28.5.10

Ι. Τι απέγιναν τα Sixties? Η αβάσταχτη σκοπιμότητα του Vanguard




 Στις μέρες μας, το liberal περιτύλιγμα της διάτρητης δημοκρατίας της Δύσης παίρνει πολλά από τα δάνεια του από τις διεκδικήσεις-κατακτήσεις που απαιτήθηκαν-επιτεύχθηκαν κατά την διάρκεια της μεγαλύτερης δεκαετίας του προηγούμενου αιώνα, των long Sixties. Οι αγώνες της τότε εποχής για πάσης φύσεως human rights παρέμειναν στην επικαιρότητα και μας έφεραν μπροστά στη γελοιότητα που μας περιρρέει σήμερα. Όλοι ζητούν λιγότερο ρατσισμό και διακρίσεις, π.χ. απέναντι στους Τσιγκάνους, ενόσω την ίδια στιγμή δεν έχουν την παραμικρή ιδέα τι είναι αυτό που μας (αν μας) διαφοροποιεί απ΄αυτούς.
 Οι ευαισθητοποιημένοι πολίτες δεν αντιμάχονται τον ρατσισμό αλλά κοιτάνε να απαλύνουν τον πόνο των θυμάτων, κάτι σαν “βαράτε τους, αλλά ας μην τους αφήσουμε μονάχους να κλαίνε, ας τους κάνουμε λίγο παρέα,” λίγο όμως. «Παρέα,» μια κουβέντα είναι αυτή τώρα. Έχω κάθε λόγο να αμφιβάλλω για το είδος της παρέας που κάνουν αυτοί που κόπτονται για τα συμφέροντα μελαμψών, μαύρων, κίτρινων αδυνάτων. Κατ΄αρχήν πολύ αμφιβάλλω αν είναι σε θέση να αντιληφθούν πως πρόκειται για ανθρώπινα όντα σαν κι αυτούς.
 Η πολύ τηλεόραση βλάπτει, το ίδιο και η πολύ ανάγνωση αριστερίστικων ανακοινώσεων-καταγγελιών. Νομίζω πως η ευρεία αντίληψη θέλει τους «νοσηλευόμενους» αδυνάτους ένα είδος - μακρινό συγγενή του ανθρώπινου - καταραμένο από Θεούς και δαίμονες, ένα είδος το οποίο θέλει αποκλειστικά περίθαλψη. Επίσης, νομίζουν, πως θέλει να χαμογελά και να νοιώθει πως είναι καλά, πως υπάρχει ελπίδα. Είμαι πεπεισμένος πως αυτή η πεποίθηση προέρχεται εξ ιδίων. Είναι πρωτίστως αυτοί που επιθυμούν να είναι καλά, είναι επίσης αυτοί που έγραψαν στα παλιά τους τα παπούτσια το πανανθρώπινο δικαίωμα στο θρήνο. Οι «νοσοκόμοι» δεν αφήνουν τους «ασθενείς» τους να θρηνήσουν, τους υποδεικνύουν πως πρέπει να χαμογελούν και να κάνουν όνειρα. (Μα δεν είναι τα ίδια τα όνειρα - μέσα στην άγρια και έξαλλη χαοτική τους απεραντοσύνη συναισθημάτων και αισθήσεων - που δηλώνουν ρητά στον άνθρωπο πως δικαιούται να είναι κάτι περισσότερο από  ένας καλόβουλος ονειροπόλος)?
 Η προσπάθεια τους να δουν τον άλλο ως αυτό που πραγματικά είναι (άνθρωπος με Επιθυμίες) σκοντάφτει πάνω στη βαριά σκιά της Δυτικής αντίληψης τους. Η Δύση είναι παντοκράτωρ, αν δεν ανήκεις σ΄αυτήν - όχι κατ΄ανάγκην γεωγραφικά, αρκεί και το copy paste του manual της - δεν είσαι παρά ένα εξωτικό... κουκούτσι (το φρούτο μας τελείωσε, τα έφαγαν όλα οι τουρίστες). Ο χαρακτηρισμός εξωτικό που κάποτε έδινε συγχωροχάρτι για όσους είχαν την ατυχία να γεννηθούν σε ένα μέρος όπως η Δομινικανή Δημοκρατία δεν έχει ισχύ πλέον. Ούτως ή άλλως βέβαια εξαρχής ήταν μια προσπάθεια να μην δεις τον Άλλο, ένας ηλίθιος εξωραϊσμός της πραγματικότητας ώστε να δημιουργήσεις μια ψευδαίσθηση δεκτικότητας ως προς τον ξένο άλλο. 
 Ανέκαθεν η Δύση όταν έκανε τις διακοπές της, τα υπαρξιακά της ταξίδια, ή και τα business plan της, έβλεπε τον Άλλο ως κάτι πολύ, μα πάρα πολύ, ξένο. Δε θα αναφερθώ στους conquistadores που είδαν τους Ινδιάνους σαν ζώα, ούτε στους παλιούς ταξιδευτές που είδαν τους Αφρικανούς σαν αιμοβόρους ή και μη, tribals on acid. Θα μιλήσω για τους απόγονους των Sixties.
 Αυτοί συνίστανται σε νέους, ωραίους (όμορφους ή και ωραίους τύπους γενικά), με κοινωνικές ευαισθησίες (του τύπου που περιέγραψα προηγουμένως), καλόγουστους, προχωρημένους, αφηρημένα liberal σε μια τρόπον τινά πολιτική τοποθέτηση (κατ’ ουσίαν παράγωγο της Sixties ελαφρότητας και ανοιχτότητας προσέγγισης του θέματος), συγκεκριμένα open σε πολιτιστικού τύπου αυτο-προσδιορισμούς (μέσες άκρες ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει, “anything goes” που έγραφε και ο Lyotard).
 Πρώτο χρήσιμο παράδειγμα, τα ντοκιμαντέρ του Vanguard. Ερευνητική δημοσιογραφία στα μοντέρνα της, με πολυφυλετικό και αρκούντως λαμπερό καστ, το Vanguard εκπέμπει στο κανάλι του γνωστού οικολόγου και αμόλυντου πολιτικού Al Gore ο οποίος χαράσσει αξιόλογη πορεία στο trend, πρώην πολιτικός νυν ευαισθητοποιημένος προαγωγός ανθρωπίνων διακιωμάτων. Οι πέντε δημοσιογράφοι της ομάδας του Vanguard εξορμούν ανά τον κόσμο για να αναδείξουν γνωστά ή άγνωστα προβλήματα με τον αέρα μιας ανεξάρτητης και to the point δημοσιογραφίας. Κατά πόσο πραγματώνουν την υπόσχεση τους είναι ένα άλλο θέμα. Τυχόν απορίες λύνονται με τη θέαση ενός ντοκιμαντέρ για τη διακίνηση ναρκωτικών στη νότια Ιταλία. Η ερευνητική δημοσιογραφία που ευαγγελίζονται οι συντελεστές φαντάζει κακόγουστο αστείο, βλέποντας το ντοκιμαντέρ νομίζεις πως διαβάζεις την ανακοίνωση Τύπου της Αστυνομίας. Το θέμα μας είναι αλλού όμως.
 Στα ντοκιμαντέρ αυτά, οι λαμπεροί δημοσιογράφοι εξορμούν σε μέρη εξωτικά με τον αέρα πεφωτισμένου και πολιτισμένου Αμερικάνου executive, είναι οι Δυτικοί που σκοπός τους είναι να αναδείξουν τον παράξενο οπισθοδρομικό χαρακτήρα των θεμάτων τους. Ουκ ολίγες φορές τα προβλήματα ανάγονται σε μια τοπική ιδιομορφία-καθυστέρηση παρότι το όλο προϊόν πλασάρεται σε ένα globalised concept. Βλέποντας τον σχιστομάτη ή την Πορτογαλέζα ρεπόρτερ ο νους σου απομακρύνεται από την αλήθεια όπως αυτή εκφράζεται πιο ικανοποιητικά με τη συμμετοχή στη δημοσιογραφική ομάδα ενός Αμερικάνου πρώην στρατιωτικού με προϋπηρεσία στο Αφγανιστάν. Appereances matter όπως γνωρίζουμε όλοι μας πολύ καλά και όπως επίσης μας δίδαξαν τα Sixties.
 Η ουσία ωστόσο δεν μπορεί παρά να είναι ο τρόπος με τον οποίο αναγνώσκουν το υλικό τους, κι αυτός ο τρόπος είναι εξοργιστικός. Στο ντοκιμαντέρ για τους Ρώσους νεοναζί το όλο θέμα ανάγεται σε μια τοπική ανωμαλία-ιδιομορφία Ρώσων με ανθρωποφαγικές ορέξεις. Αν αφήσουμε στην άκρη το πρωτεύον φυσικά θέμα το οποίο συνίσταται στον κούφιο χερισμό ενός προβλήματος όπως ο ρατσισμός, θα διαπιστώσουμε το σιχαμένο τροπάρι του αφ’ υψηλού προοδευτικού πολιτισμένου δημοκράτη της Δύσης. Το μεταμοντέρνο ειρωνικό μειδίαμα του δημοσιογράφου ενώπιον του λεκτικού οχετού του αρχηγού μιας νεοναζιστικής οργάνωσης είναι μια κούφια χειρονομία αποδοκιμασίας που ικανοποιεί μονάχα τον αυτάρεσκο χαρακτήρα των λαμπερών δημοσιογράφων και των απανταχού ακολούθων τους, Δυτικούς νεανίες με ευαισθησίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα γενικώς και αορίστως.
 Ο ίδιος δημοσιογράφος δρα πιο απροκάλυπτα στο ντοκιμαντέρ για τη μαφία της κοκαΐνης στην Ιταλία. Όταν επισκέπτεται (στην ουσία συνοδεύοντας την Ιταλική αστυνομία) ένα αχούρι στο οποίο αράζουν Αφρικανοί τοξικομανείς θα συναντήσει μια πόρνη, Αφρικάνα κι αυτή, η οποία θα δεχτεί να μιλήσει στο φακό της κάμερας. Ένα ακόμη θύμα του trafficking, η κοπέλα εκμυστηρεύεται στον δημοσιογράφο ότι για να αποκτήσει την ελευθερία της πρέπει να «πάρει» έναν, ας πούμε αρκετά μεγάλο, αριθμό πελατών. Ο δημοσιογράφος τη στιγμή που συνειδητοποιεί το νούμερο αντιδρά με τον τρόπο που θα αντιδρούσε ένας ήρωας Αμερικάνικης σαχλοκωμωδίας βάζοντας την να επαναλάβει τον αριθμό. Την ίδια στιγμή η κάμερα που συνήθως κρύβει το πρόσωπο των συνεντευξιαζόμενων σε τέτοιες περιπτώσεις, κάνοντας διάφορα τσαλιμάκια, στην ουσία αποκαλύπτει το πρόσωπο της στα αχόρταγα βλέμματα των θεατών.
 Σ’ ένα ακόμη προβληματικό (λέγε με βρώμικο) ντοκιμαντέρ της ομάδας, με θέμα τη μετά τον εμφύλιο Σρι Λάνκα, η βία που αποτυπώνεται σε raw images μπροστά στα μάτια μας είναι τόσο σοκαριστική που φέρνει στο νου τον Slavoj Žižek όταν μας έλεγε πως τα Μ.Μ.Ε. αρέσκονται να μας δείχνουν διαμελισμένα πτώματα όταν αυτά βρίσκονται στη Σομαλία ή στη Βοσνία, μα δεν κάνουν το ίδιο όταν πρόκειται για τα καθ’ ημάς, την αγαπημένη μας Δύση:
the same "derealization" of the horror went on after the WTC bombings: while the number of victims is repeated all the time, it is surprising how little of the actual carnage we see - no dismembered bodies, no blood, no desperate faces of the dying people... in clear contrast to the reporting from the Third World catastrophies where the whole point was to produce a scoop of some gruesome detail: Somalis dying of hunger, raped Bosnian women, men with throats cut. These shots were always accompanied with the advance-warning that "some of the images you will see are extremely graphic and may hurt children" - a warning which we NEVER heard in the reports on the WTC collapse. Is this not yet another proof of how, even in this tragic moments, the distance which separates Us from Them, from their reality, is maintained: the real horror happens THERE, not HERE?[1]

 Με άλλα λόγια, μπορεί να έχουμε τα προβληματάκια μας και μεις εδώ στη Δύση αλλά σαν αυτούς (δόξα σοι ο Steve Jobs), δεν είμαστε.

Φοτο: -icy-


[1] Welcome To The Desert Of The Real, - 10/7/01 - Reflections on WTC - third version -by Slavoj Zizek, http://www.lacan.com/reflections.htm#2

No comments:

Post a Comment