλευκα μαλλιά ως την μέση, μάτια μελιά διευσδυτικά σε χλωμό δέρμα προσώπου, οι λέξεις από το στόμα της δεν έβγαιναν ορμητικά, μιλούσε λίγο η γιαγιά, χαμηλόφωνα, και κάπως παρακλητικά,

Βασιλική Παπαδοπούλου ξεναγός, Βασιλική Παπαδοπούλου γιαγιά, και η κόρη της, η μητέρα, στο Παπαδοπούλου απαντούσε στο γραφείο, τέλος, Γεώργιος Παπαδόπουλος, δικτάτορας.

 

*

Αν και λίγο αναρωτιέμαι τι θα έλεγε o Freud,

-        επισκέφθηκε την Ακρόπολη το 1904, έγραψε τις εντυπώσεις του τριάντα δύο χρόνια αργότερα, λίγο πριν το ξέσπασμα του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, τρία χρόνια αφότου είχαν ανέβει στην εξουσία οι Ναζί, τρία χρόνια πριν τον θάνατο του, κατέφυγε στον καταγωγικό μύθο δηλαδή -ο μεγάλος μυθολόγος του 20ου αιώνα σύμφωνα με τον Harold Bloom-, αφότου είχε ολοκληρώσει τον δικό του,

διόλου ξένη ως προς την μητέρα, η περιγραφή «λεπτή, λευκή, και αυστηρή», άσε που σπάνιζαν τα δάκρυα στο πρόσωπο της, τα είδα να κυλούν πρώτη φορά, αφότου ενηλικιώθηκα, στο βραδυνό δελτίο ειδήσεων του MEGA CHANNEL έπαιζε το ρεπορτάζ από την κηδεία του πραξικοπηματία Παπαδόπουλου, το ημερολόγιο έγραφε 30 Ιουνίου 1999·

άλλα κόλπα: στεναχωρήθηκα με Freddie Mercury το 1991, ταράχτηκα με Curt Cobain το 1994, λυπήθηκα με τον χαμό της Princess Diana εν έτει 1997·

άλλος δρόμος δεν υπήρχε: mission impossible να γιόρταζα -εν μέσω peak globalization- την είσοδο της ανθρωπότητας στην τρίτη χιλιετία με σύνθημα «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών»,

εξού και ορκίστηκα, με Κυριακάτικο hangover, χάριν εκδίκησης (την κυρίευσε η απελπισία) διά του χαβαλέ πως...

«η αλήθεια, μητέρα, βρίσκεται στα :

άθεος / άπατρις / αναρχικός»

η ζωή βεβαίως αλλάζει, προχωράει, δίχως να κοιτάζει, τη δική μας τη μικρή δυσαρμονία, με ξέβρασε εδώ:

«ένθεος / they would prefer not to /...

 

...“Oedipus had three paths, not two, and today on the dusty plains –between Thebes, Epidaurus, and Corinth- you can still see the traces of these three paths. Other cultures might have opted for a myth with two paths. Greek myth alone posits three. Not as Hegel crudely suggested “thesis, antithesis, and synthesis’. The third is not the golden way. This is not the Greek promise. The third leads to the unknown, to ambiguity.”[1]

 

 

 



[1] George Steiner, L'héritage de la chouette.