8.5.23

It's a cruel, cruel summer. Μια σεζόν στην Ακρόπολη.

 

Summer Lust IIΙ

 

«Ο έρωτας είναι η πιο ισχυρή και πολύπλοκη επιθυμία, αν κατακτήσεις το ερωτικό αντικείμενο χάνεται ο έρωτας»[1] παρηγορώ Πλατωνικά τον εαυτό μου, πολλαπλώς ξελογιασμένος, βάρδια after βάρδια - το θερμόμετρο, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, σπάνια έδειχνε κάτω από τους 34 βαθμούς Κελσίου.

 

Μιλώντας για επιθυμία, το κύμα ξεκινά από την Γαλλία· ευθυνόταν μάλλον το κενό στα δύο μπροστινά της δόντια, σαν της Vanessa Parades, που τα ‘χε φτιάξει με τον Johnny Depp εποχή Ψαλιδοχέρη, για την out of the blue ενορμητική διέγερση – μεγάλη συναισθηματική αναταραχή, δυσάρεστη κατάσταση,

«τι κάνεις εσύ εδώ; στην Μασσαλία, κοντά στην θάλασσα, έπρεπε να σε συναντήσω» σκέφτηκα,

«τι κάνεις εσύ εδώ; στο gig του Max Richter το βράδυ στο Herodeion, μες στο σκοτάδι θα ‘θελα να σε δαγκώσω» πρέπει να σκέφτηκε,

τρακάραμε, εν τέλει, λίγο πριν το τέλος της μιαμισάωρης επίσκεψης τους, μιάμιση το μεσημέρι μιας Παρασκευής του Ιουνίου με ζέστη και Αφρικάνικη σκόνη, στην άκρη της πόλης, στο χείλος της επιθυμίας, βάδιζαν, η Vanessa και ο γκόμενος, στον διάδρομο στη νότια πλευρά του Παρθενώνα με θέα προς τον Πειραιά, την θάλασσα,

aesthetics ‘90s, αναβίωνε αβίαστα το "it girl" ("an attractive young woman, who is perceived to have both sex appeal and a personality that is especially engaging"), φορούσε ρετρό oversized στρογγυλά γυαλιά ηλίου με άσπρο σκελετό αλά Kurt Cobain, τα ρούχα της thrifted coolάτα καλοκαιρινά, χειροποίητο το -περίπου αγορίστικο- κούρεμα της, στραβούτσικο στόμα, αφράτα ροδαλά χείλη, την χαρακτήριζε μια χαριτωμένη πλαστικότητα κινήσεων σε λεκάνη χέρια ώμους, εξαργύρωνε την ιδιαιτερότητα του κορμιού της χορεύοντας acid techno με drugs ή και χωρίς, γιατί μπορούσε και χωρίς,

-        «Γάλλοι παραβατικοί μόλις πέρασαν από τα Προπύλαια, έχετε το νου σας...» χαμηλώνω τελείως το cb, να μην ακούω τον Νικ, δεν άφηνε ευκαιρία να πάει χαμένη αν επρόκειτο να μαλώσει νεαρούς Γάλλους (μαθητές ή φοιτητές) για θορυβώδη συμπεριφορά,

αδύνατο να σταματήσουμε να χαζογελάμε, στεκόμαστε αντικρυστά, έκανε μια προσπάθεια να με ρωτήσει πως θα πάνε στο μουσείο, κατά που πέφτει η έξοδος, επιχείρησα να απαντήσω σε μια ερώτηση που δεν είχα καν ακούσει, συνεχίσαμε να απελευθερώνουμε ενδορφίνες, τις ορμόνες της ευτυχίας, μέσω της γελωτοθεραπείας, ψιλοπάγωσε ο χρόνος, γελούσαμε αμήχανα σαν εραστές της μιας βραδιάς που συναντήθηκαν απρόσμενα ξανά,

όσο για τον φίλο της, της δίνει χώρο να εκφραστεί, η ζήλια του θα καταπιεστεί μέχρις ότου επανεμφανιστεί, αργότερα το βράδυ στο διπλό κρεβάτι του Airbnb, στον σωστό τον χωροχρόνο δηλαδή, χώρια που το φλερτ της νομιμοποιεί -πειστικά στα μάτια του- μια παρασπονδία του μελλοντική, win win πάει να πει.

 

*

Μου έπιασε την κουβέντα, η Μεξικάνα με τα αμυγδαλωτά καστανοπράσινα μάτια, όσο περίμενε τον σύζυγο, ήταν γύρω στο ένα και εξήντα ύψος με στενή μέση και ανοιχτή περιφέρεια, φορούσε λευκή εφαρμοστή φούστα μέχρι τα γόνατα τύπου tennis club και ένα navy and green polo μπλουζάκι, επίσης golf club, έμοιαζαν να ‘χουν μόλις αγοραστεί,

χρυσαφί ανταύγειες σε καστανόξανθα Pantene prove μακριά υγιή μαλλιά, όμορφο χαμόγελο, μεγάλο στόμα, Αμερικάνικα δόντια, σταρένιου χρώματος η επιδερμίδα της, το μαύρισμα των διακοπών της πήγαινε θαυμάσια, mainstream fantasy - guilty pleasure,

δεν ήταν sexy, καύλα, ή αισθαντική, δεν ένοιωθε καν όμορφη, εξέπεμπε όμως λαχτάρα, όσο για την δική μου την λαχτάρα, για μια ανέλπιστη λαχτάρα made in Mexico, burning man,

είχε ανέβει με τον Τέλη σπρώχνοντας ένα παιδικό καροτσάκι, ο άντρας της ερχόταν με τα πόδια από τα Προπύλαια καθυστερώντας σκόπιμα λιγάκι, μιλούσε κιόλας στο τηλέφωνο, tall dark stranger με αμφίεση διακοπών, βερμούδα με μεγάλες τσέπες, μονόχρωμο T-shirt, καπέλο jockey, αθλητικά παπούτσια, μισοκρυβόταν πίσω από μοδάτα γυαλιά ηλίου με μαύρο κοκκάλινο σκελετό, συνοφρυωμένος, ανυπόμονος με τα πάντα, νευρικός, ελαφρά εκνευρισμένος με την συνταξιδιώτισα τους, και πεθερά του, που κρατούσε από το χέρι ένα μικρό αγοράκι, τον μεγαλύτερο γιο του, η σκέψη του ήταν αλλού, μακριά, στο Mexico City, an Alpha city (η Αθήνα, ως Beta version, βρίσκεται τρεις κατηγορίες πιο χαμηλά), στα γραφεία της εταιρείας (investment banking) όπου θα επέστρεφε μέσω WhatsApp λίγα λεπτά αργότερα, και στην Istanbul (Alpha -) στην οποία θα ταξίδευε στο τέλος της βδομάδας λόγω δουλειάς, θα συναντούσε ξανά την οικογένεια του στην Σαντορίνη,

τους φαντάστηκα να περνούν πολύ χρόνο από τις διακοπές τους σε ξαπλώστρα κρεβάτι με μαξιλάρια πάχους είκοσι εκατοστών και αέρινες κουρτίνες από γάζα και οροφή από χόρτο, εκείνος να εργάζεται, ή και να χαζεύει, στο κινητό, εκείνη να απευθύνεται αγενώς στον σερβιτόρο σαν να ‘τανε το φταίξιμο δικό του,

επέδειξε, η γυναίκα από το Μεξικό, ιδιαίτερο ενδιαφέρον, που συνόρευε με ενθουσιασμό, για τη νέα διαδρομή για άτομα με ειδικές ανάγκες και εμποδιζόμενα άτομα, ελλείψει επαρκών, έστω στοιχειωδών, εδώ που τα λέμε, γνώσεων αναφορικά με το μνημείο το οποίο επισκεπτόταν,

ζούσαμε, για όσο μιλούσαμε, την κλασική φαντασίωση τύπου εύπορη και ευπαρουσίαστη μητέρα-γυναίκα, κάπως παραμελημένη από τον σύζυγο (είχε στο ενεργητικό του δύο απιστίες κατά την διάρκεια επαγγελματικών ταξιδιών στις Η.Π.Α.), που ασφυκτιά καμιά φορά στα πλαίσια μιας deeroticized καθημερινότητας, η οποία,

στην διάρκεια των διακοπών της, σε τόπο μακρινό (another hemisphere!), φαντασιώνεται μια σύντομη απόδραση στα χάδια ενός safe choice εραστή, που να μην πρόκειται να ξαναδεί, random αρσενικό που τρυφερά θα άγγιζε με χάδια το κορμί της, που θα ψιθύριζε ερωτόλογα μέσα στο αυτί της, που θα ‘τανε παράσημο για εκείνον, ξεχωριστή ανάμνηση, που βαριανάσαινε ένα μεσημέρι δίπλα του γυμνή, που θαύμασε το σώμα της με δαντελένια εσώρουχα, bralette σουτιέν και κυλοτάκι ημιδιάφανο, χρώματος φυστικί (που τα ‘χε πακετάρει για τον σύζυγο, που της είχε αποκρύψει το business trip στην Istanbul),

σταδιακά, νομοτελειακά, το αυθόρμητα ευφρόσυνο, αμήχανο (λειτουργικό για την περίσταση) χαμόγελο δύο αγνώστων ανθρώπων με -κάπως αφόρητη- ερωτική χημεία, άρχισε να υποχωρεί, enter melancholy

ο έρωτας είναι η πιο υπερβολική επιθυμία, αν κατακτήσεις, ή δεν κατακτήσεις, το ερωτικό αντικείμενο, επιμένει ο έρωτας».

 

 

***

 

We felt each other, like animals, like lovers do, επικοινώνησαν τα σώματα μας, πριν από το βλέμμα μας, η ασύνειδη ορμή τους, τι και αν μας χώριζαν δεκάδες μέτρα, και ας περπατούσε ανάμεσα από δυο ντουζίνες επισκέπτες,

βρισκόταν, ελαφρώς βαριεστημένη, στην τοποθεσία “Acropolis of Athens,” ταξίδευε με μέλη της οικογένειας της, είχαν εγκαταλείψει την Ουκρανία το 2018, ζούσαν πλέον έξω από το Λονδίνο, όταν η ξεναγός έκανε στάση για ξενάγηση δυτικά του Ιερού του Ασκληπιού, μετά το θέατρο του Διονύσου Ελευθερέως, άφησε το γκρουπ της και ανέβηκε στον υπερυψωμένο χώρο των εκθεμάτων, κωδικός πόστου Ασκληπιείο,

αέρινο βάδισμα, στριφογυρίζει ανάμεσα από ενεπίγραφες και ερμαϊκές στήλες, βάθρα και βωμούς αφιερωμένους στον Ερμή, τον Ηρακλή, την Αφροδίτη, τις Νύμφες και την Ίσιδα, τον Πάνα, πριν προφτάσω να οργανώσω άμυνα, κίνηση ματ, χαϊδεύει παρατεταμένα με τα ακροδάχτυλα της μια μαρμάρινη βάση ναΐσκου με αναθηματική επιγραφή του 320 π.Χ., όσο για την καρδιά μου, κάπου στα μισά, 160 beats per minute, κάνω focus στα μακριά δάχτυλα της, εφάμιλλα δασκάλας πιάνου, σαν μαγεμένος ακολουθώ την κίνηση τους, μου χαμογελάει, σκαρφαλώνουμε στα 220 beats,

please dont touch...” ανοιγοκλείνω το στόμα δίχως να ακουστεί λέξη...

 

Ετών τριάντα επτά, πενήντα πέντε κιλά, ένα εβδομήντα δύο ύψος, μακριά καστανοκόκκινα αδύνατα μαλλιά, ανύπαρκτο στήθος πισινός, φορούσε ένα ημιδιάφανο καλοκαιρινό μακρύ κεραμιδί φόρεμα που χάϊδευε το περίγραμμα του σώματος της, see through αλλά λιγάκι through, τα εσώρουχα έπρεπε να τα φανταστείς (μαύρο casual βρακάκι χωρίς στηθόδεσμο),

άβαφο το πρόσωπο της, κατά τόπους από φθαρτό απέναντι στον ήλιο υλικό, μικρά και παιχνιδιάρικα τα πράσινα μάτια της, αλλά και η μύτη της, drooping nose, μακρουλή, που γέρνει λιγουλάκι, η πολυπόθητη ατέλεια που αναζητούσα στο λεπτεπίλεπτο ονειρικό κορμί της,

o ενθουσιασμός χτυπάει κόκκινο, ένοιωθα πια έτοιμος να πάρω χρησμοδοτικό υπνάκο ώστε να υποδείξει ο θεός Ασκληπιός, μέσω των ονείρων, όπως το συνήθιζε, a way out of this mess, 33 βαθμούς Κελσίου δείχνει το θερμόμετρο, feels like σαραντάρι με την Ουκρανή, θέλω να την βάλω στον βωμό, να της εξομολογηθώ, για την κυρία από την Οδησσό, τύλιξε το εξάχρονο αγοράκι της με την σημαία της χώρας της, κοίταζα την ώρα στο ρολόι, χώρια δυο ξανθά φοιτητοκουκλιά, μία προηγούμενη φορά, φωτογραφήθηκαν με την Ουκρανία να ανεμίζει στην πλάτη τους, κοίταζα το ρολόι,

-        κατά παράβαση του κανονισμού, δεν επιτρέπονται οι φωτογραφίες επισκεπτών με σημαίες ή άλλα σύμβολα στον αρχαιολογικό χώρο, προς μεγάλη απογόητευση τουριστών με σημαίες της Ισπανίας, της Γερμανίας, των Η.Π.Α., της Ουγγαρίας, της Ιταλίας, του Περού, του Μεξικού, του Πουέρτο Ρίκο, της Κούβας, της Κολομβίας, της Βραζιλίας, και ακόμα μεγαλύτερης, Αμερικανών και Αυστραλών ελληνικής καταγωγής με σημαία της Ελλάδας, ένα οριζόντιο μέτρο εκ μέρους της Εφορείας Αρχαιοτήτων με σκοπό να μην αποτελέσει ο Παρθενώνας πλατφόρμα πολιτικών αντιπαραθέσεων, πεδίο ανάδειξης εθνικών σοβινισμών, γηπεδικής καφρίλας,

 

κλείνω μια στιγμή τα μάτια, μήπως την γλυτώσω, ο Πάνας το βλέπει αλλιώς, πίσω από τα βλέφαρα μου, τα δάχτυλα της γλυστρούν εκ νέου, ακόμα πιο αισθησιακά, πάνω στην μαρμάρινη επιφάνεια, με κυριεύει ο πόθος ώστε να με προδώσει -πρώτη και τελευταία φορά- το σώμα μου, φούσκωμα μέσα από το παντελόνι εμφανίζεται, αρχαιοφύλακας εξαφανίζεται, μισοκρύβομαι πίσω από μια μαρμάρινη στήλη,

"what are these? are they genitals?" προσθέτει overdose από awkwardness τύπος από το γκρουπ της Ουκρανής, φτυστός ο Jamie Oliver αφότου έκλεισαν τα 22 από τα 25 φαγητάδικα του Jamie Oliver's restaurant group, είχε αποκωδικοποιήσει με χαρακτηριστική ευκολία την πανωλεθρία, έδειχνε προς τα βανδαλισμένα γεννητικά όργανα ενός θεού της αρχαιότητας,

"It’s like they say, sir, we are all consumed by desire, but some of us are looking at the stars on screen savers" απαντώ ετεροχρονισμένα, προσγειώνεται η ατάκα στον νου, στο τρόλευ του γυρισμού, σε real time συνέβησαν τα εξής:

χαμογέλασα αμήχανα βγάζοντας ανεπαίσθητους ήχους, ο Ιρλανδός γελούσε αθόρυβα μεν, πάντως διαολεμένα, η δωδεκάχρονη κόρη του, ένα κοριτσάκι με καστανόξανθα μαλλιά με μπούκλες και μακρύ φορεματάκι με τσαλακωμένο ύφασμα, scannάριζε με -οριακά spooky- μάτια κουκουβάγιας την έκφραση του προσώπου μου αναζητώντας info για τον πλανήτη των greek ενηλίκων, τέλος, η σύζυγος, της ήταν βέβαια οικείες οι καφρίλες του, με σούπερ ταχύτητα και επιδεξιότητα, έπειτα από χρόνια άσκηση των αντανακλαστικών, έκανε πως σκάλιζε αδιάφορη την τσάντα της,

το γκρουπ αποχωρεί, η οικογένεια των Ιρλανδών ακολουθεί, όπως και η Ουκρανή, κουβαλώντας στις αποσκευές της μία νίκη πρόδηλα συντριπτική,

τρέχω προς την βρύση, βρέχω το πρόσωπο μου με καυτό νερό (ο ήλιος βλέπει τους πλαστικούς σωλήνες), μου χαμογελάει από μακριά, στοργικά ·

 

-        «Ο Σωκράτης μιλούσε στον Φαίδρο για το ρίγος που κυριεύει τον ερωτευμένο άνθρωπο, όταν αντικρίζει εμπρός του το σύμβολο της αιώνιας ομορφιάς, για τον ιερό τρόμο που τρυπώνει στην ψυχή του ευγενικού, όταν συναντά μια θεϊκή μορφή, ένα κορμί τέλειο – πως συγκλονίζεται, πως εκστασιάζεται, πως δεν τολμάει καν να κοιτάξει το αντικείμενο του θαυμασμού του· και πως μετά λατρεύει αυτόν που έχει την ομορφιά δική του, πως θα ‘ταν πρόθυμος να θυσιάσει στην χάρη του, όπως θα θυσίαζε στο άγαλμα ενός θεού, αν δεν φοβόταν τις κοροϊδίες των ανθρώπων. Γιατί η ομορφιά, λέει ο Σωκράτης, αυτή και μόνη είναι αξιέραστη και ορατή μαζί! Είναι η μοναδική μορφή του Πνεύματος που μπορούμε να αντιληφθούμε και να δεχτούμε με τις αισθήσεις μας. Η μόνη που είμαστε άξιοι να αντέξουμε εμείς οι άνθρωποι. Γιατί σκέψου τι θα γινόμασταν αν αποφάσιζε ποτέ ο θεός, η λογική, η αρετή, και η αλήθεια να παρουσιαστούν μπροστά μας με σάρκα και οστά, δε θα σβήναμε, δε θα χανόμασταν από αγάπη; Είναι λοιπόν η ομορφιά ο δρόμος που οδηγεί τον ερωτευμένο στο πνεύμα... όποιος αγαπάει είναι πιο θεϊκός απ’ αυτόν που αγαπιέται».[2]

No comments:

Post a Comment