IΙ
Περπατάω προς τη Συγγρού ταυτόχρονα με την έναρξη της απαγόρευσης νυχτερινής κυκλοφορίας. Eίναι 22:09, 31 Δεκεμβρίου του 2020, και βρίσκομαι οπλισμένος με σημειωματάριο μεγέθους τσέπης και μαρκαδοράκι Pilot στο κέντρο της άδειας Αθήνας.
Work must go on.
Πάρνηθα για ποδηλατάδα – φλανάρισμα, έστω και λειψό, εν μέσω night curfew Παραμονή Πρωτοχρονιάς, μια «civil disobedience» δρόμος.
Γράφω περπατώντας, κοιτώντας οπουδήποτε αλλού εκτός των καλικάντζαρων που σχηματίζονται πάνω στο χαρτί, μες στο ημίφως, σε απόσταση αναπνοής από το καρδιοχτύπι μου και τα αναμμένα φώτα των περιπολικών που σταθμεύουν στην Αρδηττού. Οι οδηγοί, αν και σταματημένοι στο φανάρι, φαίνονται βιαστικοί. Ανυπόμονοι. Βαδίζω γρήγορα, no breaks. Τα ποδάρια μου δεν θυμίζουν εκείνα του πλάνη με το κινητό στην τσέπη του παντελονιού έτοιμο να shootάρει οτιδήποτε ετερόδοξο φύτρωσε εντός του σχεδίου πόλεως περνώντας απαρατήρητο - άρα απαρηγόρητο - από τα πλήθη, αλλά τσιτωμένου έτσι κι έτσι πληρωμένου εργαζόμενου που φοβάται μην αργήσει στο μαγαζί, στο μίτινγκ, στο γραφείο. Που καιρός για αέρινες σόλες!
Δεν γνωρίζω ακριβώς τι απαγορεύεται. Είναι νόμιμο να περπατήσω από τη δουλειά ως το σπίτι για δέκα χιλιόμετρα περιφρονώντας τους σταθμούς Μετρό που θα βρεθούν στο δρόμο μου; ΔΞ/ΔΑ. Αντιλαμβάνεται κανείς ωστόσο πως εισήλθαμε, εκ νέου, στην εποχή των μικροκακοποιών. Για τους ένθερμους της διεύρυνσης της νομιμοφροσύνης των πολιτών υπάρχει και το δηλητήριο υπό μορφήν χιονοστιβάδας ανακοινώσεων της Πολιτικής Προστασίας. Καθείς και το ξόρκι του.
Διασχίζω την πόλη, τη νύχτα, το σκοτάδι· οι ξενιστές της μητροπολιτικής εμπειρίας δεν πατάμε πάνω σε λάσπες και σκατά όπως οι πρόγονοι μας στην ύπαιθρο και τα χωράφια, περίπου τις ίδιες ώρες. Αναζητούμε την αστρόσκονη της ύπαρξης, την ίδια από την οποία είναι φτιαγμένο το σώμα μας, σκοπός μας να σκορπίσουμε με κάθε μας κίνηση κοσμική σκόνη «και συγκίνηση σε όσους είναι σαν και εμάς καμωμένοι», δηλαδή δυνητικά οι πάντες.
No comments:
Post a Comment