21.5.23

It's a cruel, cruel summer. Μια σεζόν στην Ακρόπολη.

 

Κούλα

 

«Η κυρία Βασιλική Παπαδοπούλου, ξεναγός, έπεσε και χτύπησε, θα χρειαστεί να καλέσετε γιατρό» με ενημέρωσε με αίσθηση κατεπείγοντος μια συνάδελφος της, κατευθύνθηκα λοιπόν σε υπερένταση προς το παλιό μουσείο κάνοντας ζιγκ ζαγκ ανάμεσα από τουρίστες με συσκευές-δέκτες του φορητού συστήματος ξενάγησης TGS να κρέμεται στο στήθος τους, εγγυώνται πως θα φθάσουν οι πληροφορίες στο αυτί τους, εξασφαλίζουν επίσης το απρόσεκτο βάδισμα·

την βρήκα να χαμογελάει, καθόταν στην σκιά, σε ένα μαρμάρινο παγκάκι, κηλίδες αίματος φανερώνονταν στο πίσω μέρος του κεφαλιού της.

 

Υπήρχαν διάφορες απόψεις για την ηλικία της Κούλας (όπως την φώναζαν όλοι), τους σκοπούς της:

-        «δεν χόρτασε 50 χρόνια στη δουλειά;»

-        «τι να τα κάνει τα χρήματα 85 χρονών γυναίκα;»

-        «τόσα χρόνια πάνω κάτω στην Ακρόπολη... 80 χρονών έφτασε, να κάτσει σπίτι της!»

Έγραψα δικό μου σενάριο: η κυρία Κούλα, ογδοντατεσσάρων ετών, εξασκούσε το επάγγελμα της ξεναγού τα τελευταία πενήντα εννέα χρόνια, το ‘χε βάλει πείσμα, θα γιόρταζε, το 2023, εξήντα χρόνια εργασίας -μόχθου, πλήρωσης, χαράς- στην Ακρόπολη.

Ο δρόμος της, που δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα αλλά με γρανίτη, σκυρόδεμα, και πέτρες, προκάλεσε -εν μέρει- την πτώση της στο έδαφος ανατολικά του Παρθενώνα την άνοιξη του 2019, το ατύχημα της κόστισε μια ολιγόμηνη παραμονή σε νοσοκομείο και μια αρθροπλαστική ισχίου, την αντικατάσταση των επιφανειών των οστών της άρθρωσης με τεχνητά εμφυτεύματα από μέταλλο.

Μέταλλο στο μέταλλο, αναγκάστηκε πάντως να περιορίσει τα δρομολόγια στις μισές μέρες της εβδομάδας. Περπατούσε με την βοήθεια ιατρικού μπαστουνιού, της είχε δοθεί κατ’ εξαίρεση άδεια από την Εφορεία Αρχαιοτήτων να ανεβοκατεβαίνει με το ασανσέρ. Συνήθιζε να περιμένει τους πελάτες της, ανέβαιναν κανονικά με τα πόδια, στην βορειοδυτική γωνία του Παρθενώνα, κουνούσε το μπαστούνι στον αέρα ώστε να την εντοπίσουν από μακριά.

Τίποτα δεν θα την σταματούσε, πόσο μάλλον τι θα έλεγε ο κόσμος, που τον ονόμασαν «κοσμάκη» ακριβώς για τέτοιες ιστορίες, έλεγε αηδίες, εδώ που τα λέμε, αν κρίνει κανείς από το κουτσομπολιό στην γειτονιά της, το Μοσχάτο, ερμήνευσαν την επιμονή της να εργάζεται ως μια (κατ)αναγκαστική συνθήκη, υποτίθεται πως «τάϊζε την ανεπρόκοπη κόρη της»·

καμία σχέση με ευρώ, ήταν αίσθηση καθήκοντος.

 

*

Κάθισα δίπλα στην Κούλα, κόντευε δώδεκα το μεσημέρι, μέσα Ιουνίου, η θερμοκρασία είχε ανέβει για πρώτη φορά εκείνη την σεζόν στους 35 βαθμούς Κελσίου, την ενημέρωσα πως θα καλούσα τον γιατρό ώστε να της παράσχει τις πρώτες βοήθειες, απολογήθηκε στους πελάτες της, μια οικογένεια urban Αμερικανών, που δεν θα μπορούσε να ολοκληρώσει την ξενάγηση,

έμεινα μαζί της μέχρι να φτάσει ο στρατιωτικός γιατρός που εργάζεται στην Ακρόπολη, αντικατέστηκα προληπτικά το χαμόγελο, βρισκόταν σε αρμονία με το ζαβολιάρικο mood της Κούλας, με συνετό υπαλληλικό κατσούφιασμα, δυο βδομάδες είχαν χρειαστεί ώστε να κυκλοφορήσει στην άκρη της πόλης πως οι ιστορίες που είχα να μοιραστώ από τον Στρατό δύναται να κωδικοποιηθούν σε ένα γράμμα και έναν αριθμό:

Γιώτα Πέντε those were the days of roses, indie pop and pose.

Ο γιατρός ανέλαβε την ξεναγό, επέστρεψα στο πόστο, μέσα στο φυλάκιο, τον φαντάστηκα να βλέπει το Maestro του Χριστόφορου Παπακαλιάτη στο Netflix, να σιγοτραγουδάει μια μεγάλη επιτυχία του Αντώνη Ρέμου την ώρα που οδηγεί, να πανηγυρίζει ένα τρίποντο παίκτη της ΚΑΕ Παναθηναϊκός ιδιοκτησίας Δημήτρη Γιαννακόπουλου – απευθύνθηκαν κάποτε στον περιζήτητο, εκείνη την εποχή, “Doctor I5”, με αυτό το προσωνύμιο τον παρέδωσε στην αρένα των δεκαπέντε λεπτών δημοσιότητας το εξώφυλλο της Espresso όταν αποκαλύφθηκε η φάμπρικα των ψευδεπίγραφων απαλλαγών της στρατιωτικής θητείας έναντι χρηματικής αμοιβής:

ο θείος, βαθύ ΠΑΣΟΚ, απεβίωσε φυγόδικος, ατιμασμένος, στο Johannesburg·

he didn’t know when to stop.

 

 

 

 

***

Ανυπόφερτα αργά κυλούσε ο χρόνος λίγο πριν το τέλος μιας πρωϊνής βάρδιας· τις καυτές μέρες του καλοκαιριού, με το διευρυμένο ωράριο (08:00 - 20:00), η ροή των επισκεπτών μειωνόταν απότομα το καταμεσήμερο – θέριευε ο ήλιος, παραμόνευε η ανία.

Νερό, καφές φίλτρου, μπάρα δημητριακών, αποξηραμένα φρούτα κονταροχτυπιούνται με τη ζέστη, αδύνατο να ανάψω air condition στο φυλάκιο καθότι ιδρωμένος, διερχόμενη μούρλια Πολωνή σφίγγει τα χείλια, “no a/c?” με συμπονεί, η κόρη της, εξίσου γοητευτική, απορεί, χρησιμοποιώ βεντάλια χρώματος πορτοκαλί, έπεσε από τσάντα Ιρανής, ντυμένη σε χρώμα κανελί, το ιλλιγιώδες καλειδοσκόπιο των συνειρμών, λειτουργεί:

η γιαγιά, εκ μητρός, ως Βασιλική Παπαδοπούλου υπήρξε στην ζωή, μικρού αναστήματος, μεγάλη καμπούρα στα γεράματα, είχε την ατυχία προς το τέλος να της φορεθεί το «Κούλα», εκεί τελειώνουν οι ομοιότητες της ξεναγού και της γιαγιάς·

κατσιασμένα καστανόξανθα κοντά μαλλιά, σκούρα μπλε μάτια που ακτινοβολούν ένταση, δαρμένο από τον ήλιο πρόσωπο χρώματος δέρμα ελιάς στην κλίμακα Von Luschan, καθαρή φωνή με διδακτικό τόνο και uncanny πυγμή, η ξεναγός,

χιονόλευκα μαλλιά ως την μέση, μάτια μελιά διευσδυτικά σε χλωμό δέρμα προσώπου, οι λέξεις από το στόμα της δεν έβγαιναν ορμητικά, μιλούσε λίγο η γιαγιά, χαμηλόφωνα, και κάπως παρακλητικά,

Βασιλική Παπαδοπούλου ξεναγός, Βασιλική Παπαδοπούλου γιαγιά, και η κόρη της, η μητέρα, στο Παπαδοπούλου απαντούσε στο γραφείο, τέλος, Γεώργιος Παπαδόπουλος, δικτάτορας.

 

*

Αν και λίγο αναρωτιέμαι τι θα έλεγε o Freud,

-        επισκέφθηκε την Ακρόπολη το 1904, έγραψε τις εντυπώσεις του τριάντα δύο χρόνια αργότερα, λίγο πριν το ξέσπασμα του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου, τρία χρόνια αφότου είχαν ανέβει στην εξουσία οι Ναζί, τρία χρόνια πριν τον θάνατο του, κατέφυγε στον καταγωγικό μύθο δηλαδή -ο μεγάλος μυθολόγος του 20ου αιώνα σύμφωνα με τον Harold Bloom-, αφότου είχε ολοκληρώσει τον δικό του,

διόλου ξένη ως προς την μητέρα, η περιγραφή «λεπτή, λευκή, και αυστηρή», άσε που σπάνιζαν τα δάκρυα στο πρόσωπο της, τα είδα να κυλούν πρώτη φορά, αφότου ενηλικιώθηκα, στο βραδυνό δελτίο ειδήσεων του MEGA CHANNEL έπαιζε το ρεπορτάζ από την κηδεία του πραξικοπηματία Παπαδόπουλου, το ημερολόγιο έγραφε 30 Ιουνίου 1999·

άλλα κόλπα: στεναχωρήθηκα με Freddie Mercury το 1991, ταράχτηκα με Curt Cobain το 1994, λυπήθηκα με τον χαμό της Princess Diana εν έτει 1997·

άλλος δρόμος δεν υπήρχε: mission impossible να γιόρταζα -εν μέσω peak globalization- την είσοδο της ανθρωπότητας στην τρίτη χιλιετία με σύνθημα «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών»,

εξού και ορκίστηκα, με Κυριακάτικο hangover, χάριν εκδίκησης (την κυρίευσε η απελπισία) διά του χαβαλέ πως...

«η αλήθεια, μητέρα, βρίσκεται στα :

άθεος / άπατρις / αναρχικός»

η ζωή βεβαίως αλλάζει, προχωράει, δίχως να κοιτάζει, τη δική μας τη μικρή δυσαρμονία, με ξέβρασε εδώ:

«ένθεος / they would prefer not to /...

 

...“Oedipus had three paths, not two, and today on the dusty plains –between Thebes, Epidaurus, and Corinth- you can still see the traces of these three paths. Other cultures might have opted for a myth with two paths. Greek myth alone posits three. Not as Hegel crudely suggested “thesis, antithesis, and synthesis’. The third is not the golden way. This is not the Greek promise. The third leads to the unknown, to ambiguity.”[1]

 

 

 



[1] George Steiner, L'héritage de la chouette.

 

No comments:

Post a Comment