9.2.21

Παρά 5


Διασχίζω την Βασιλίσσης Όλγας. Απαλλαγμένη προσωρινά από κίνηση και καυσαέριο, νοιώθει νεότερη. Δείχνει ομορφότερη. Μια λωρίδα κυκλοφορίας γκρι, δύο λωρίδες πεζοπορίας κόκκινες, μια συστοιχία αστικού πρασίνου που χωρίζει στη μέση τη λεωφόρο συνδυάζονται κινηματογραφικά κάτω από το κιτρινωπό φως των οδοφωτιστικών.

Περπατώ στο κόκκινο οδόστρωμα που θυμίζει το χρώμα των Πασχαλιάτικων αυγών. Σε αντίθεση με τη γειτονική Πανεπιστημίου, η βαφή αντέχει ακόμη. Άρα, αντιστέκομαι κι εγώ, I dream of a friendlier city. Το συντριβάνι του Ζαππείου που βρίσκεται σε λειτουργία ενισχύει την ψευδαίσθηση πως η Αθήνα δε διψάει ποτέ – κι όμως, απόψε θέλει παρέα.

Ένα τσιτωμένο αγόρι γύρω στα είκοσι τρέχει πάνω κάτω, καμία σχέση με τζόκινγκ, μιλώντας παράλληλα στο τηλέφωνο. Στα αριστερά μου περνάει το τραμ με μία επιβάτισσα, στα δεξιά μου ένα λεωφορείο ταξιδεύει μες τη νύχτα δύο σκεπτικούς μεσήλικες. Δεν έχει περάσει πολύ καιρός από την επανεμφάνιση του τραμ στο κέντρο της Αθήνας, η είσοδος του στην λεωφόρο Βασιλίσσης Όλγας μοιάζει στα μάτια μου με πρόβα:

αργεί πολύ ακόμη το καλοκαίρι που θα ‘ρθουν οι τουρίστες;

Γενικά μιλώντας, οι μέρες και οι νύχτες μας μοιάζουν με πρόβα τζενεράλε για μια νέα ζωή – βρισκόμαστε στο παρά πέντε. Σε αντίθεση με ότι τείνουν να πιστεύουν τα πλήθη των defeatists της μεσαίας τάξης, η συγγραφή του σεναρίου είναι συλλογική υπόθεση.

Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε ιδέα ξεσηκώνεται από βιβλία και ταινίες επιστημονικής φαντασίας είναι καλοδεχούμενη, όσο δυστοπική κι αν είναι, καθώς εν τέλει λειτουργεί κατευναστικά ως προς το θυμικό μας - τίποτε χειρότερο από το Άγνωστο.

Σε κάθε περίπτωση, keep dream walking.

Στην Βασιλέως Κωνσταντίνου δεν συναντώ καθόλου πεζούς (ξέχωρα από έναν private security), μόνο λιγοστά αυτοκίνητα. Αμέσως πριν το Ωδείο προσπερνώ ένα ακόμη συντριβάνι με υπέροχο φωτισμό και ντεκόρ με κυπαρίσσια που ποζάρουν χαλαρά δίπλα από τον Harry Truman, έπειτα κλείνω τα μάτια και ονειρεύομαι πίνακες ζωγραφικής έξω από την Εθνική Πινακοθήκη.

Κάποτε μπαίνω Μιχαλακοπούλου. Βαδίζω στα σκοτεινά παρέα με κάποιους αμήχανους σκυλοϊδιοκτήτες, οι διερχόμενοι οδηγοί κοιτούν την τύφλα τους και μόνο. Αφήνω τον μπαζωμένο ποταμό, παρεκκλίνω της πορείας μου στο Γουδί.

Κάτι κινείται επιτέλους έξω από το Λαϊκό, κατά βάση take away καφέδες και σάντουιτς μεταξύ των χεριών συγγενών και εργαζομένων. Σύντομα επιστρέφω στην απόλυτη και κατηγορηματική ησυχία, σαν αυτή που επικρατεί γύρω από το Νοσοκομείο Παίδων. Τέλος, στην πλατεία Αγίου Θωμά ένας περιπτεράς και ένα περιπτερόβιος κλαίνε τη μοίρα τους –

όσο για τη δική μου, με έφερε έως εδώ. Κοντεύει πλέον μεσάνυχτα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

No comments:

Post a Comment