Ο ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ ΘΕΛΕΙ ΤΟ DAD(A) ΤΟΥ
Ο
ανένδοτος αγώνας του Kundera και του Orwell κατά του ολοκληρωτισμού, με όλες τις
στρεβλώσεις και λοξές ματιές του, δεν καταφέρνει να εμπνεύσει πολλούς. Οι
θαυμαστές του Τσέχου συγγραφέα δείχνουν την ξεκάθαρη προτίμηση τους προς το
πρόσωπο Kundera,
όπως το φαντασιώνονται ελαφρά την καρδία. Ο Kundera δεν εμπνέει μέσω του έργου του αλλά
διαμέσου της ύπαρξης του της ίδιας σε ένα περίεργο στριφογύρισμα της μοίρας η
οποία, εν τέλει, δεν αφήνει κανέναν παραπονούμενο όταν πρόκειται να μασκαρευτεί
troll.
Ο
Kundera εμπνέει σαν
λέξη, σαν γράμματα άδεια από νόημα και ουσία:
K-U-N-D-E-R-A
Αυτό
το φαινόμενο πάντως είναι γενικό, ο συγγραφέας Lars Iyer μας ενημερώνει επ΄αυτού με αφοπλιστικό
τρόπο:
-
The
young people with whom I am in contact do not have a strong relationship to
literary fiction. They’re much more interested in music, or film. I am often suspicious of my own love for
many literary authors – do I really like them? I wonder. Is it not the kind of myth they embody that I love?
Why do I read so many literary biographies? Am I looking for exemplary
figures, saints of a kind? [...] Until I wrote about him, Blanchot was another
of the ‘talismanic’ authors I’ve mentioned – a name that stood in for a belief
in something. It is possible to bathe in Blanchot rather than
read him, to simply dwell in the presence of a master-author, even if this
is quite the opposite of what he intended.
Κολυμπά
κανείς ανέμελα ανάμεσα στα έργα που μας άφησε ο Blanchot με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο ανοίγουμε
διαρκώς tabs
προς τα δεξιά, όλο και πιο δεξιά, ως το σημείο φυγής όπου τίποτε απολύτως δεν
πρόκειται να διαβαστεί, πόσο μάλλον να γίνει κατανοητό.
Το
λογοτεχνικό έργο, το μυθιστόρημα, είναι εδώ και κάμποσο καιρό ένας
απενεργοποιημένος μηχανισμός, έχει παγώσει στο χρόνο. Μέσα σε λίγες δεκαετίες,
η απόσταση που έχει διαμορφωθεί μεταξύ του λογοτεχνικού έργου και του εν δυνάμει
αναγνώστη μπορεί να παραλληλιστεί, με
σχετική ασφάλεια, με την απόσταση που χωρίζει τον Δυτικό πολιτισμό των ημερών
μας από τον πολιτισμό της αρχαίας Αιγύπτου. Η Κλεοπάτρα άλλωστε, μονοπωλεί τη
φαντασία μας ελλείψει επαρκών στοιχείων που θα μας βοηθούσαν να κατανόησουμε
έναν τόσο μακρινό στο χρόνο, και ριζικά διαφορετικό στο πνεύμα του, πολιτισμό
από το δικό μας. Κατά τον ίδιο τρόπο ασχολούμαστε περισσότερο, μας συνεπαίρνει
θα έλεγε κανείς, με το πρόσωπο, το μύθο δηλαδή, του συγγραφέα παρά με το έργο
του.
Κατά
τα φαινόμενα, ο θάνατος του author
δεν συνέβη ποτέ. Εκείνο που
πέθανε ήταν μάλλον το έργο που έκτοτε αγνοείται μεταξύ των εξευτελιστικών
προσφορών των εκδοτικών οίκων, των λογοτεχνικών διαγωνισμών με έπαθλο ένα
βιβλίο με ωραίο εξώφυλλο για την παραλία, και αδιάφορων, έως και προσβλητικών,
βραβείων μετά θάνατον. Στην ώρα μηδέν,
το έργο τέχνης δε δοξάζεται ως θείο δώρο δημιουργικότητας και υπερβατικότητας
αλλά αποσυντίθεται και συναρμολογείται ξανά πρόχειρα με αποτέλεσμα να συγχέεται
η δημιουργική έκφραση με έναν τρόπο ζωής (lifestyle)όπου η καθημερινότητα προσπαθεί να
μιμηθεί αδέξια τη στιγμή της δημιουργίας αλλά και τους κανόνες του παιχνιδιού
της δημιουργικής έκφρασης.
Ο
αναγνώστης, και αφότου άκουσε τον Barthes πως
και εκείνος παράγει το νόημα του έργου, έγινε διαστρεβλωτής, αντιμετωπίζει το
έργο του καλλιτέχνη εργαλειακά αφότου αισθάνεται καλλιτέχνης πια και ο ίδιος.
Το έργο αποσυντίθεται εντός του ψυχικού κόσμου του αναγνώστη πριν εκείνο
προλάβει να σχηματιστεί σε γνώση ικανή να διαταράξει το ατομικό του σύμπαν και
να ανατρέψει οριστικά το πεδίο των ενδιαφερόντων του, να ξαναγεννηθεί κανείς δηλαδή μέσω της απόλαυσης σπουδαίας
τέχνης. Το έργο καταστρέφεται εν τη γενέσει του προορισμένο καθώς είναι να
αποτελέσει τον καμβά ενός μελλοντικού κολλάζ που σχηματίζεται μέσα στο κεφάλι
του κάποτε αναγνώστη, νυν Dada
πλιατσικολόγου.
Κινήματα
σαν το dada και surrealism είναι μονάχα φυσικό να συνεχίζουν να
αποτελούν άλλοθι, ήταν άλλωστε εκφάνσεις του ίδιου κόσμου που μόνο τότε
ξεκινούσε το ταξίδι του προς την παρακμή του νοήματος προς όφελος ενός ανώφελου,
αυθόρμητου, ανέξοδου ενθουσιασμού.
Θα διαφωνούσα σχετικά με τον υπερρεαλισμό. Οι υπερρεαλιστές διαστρέφουν/ καταστρέφουν τον κυρίαρχο λόγο ποντάροντας στη διαλεκτική. Σκοπός είναι το χτύπημα, η αλλαγή της ιστορικής πορείας σε ανώτερη σπείρα. Είναι παιδιά της Δύσης αλλά και εχθροί της. Αναδρομικά και διαχρονικά. Γι' αυτό και ήταν, την αρχική τουλάχιστο περίοδο, οργανωμένοι στο ΚΚ. Σίγουρα πάντως δεν ήταν "εκφάνσεις του ίδιου κόσμου".
ReplyDelete