30.9.10

Ένα για την εξουσία





“Ο χωριάτης είναι σαν τον πούτσο-  όσο τον χαιδεύεις τόσο σηκώνεται!
την παρομοιώδη έκφραση τη λένε οι μάγκες μέσα στη φυλακή.”

Ηλίας Πετρόπουλος, Το Μπουρδέλο, Γράμματα, Αθήνα, 1980, σελ. 37.



27.9.10

got ad?

BARCODE - THE GREAT TRAIN ROBBERY by Emo  2009 (c)


“There was responsibility on the part of the advertiser for people to know that this was an ad. When you were talking to somebody you had to make it clear that you are talking on the form of advertising. That world is long gone. Lots of the things that happened to us in the name of the advertising sneak upon us on crazy ways and seem like something else. [...] It’s not just about commercials anymore. It’s about everything, everything is an ad. A stunt, α paint on the wall, a guerilla tactic, a movie, the placement of a product…”
“It’s like air and water. It surrounds you; it’s going to happen to you.” 
Rich Silverstein and Jeff Goodby, Goodby, Silverstein & Partners.

 Μας συνέβη. Η ζωή κλάπηκε μέσα από τα μάτια μας, τα χέρια ήταν απασχολημένα. Οι διαφημίσεις στο Μετρό, που κοστίζουν κιόλας, είναι περιττές (ίσως να πρέπει να κυκλοφορήσει το χρήμα)∙ τα άτομα που το χρησιμοποιούν είναι κινητές διαφημίσεις. Κινητών τηλεφώνων (φυσικά!), σαμπουάν, του H&M, τηλεοπτικών προγραμμάτων, του ΚΛΙΚ του Πέτρου Κωστόπουλου, του φίλου του Θέμου Αναστασιάδη, Τζούλιες να δουν τα μάτια σου αλλά πολλές είναι και οι Νύχτες Πρεμιέρας-friendly καλαίσθητες γκόμενες (αυτές οι τελευταίες διαφημίζουν την "κουλτούρα", έτσι αόριστα,ναι!, έτσι όπως την αντιλαμβάνεται ο ετήσιος επισκέπτης του φεστιβάλ με προτίμηση στα μουσικά ντοκυμαντέρ και σε μικρά διαμαντάκια του ανεξάρτητου Αμερικάνικου σινεμά). Πολλά περιφερόμενα πτώματα που μιλάνε  μεγαλόφωνα διαφημίζουν, έμμεσα, τη νεκροφιλία μας (πόσο καλοί άνθρωποι είναι οι νεκροί, ότι πρέπει να ‘χεις να αγαπάς κάτι, κι εγώ που νόμιζα ότι μαθαίνουμε απ’ αυτούς...). 
 Σαν να μη μας έφταναν όλα αυτά, ξεσηκώθηκαν και τα μωρά, άλλο πάλι και τούτο. Αντιγράφω∙ Η Ζωή στο Σαλόνι:
ΕΝΟΣΩ τα μωρά μαθαίνουν να λένε Jumbo σ’αγαπώ, οι φυσικοί γονείς μπήκαν επιτέλους στη θέση τους: ίσοι μεταξύ ίσων. [...] Τώρα, που τα μωρά δεν ανήκουν σε κανέναν, όλοι τα θέλουν δικά τους∙ πάση θυσία. Απελευθερώθηκαν τα μωρά, γίναν «ελεύθερα μωρά» (free babies κατά το free market), πετάνε στον αέρα, ονειροπαρμένα, ασυγκράτητα.
ΤΑ ΜΙΚΡΑΚΙΑ όταν βρεθούν αντιμέτωπα με την εμφάνιση του θείου Jumbo         τραγουδάνε και χορεύουν: κάνουν σαν τα παλαβά. Αδιανόητη ευφορία αντίστοιχη με αυτά της πρέζας, προκαλεί το κάθε ένα από τα εντυπωσιακά διαφημιστικά σποτ των Jumbo, μιας και αυτά προφανώς και μιλάνε στην ψυχή τους (το cd κυκλοφορεί;).
Χωρίς να μπορούν να συλλάβουν πως τα μωρά τους πια δεν τους ανήκουν, πως δεν θα τα μεγαλώσουν αυτοί, τα παίρναν και φούντωναν όταν τα ‘βλεπαν να περιφέρονται σαν αχόρταγα ζόμπι κάποιου αμερικάνικου b-movie –στο οποίο κάποιοι κακοί έχουν κάνει πλύση εγκεφάλου σε ανυποψίαστους ανώνυμους πολίτες έτσι ώστε να μετατρέπονται σε φονικές μηχανές όταν δεχθούν το σήμα του Pavlov, στο οποίο και έχουν εκπαιδευθεί να αντιδρούν καταλλήλως.


“It’s like air and water. It surrounds you; it’s gonna happen to you.” 
 Μας συνέβη. Τα μωρά δε μεγαλώνουν όπως το θέλουν οι γονείς τους, ούτε όπως θα το ήθελε ο Πλάτωνας. Τα μωρά δε μεγαλώνουν απότομα, ούτε συμβαίνει να μη μεγαλώνουν ποτέ. Τα μωρά δεν υπήρξαν ποτέ ως τέτοια, απλά τους συνέβη όταν προσπάθησαν να αναπνεύσουν για πρώτη φορά. Ζόμπις λοιπόν, μόνο που αυτά δεν κουνούν τα χέρια τους σαν εκείνα στο σινεμά, τα χέρια τους είναι απασχολημένα (Jumbo). 
 Ο Sean (Sean, 1970) είναι ένα από εκείνα τα μωρά που θα ήθελε Jumbo αν μεγάλωνε σήμερα. Τότε ήθελε μπάφους. Μπάφος = Jumbo. Οι γονείς του μικρού, τον είχαν "χάσει" από μικρή ηλικία, είχαν εκχωρήσει τα δικαιώματα του θα λέγαμε, όχι σε κάποιον συγκεκριμένα πάντως, αλλά στην άυλη περιρρέουσα ατμόσφαιρα, σ’ αυτό που έπαιρνε σχήμα και μορφή τότε και ονομάστηκε από κάποιους, η πολιτισμική επανάσταση των Sixties. Το ίδιο που ο Thomas Frank, εν μέρει προβοκατόρικα και στοχευμένα, ονόμασε αλλιώς, το διάβασε δηλαδή από την ανάποδη, με το βιβλίο του The Conquest of Cool: Business Culture, Counterculture, and the Rise of Hip Consumerism (1998).
 Ο Sean που "αντιπαθούσε" τους μπάτσους (ενοχλούσαν αυτούς που κάπνιζαν μπάφους, οι μπάτσοι ήταν η μόνη γονεϊκή φιγούρα που αναγνώριζε με άλλα λόγια), είναι όπως τα παιδάκια σήμερα που "αντιπαθούν" τους γονείς τους (η γονεϊκή φιγούρα που αναγνωρίζουν και η οποία στέκει εμπόδιο ανάμεσα σ’ αυτά και τα Jumbo = μπάφους). Όσο μακριά όμως έστεκαν οι μπάτσοι από τη ζωή του Sean, όντα ξένα και απόμακρα, επισκέπτες μια στο τόσο, τόσο μακριά στέκονται και οι γονείς που δεν ταΐζουν τα παιδιά τους με Jumbo = μπάφους.
 Με άλλα λόγια, η εξαλλοσύνη της στιγμής του Haight Ashbury, των Sixties, ήρθε και αντέστρεψε τους όρους του παιχνιδιού. Ήταν ο μπάφος (τώρα τα Jumbo) που αυτονομήθηκε ως η υπέρτατη αξία, ως ο κυρίαρχος του παιχνιδιού. Τα παιδάκια βρέθηκαν προ εκπλήξεως: δίχως να έχουν φτάσει στην κρίσιμη ηλικία του προγόνου τους Holden Caulfield, ο οποίος ήταν σε θέση να ψηλαφήσει καταστάσεις, να εξάγει συμπεράσματα, να τεμαχίσει τον κόσμο των μεγάλων και κατόπιν να βομβαρδίσει κατά βούλησιν, δεν κατόρθωσαν να αποκτήσουν οπλοστάσιο ανάλογο μ’ αυτό του Έφηβου-επαναστάτη του 20ου αιώνα, τους έμεινε μονάχα μια ενστικτώδης ανθρωποφάγα πολεμική διάθεση.
 Ο σκηνοθέτης της ταινίας μικρού μήκους ήθελε να "διαφημίσει", και όχι να εξετάσει, να αναλύσει, να φωτίσει πράγματα και καταστάσεις (μέχρι και ο Francois Truffaut τσίμπησε αλλά συγχωρεμένος, όλοι κάνουμε λάθη). Ο Sean ήταν ένα ad, πιο πετυχημένο απ’ αυτά που σκάρωναν οι advertisers στην τηλεόραση εκείνα τα χρόνια, τα χρόνια της καινοτομίας στο advertising, τα χρόνια του μεγάλου pow! στο χώρο∙ ήταν η ιδανική διαμεσολαβημένη εικόνα του Haight Ashbury. Πιο ιδανική εικόνα δε γινόταν να βρεθεί, ένα τετράχρονο αγοράκι από σάρκα και οστά. Η αυθεντικότητα της υπερβατικής στιγμής των Sixties, είχε επιτευχθεί (authenticity: στην αναζήτηση της ρίχτηκε με τα μούτρα [και με το LSD] κομμάτι εκείνης της γενιάς στην Αμερική).
 Εκείνη η γενιά άλλωστε, η γενιά του Haight Ashbury, του Abbey Hoffman και του Jerry Rubin, των Black Panthers, του Timothy Leary, του SDS, των Weathermen, των Diggers, είχε καταλάβει στο έπακρο την ιδιότητα τους ως εικόνα, και ως διαφήμιση, ως διαμεσολαβημένο προϊόν, και έτσι υπέκυψε, φυσιολογικά. Ετσι λοιπόν, πρόταξαν το σώμα τους, έστησαν τρελά happenings, έκαναν πρόβες πολέμου σε σειρά παράταξης, έριξαν πολύ χορό και ύψωσαν δυνατά τη φωνή, έχοντας τις πιο πολλές φορές επίτιμους καλεσμένους τα media
 Το Mad Men που τα πάει πολύ καλά στα νούμερα της τηλεθέασης, έρχεται να βάλει τα πράγματα στη θέση τους. Want life? Get an ad.





24.9.10

Similarities






The tragedy in Chile…


…and how you can deal with it: “the trapped miners were given high energy glucose gel, Sony’s PlayStation Portable to pass the time, anti-depressants,” random TV news.


Not to forget the tragedy in the rest of the world:



…and how they can deal with it:

* ire * via Flickr


Alex Prager: http://feaverishphotography.com/blog/page/5/






Becky Yee - More Than A Woman



Becky Yee - More Than A Woman

Becky Yee: More Than A Woman














                    

20.9.10

Το κουτί: ο τρόμος της μάζας και η ακαταμάχητη Πανδώρα

INVIDIA - ENVY (grey version)


 Ο Στάλιν μας έλεγε κάποτε πως ένας φόνος είναι μια τραγωδία αλλά ένα εκατομμύριο φόνοι είναι απλά ένα στατιστικό νούμερο. [edit: πιαστήκαμε στον ύπνο. Δες comments]. Ίσως λοιπόν η αλήθεια να βρίσκεται στο ότι οι άνθρωποι ανακαλύπτουν τον τρόμο στις μικρές προσωπικές τραγωδίες ενόσω μπροστά σε ένα απόλυτο μέγεθος να στέκονται - αμήχανα ή και όχι - αδιάφοροι.
 Η μάζα μάλλον αδυνατεί να συλλάβει μεγάλα μεγέθη ως κάτι άλλο από μεγέθη, αδυνατεί να νοιώσει  χίλιες τραγωδίες ενώ μπορεί να βιώσει μισή. Η μάζα δηλαδή βρίσκεται εγκλωβισμένη στην κοινωνία και στέκεται μίλια μακριά από την ανθρωπότητα. Θα έλεγα ότι είναι κάτι το αξιοπερίεργο αν δεν πίστευα με όλη μου τη δύναμη πως είναι ύβρις, μια σατανική ύβρις απέναντι στην ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτή δεν μπορεί παρά να συνίσταται στην δυνατότητα να μπορείς να κλείσεις μέσα σου το σύνολο του ανθρώπινου πόνου (ή και χαράς, βεβαίως). Ο άνθρωπος είναι by default ένα σώμα το οποίο δύναται να επικοινωνήσει με οτιδήποτε βρίσκεται γύρω του, μα φυσικά και πολύ μακριά του. Αντιλαμβάνομαι πάντως πως μπορείς κάλλιστα να επιλέξεις να κρυφτείς πίσω από ένα απόλυτο μέγεθος όπως αυτό του Ολοκαυτώματος και να το αντιμετωπίσεις ως ένα Σταλινικής προελεύσεως μέγεθος απόλυτου Κακού∙ κατ’ αυτόν τον τρόπο θα καταφέρεις να αποκοπείς από τη σκληρή αλήθεια όπως αυτή διαμορφώνεται από την ένωση μυριάδων μικρών κομματιών του παζλ που αναδεικνύει τον πόνο (μια καλή αρχή στο συγκεκριμένο παράδειγμα θα μπορούσε να είναι η ανάγνωση του Απ΄εδώ για τ΄αέρια, Κυρίες και Κύριοι του Tadeusz Borowski).
 Αυτή η αδυναμία συνίσταται σε μια ευρέως διαδεδομένη αναπηρία που παρατηρείται στη μάζα. Η μάζα αδυνατεί να διακρίνει αποχρώσεις και απολήξεις, αδυνατεί να διαβάσει ανάμεσα στις γραμμές. Η μάζα προσλαμβάνει τα γεγονότα χονδροειδώς, σαν ένα μεγάλο κουτί το οποίο δεν πρόκειται να ανοίξει ποτέ του μιας και από το περιτύλιγμα υποτίθεται πως αντιλαμβάνεται περί τίνος πρόκειται.
 Στον μύθο με το κουτί της Πανδώρας έχουμε να κάνουμε με δύο κουτιά, το ένα είναι η Πανδώρα και το άλλο το κουτί το οποίο η ίδια ανοίγει. Το άνοιγμα του κουτιού μπορεί να συμβολίζει την κακώς εννοούμενη ανθρώπινη περιέργεια αλλά το άνοιγμα του ήταν κάτι το αναπόφευκτο, κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Άλλωστε, το άνοιγμα του κουτιού δεν ισοδυναμεί με κάποια λανθασμένη κίνηση μα αντιθέτως αναδεικνύει το νόημα της ζωής. Αν υποθέσουμε ότι η Πανδώρα γνώριζε το περιεχόμενο του κουτιού νομίζω πως μπορούμε να συμπεράνουμε πως και πάλι θα το άνοιγε.
 Ο μύθος λέει πως μετά την απελευθέρωση όλων των δεινών μέσα από το πυθάρι (το οποίο έγινε κουτί αρκετά αργότερα), η Πανδώρα το σφράγισε κλείνοντας μέσα την ελπίδα. Μήπως ο Δίας συμπόνεσε τους ανθρώπους και τους δώρισε την ελπίδα ή μήπως οφείλουμε να πιστέψουμε τον Nietzsche?
-          "Zeus did not want man to throw his life away, no matter how much the other evils might torment him, but rather to go on letting himself be tormented anew. To that end, he gives man hope. In truth, it is the most evil of evils because it prolongs man's torment.[1]

 Η ελπίδα κλεισμένη μέσα στο κουτί ήταν το δώρον άδωρο λοιπόν, ή ακόμα χειρότερα, ήταν η μέγιστη καταδίκη για το ανθρώπινο γένος. Δεν ήταν η απελευθέρωση των δεινών από το πυθάρι μα ήταν ο εγκλεισμός του μόνου – φαινομενικά – δώρου προς τον άνθρωπο ο οποίος προκάλεσε τα μεγαλύτερα δεινά στο ανθρώπινο γένος. Πράγματι, ο άνθρωπος έμεινε να πιστεύει πως υπήρχε εκείνο το κάτι το οποίο θα μπορούσε να βασιστεί έχοντας παράλληλα να αντιμετωπίσει όλα τα δεινά που τον βρήκαν μετά το άνοιγμα του κουτιού.
 Η μάζα, είναι σίγουρο αυτό, δε θα άνοιγε ποτέ της το κουτί. Θα το άφηνε εκεί να στέκεται ακλόνητο σύμβολο της ένδειας της, της άγνοιας της, του Φόβου της∙ ύστερα από κάθε κλεφτή ματιά που θα του έριχνε, θα έτρεχε κατατροπωμένη πίσω στο καβούκι της. Έμελλε να το ανοίξει η Πανδώρα, μια δημιουργία του Δία με σκοπό βλαβερό για το ανθρώπινο είδος. Σύμφωνα μάλιστα με τον Ησίοδο, ήταν η ίδια η Πανδώρα το πρώτιστο κουτί του Κακού.
 Πράγματι, η γυναίκα, το αιώνιο αυτό μυστήριο για τον άντρα (και δη αυτόν που πραγματικά αγαπά τη γυναίκα, ή μάλλον, το μυστήριο) είναι ένα ακόμα κουτί το οποίο η μάζα ποτέ της δεν επιθυμεί να ανοίξει. Ακολουθώντας τη Νιτσεϊκή λογική, το όλο πρόβλημα μάλλον συνίσταται στη φρούδα ελπίδα του άντρα να κατανοήσει το αντίπαλο δέος. Αντ’ αυτού συνήθως επιλέγει να μην βάλει τον εαυτό του σ’ αυτήν τη δύσκολη θέση. Επιλέγει όμως να τοποθετεί το κουτί δίπλα του, η γοητεία του άλλωστε είναι ένα αξεπέραστο εμπόδιο, δεν μπορεί να αγνοηθεί από κανέναν ένας τέτοιου είδους πειρασμός.
 Το παράδειγμα μιας όμορφης γυναίκας είναι ενδεικτικό. Εκλαμβάνοντας ένα υπέροχο κορμί ως ένα de facto αντικείμενο του πόθου μόνο και μόνο επειδή η γεωμετρία του σώματος θεωρείται ιδανική το μόνο που καταφέρνεις είναι να μην αγγίζεις την ουσία (ή αλλιώς να μην ανοίξεις ποτέ το κουτί). Ένας άντρας που βρίσκεται δίπλα σε μια όμορφη γυναίκα και αδυνατεί να καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει με δαύτην και δεν είναι όσο ευτυχισμένη αυτός θα ήθελε να είναι, μπορεί να βρει τις απαντήσεις που επιθυμεί στην διαδικασία εκλογής, πρόκρισης της ως το αγαπημένο του αντικείμενο.
 Πράγματι, ο ανθός της γυναίκας κρύβεται κάτω από το περιτύλιγμα ενός στητού στήθους, ενός προσεκτικά ξυρισμένου αοιδοίου, ενός ζευγαριού μακριών ποδιών. Το γυναικείο σώμα ανθίζει όταν το δει ο ήλιος, δηλαδή το διαπεραστικό βλέμμα του άνδρα ο οποίος αγαπά τις γυναίκες γι΄αυτό που αρνούμαστε να δούμε ότι είναι, μυστήρια πλάσματα χωρίς πέος. Το πέος είναι ο καταλύτης διαφοροποίησης των δύο φύλων, το πέος δημιουργεί τις προϋποθέσεις του αναπόδραστου ευνουχισμού της γυναίκας. Αυτή η ανδρική εμμονή φυσικά ευθύνεται για την αποτυχία να γευτεί τους χυμούς της ηδονής, μιας ηδονής που υπερβαίνει κατά πολύ την αυταρέσκεια της κατάκτησης μιας καλλονής, ή της προσωρινής και επιθυμητής κατατρόπωσης της τη στιγμή που αυτή έρχεται σε οργασμό. Η αποτυχία του αυτή σηματοδοτεί την έναρξη της μοναξιάς∙ μια μοναξιά που θυμίζει την αγωνία ενός σκεπτόμενου ανθρώπου την ώρα που βρίσκεται ανάμεσα στο πλήθος.
 Το κουτί που άνοιξε η Πανδώρα απελευθέρωσε δεινά και αρρώστειες. Η Πανδώρα ήταν κι αυτή ένα κουτί το οποίο δεν έπρεπε να ανοιχτεί, ήταν άλλωστε η εκδίκηση του Δία απέναντι στη Προμηθεϊκή ανταρσία. Ο αδελφός του δεν έπρεπε να πέσει στα δίχτυα της, ο ίδιος ο Προμηθέας τον είχε προειδοποιήσει να μη δεχτεί το δώρο του Δία. Εκείνος δεν τον άκουσε∙ παντρεύτηκαν, του χάρισε παιδιά. Ο τολμηρός αυτός ήρωας της μυθολογίας απλά ακολούθησε το παράδειγμα του αδελφού του ο οποίος κλέβοντας τη φωτιά και χαρίζοντας τη στους ανθρώπους, στην ουσία τους χάρισε Ζωή. Αυτή που κέρδισε δηλαδή και ο Επιμηθέας «υποκύπτοντας» στη σαγήνη της Πανδώρας. Ο Επιμηθέας είχε δίκιο, ο Προμηθέας όχι.
 Αντιμέτωπος με όλα αυτά δεν σου μένει να διαλέξεις τι ακριβώς θες να είσαι. Η λογική μας υποδεικνύει το εξής: Το πρωί είσαι ο Προμηθέας (κλέβεις τη Ζωή απ’ όλους αυτούς που επίμονα που προσπαθούν να στη στερήσουν και κατόπιν τη μοιράζεις απλόχερα, σε όλους ανεξαιρέτως. Το τίμημα του κατακρεουργημένου συκωτιού είναι ένα βάρος το οποίο μπορείς να αντέξεις, ζωή χωρίς αφεντικά και στερήσεις δύσκολο να βρεθεί). Το βράδυ δε σου μένει άλλο από το να είσαι ο Επιμηθέας (η Πανδώρα θα σε περιμένει σπίτι να περιποιηθεί το συκώτι σου, να σου χαμογελάσει διφορούμενα κάνοντας σε για ένα δευτερόλεπτο να αμφιβάλλεις για τα πάντα όλα, έως ότου η καρδιά σου σκιρτήσει και σου δείξει το δρόμο: το κρεβάτι είναι κοντά, θα πλαγιάσεται μαζί, δεν χρειάζεσαι τίποτα παραπάνω).




18.9.10

Θεόφιλος revisited




Η κυρία Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα δε διαβάζει Σεφέρη. Μικρό το κακό, θα πει κάποιος. Κι όμως, στην περίπτωση της "αξιολόγησης" του Θεόφιλου θα της έκανε καλό. Πολύ καλό. Θα την έσωζε από ένα ναυάγιο. Το ναυάγιο που προκύπτει όταν δίπλα σε μια εγκυκλοπαιδική διάθεση έρχεται να κολλήσει, σαν από μηχανής Θεός, το marketing.
Ωστόσο, πρέπει να λέει καλά ανέκδοτα. Αυτό με την αγορά πολύ μου άρεσε.


Γιώργος Σεφέρης – Θεόφιλος  
                                                                                                         
 Μι φορ κι ναν καιρό, καθς λένε, νας φούρναρης παράγγειλε σ᾿ να φτωχ ζωγράφο νά τονε ζωγραφίσει τν ρα πο φούρνιζε ψωμιά. ζωγράφος ρχισε ν δουλεύει, κα ταν καταπιάστηκε ν εκονίσει τ φουρνιστήρι, ντ ν τ φτιάξει ριζόντιο, σύμφωνα μ τν προοπτική, τ φτιαξε κάθετο δείχνοντας λο του τ πλάτος· πειτα, μ τν διο τρόπο, ζωγράφισε πάνω στ φουρνιστήρι κι να καρβέλι. Πέρασε νας ξυπνος νθρωπος κα το επε: «Τ ψωμ τσι πο τ βαλες, θ πέσει». ζωγράφος ποκρίθηκε, χωρς ν σηκώσει τo κεφάλι: «ννοια σου· μόνο τ ληθιν ψωμι πέφτουν· τ ζωγραφισμένα στέκουνται· λα πρέπει ν φαίνουνται στ ζωγραφιά!».
Τ παραμύθι ατ μο θυμίζει ναν πολ μεγάλο τεχνίτη, πο πειδ κριβς «λα πρέπει ν φαίνουνται στ ζωγραφιά», στορίζοντας τν ποψη το Τολέδου, βγαλε π τ μέση μ τ δικαίωμα τς τέχνης του, τ νοσοκομεο το Δν Χουν Ταβέρα κα τ τοποθέτησε σ᾿ να χάρτη, μεγάλος τεχνίτης, τ ξέρετε, εναι Κρητικς Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, κα ζωγράφος το παραμυθιο εναι Μυτιληνις Θεόφιλος Γ. Χατζημιχαήλ, «λλοτε πλαρχηγς κα θυροφύλαξ ν Σμύρν».
παραβολή μου δν εναι σέβεια. Γιατ μεγάλη διάκριση δν εναι νάμεσα στος πολ μεγάλους κα στος μικρότερους τεχνίτες, πο ξεκιν τς περισσότερες φορς π μι γκυκλοπαιδικ μι τουριστικ διάθεση, λλ νάμεσα σ᾿ κείνους πο φεραν στω κα μι σταγόνα λάδι στ φάρο τς τέχνης κα σ᾿ κείνους πο παρξή τους εναι γι τν τέχνη διάφορη. Τ πρτο ζήτημα δν εναι ποις εναι μεγάλος κα ποις εναι μικρός, λλ ποις κρατάει τν τέχνη ζωντανή. νας πό τους λάχιστους νθρώπους πο βλέπω σ μι πηγ ζως γι τ σύγχρονη ζωγραφική μας εναι Θεόφιλος. Τ ψωμιά του δν πεσαν, στέκουνται, γι ν μεταχειριστ τ δικά του τ λόγια· στέκουνται κα θρέφουν.”


Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα
Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης

“Κατ΄ αρχάς δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για ναΐφ ζωγράφο. Εναν ασπούδαστο και άτεχνο καλλιτέχνη,ο οποίος όμως έχει ορισμένα πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία στο έργο του. Γιατί ο Θεόφιλος έκανε συνθέσεις με αξιοθαύμαστο τρόπο,είχε μια ισοτονική αρμονία στα έργα του και μετέφρασε χρωματικά την ελληνική ύπαιθρο με τρόπο που δεν κατόρθωσαν άλλοι ζωγράφοι. Για όλα αυτά τον εκτιμώ πολύ. Και δεν είναι περίεργο που τον λάτρεψε η γενιά του ΄30 αφού αυτός είχε υλοποιήσει τα ιδανικά της, χωρίς φυσικά να το ξέρει. Πρέπει όμως να κρατάμε τα πράγματα στο επίπεδό τους και να τοποθετούμε τους καλλιτέχνες στις σωστές τους διαστάσεις. Να σταματήσουμε να βλέπουμε τον Θεόφιλο δίπλα στον Παρθένη, στον Γύζη ή στον Μόραλη. Αυτό είναι λάθος. Ο Θεόφιλος είναι ο μόνος καλλιτέχνης του οποίου ολόκληρο το έργο έχει κηρυχθεί εθνική πολιτιστική κληρονομιά. Δεν είναι υπερβολή; Μπορείς να κηρύξεις ως πολιτιστική κληρονομιά κάποια έργα, όχι όμως τον καλλιτέχνη. Εκτός κι αν είναι ο Φειδίας. Ο Θεόφιλος ζωγράφιζε παντού, ακόμη και σε μαξιλαράκια. Κηρύσσεις τα μαξιλαράκια πολιτιστική κληρονομιά; Είναι και λίγο αστείο...

Σήμερα πάντως, στη διεθνή αγορά τέχνης δεν θα είχε καμία θέση. Γιατί η αγορά αυτή κινείται με άλλα κριτήρια και νόμους. Κανείς Ελληνας δεν μπορεί να εισχωρήσει εκεί, ούτε καν οι δικοί μας μεγάλοι. Και ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις. Στις δημοπρασίες που γίνονται στο Λονδίνο τα ελληνικά έργα πάνε μόνο σε ελληνικά χέρια, ποτέ σε ξένους.” 


photo: Angelo Bronzino - Allegoria del trionfo di Venere