EXODUS
Ο Κέιβ άρπαξε το τηλεκοντρόλ από τον Μπακού, έκλεισε τον ήχο της τηλεόρασης, ταυτόχρονα, ο σκηνοθέτης από το κοντρόλ ζητούσε κοντινό στην Τζοβάνα Λόλα,
καθόταν δίπλα από τον τηλεπαρουσιαστή Ανανιάδη, εργαζόταν ως τηλεοπτική γλάστρα, αν και κανείς δεν το γνώριζε τότε, ούτε καν η ίδια, έμελλε να νυμφευτεί τον ποδοσφαιριστή Τέο Ζαγοραίο, πρωταθλητή Ευρώπης για το 2004, τιμήθηκε –δικαίως- από το κράτος, αντί να καταλάβει θέση διευθυντή σε ποδοσφαιρική σχολή, κατά λάθος, γραφειοκρατικό, διορίστηκε στην Ευρωβουλή,
τα μάτια του Μπακού, του Κέιβ, και του Σάγκυ, καρφώθηκαν στην οθόνη, στα ολόλευκα στήθια (πολύ πουδράρισμα, βαθύ το ντεκολτέ), τα μεγάλα σκούρα μπλε μάτια με τις σέξυ ψεύτικες βλεφαρίδες, την λεπτή μακριά μύτη, το έντονο κόκκινο κραγιόν με τις ψυχρές αποχρώσεις του μπορντό και τους μπλε υποτόνους στο μεγάλο στόμα στο εκθαμβωτικό πρόσωπο μιας γυναίκας σοκαριστικής ομορφιάς,
στο υπόγειο επικράτησε απόλυτη ησυχία, την διατάραξε η Μαρού, ή Ραλλού με ένα «ΑΑΑΑΧΧ...», ήταν σαρκαστικό, γελούσε με τα μάτια, αβαθή και παιχνιδιάρικα, τα πόδια της τα είχε ανεβάσει πάνω στον καναπέ, η τηλεόραση έκλεισε, ο Κέιβ έβαλε ένα βινύλιο της Anne Clark, γέμισε ένα ποτήρι με ουίσκι κόλα, o Σάγκυ έπινε κρασί, θα προτιμούσε να ‘χε θυμηθεί να αγοράσει βότκα, να ετοίμαζε ένα κανονικό ποτό,
τα κορίτσια στην κουζίνα ήθελαν κοκτέιλς, τους έλειπε ο δυόσμος και το λάιμ ώστε να ‘φτιαχναν μοχίτο, έθεσαν, λοιπόν, Δανάη και Τζο, το θέμα μιας βραδινής εξόδου, ίσως για λόγους εθιμοτυπικούς, δεν είχαν τρελή όρεξη για να χορέψουν,
σύμφωνα με τον Καρακάξη, είχαν μια επιλογή, στην πρωτεύουσα του νησιού υπήρχε μόνο ένα μπαρ που έβαζε ξένη ροκ μουσική, «μην περιμένετε όμως να ακούσετε Sonic Youth!» σύντομα, ξεκίνησαν οι ετοιμασίες, ενώ, επίσης, απαγορεύτηκε στον Κέιβ το δεύτερο ποτό στο σπίτι, όφειλε μάλιστα να παραμείνει νηφάλιος μέχρι να επιστρέψουν,
«ο δρόμος έχει πολλές στροφές, σκοτεινά σημεία, γκρεμούς, είναι 26 χιλιόμετρα απόσταση...»,
«δεν μας χέζεις ρε καρακάξα που θα μου πεις πόσο θα πιω κιόλας...» απάντησε ο Κέιβ στραβωμένος, σχεδόν απελπισμένος δηλαδή, με την δυσμενή για εκείνον εξέλιξη, έδειχνε αναπόδραστη,
ήταν αδύνατο -κάθε φορά- στον Καρακάξη, να συγκρατήσει την οργή του για το «καρακάξα», αποκάλεσε τον Κέιβ «μπίχλα» (δεν είχε κάνει ντους την προηγούμενη ημέρα μετά την θάλασσα), «σαβουρογάμη» (έμμεση, πλην σαφής, αναφορά στο one night stand του περασμένου Μαΐου με πρωτοετή φοιτήτρια από Λαμία, την γνώρισε στο Underground, rock bar των Εξαρχείων), και «ρούχλα» (λόγω της ανομολόγητης, πλην γνωστής, έξης του στο Pro Evolution Soccer στα χρόνια του Λυκείου), όσο για τον Κέιβ, έπειτα από την ακούσια, αθέλητη, χρήση του υπερόπλου «καρακάξα», περιορίστηκε σε ένα «στόκος» (γενικώς και αορίστως),
με πρωτοβουλία του οικοδεσπότη, οργανώθηκε (μυστική) ψηφοφορία, πάσαρε μικρά χαρτάκια, προέτρεψε τους παρευρισκομένους να γράψουν «ρούχλας» αν συμφωνούσαν μαζί του, αν ήταν αποφασισμένοι να σταθούν στο πλευρό του αντιπάλου του ας σημείωναν το «στόκος»,
εννέα στους δέκα τάχθηκαν υπέρ της ποτοαπαγόρευσης για τους οδηγούς, ο Κέιβ περιορίστηκε στο ενάμιση ποτό από τις 22:10, έως τις 02:40, ήπιε μισό στο σπίτι,
παρήγγειλε ένα Τζόνυ στο μαγαζί που θύμιζε κλασικό ροκ στέκι με το ξύλινο μπαρ και πάγκους στο ημίφως, η πόρτα του μαγαζιού έμεινε ανοιχτή όλο το βράδυ, να βγαίνει έξω η μουσική, να μπαίνει μέσα ο διερχόμενος τουρίστας, παρέμεινε μισοάδειο εκείνη την βραδιά, οι περισσότεροι πελάτες προτίμησαν τα τραπεζάκια στον πεζόδρομο, έξι ηλιοδαρμένοι μεσήλικες από την βόρεια Ευρώπη, τρεις μικτές παρέες ντόπιων εφήβων, δύο ζευγάρια Αθηναίων που βρίσκονταν σε διακοπές,
ήταν μάλλον μια διεκπεραιωτική έξοδος,
η Μαρού, ή Ραλλού, στεκόταν στην γωνία με ένα ποτήρι λευκό κρασί, την κόζαρε μια παρέα μεταλλάδων, τριαντάρηδων καλοβαλμένων Γερμανών, της έπιασαν κουβέντα εναλλάξ, ή και ταυτόχρονα, ο Αριστομένης και ο νηφάλιος, ξενερωμένος, ανυπόμονος για την επιστροφή, Κέιβ,
η Μαριάνθη, το Λινάκι, Δανάη και Τζο, έκαναν πηγαδάκι, παρήγγειλαν mojito, συμφώνησαν πως ήταν μούφα, δύο κεφάτοι ευπαρουσίαστοι Ιταλοί πλησίαζαν, επανέρχονταν με αστεία γενικόλογα ανά δεκαπέντε λεπτά, στον Andrea άρεσε η Μαριάνθη, ο Renato τις γούσταρε όλες, στην Μαριάνθη άρεσε ο Renato,
ο Σάγκυ ήπιε γρήγορα δύο τζην τόνικ με μικρή περιεκτικότητα σε αλκοόλ, κοίταξε έξω από το παράθυρο όπου, μιλούσαν λίγο, δηλαδή ελάχιστα, βαρέθηκαν πολύ, δηλαδή τάχιστα, δεν άντεξε περισσότερο από μία ώρα το ζεύγος των τριανταπεντάρηδων από την Αθήνα, ταράζοντας, άθελα τους, ένα εικοσιτριάχρονο αγόρι σε σχέση με κορίτσι ήδη δύο (και κάτι) χρόνια - επιχείρησε μια βόλτα είκοσι λεπτών δίπλα από τα μεσαιωνικά τείχη μήκους πέντε χιλιομέτρων, με τις επάλξεις, τους πυργίσκους, την τάφρο, τις Πύλες με τις γέφυρες, την ίδια ώρα, πίσω στο μπαρ Mythos,
ο Μπακού βαριόταν, ρώτησε το Λινάκι αν ανησυχεί που το αγόρι της είχε εξαφανιστεί, δεν πήρε απάντηση, «την έχετε πρήξει ρε την κοπέλα!» τσίγκλισε γελώντας Κέιβ και Αριστομένη, χαμογέλασε πονηρά η Μαρού, ή Ραλλού,
τέλος, ο Καρακάξης πηγαινοερχόταν μεταξύ των φιλοξενούμενων του, της μπάρας, και του dj, αρχικά του ζήτησε το Part Time Punks από Television Personalities επειδή ήταν σίγουρος πως δεν θα γνώριζε την μπάντα, πράγματι, δεν το είχε το τραγούδι, έπαιξε πάντως Bowie για να τον ευχαριστήσει, πράγματι, χάρηκε, τόσο ώστε να επανέλθει ζητώντας το Surfin’ Bird στην εκτέλεση των Cramps, έκλεισε την συζήτηση o dj,
έβαλε Bob Marley.
No comments:
Post a Comment