4.1.21

Stardust

 


Once upon a time, λίγο πιο κάτω από τα μισά της νύχτας, 03:30 το πρωί δηλαδή, την ώρα των επίμονων ηδονιστών με σύμβαση ορισμένου χρόνου, οι πείσμονες σεξηδονιστές αορίστου χρόνου συνήθως είχαν προλάβει να κλείσουν τις ερωτοδουλειές τους μέχρι τις 02:00, ένας φίλος μου ζήτησε να του τραγουδήσω τους στίχους του κομματιού που ακουγόταν στα ηχεία του Decadence. Ο dj έπαιζε ένα τραγούδι της πιο αγαπημένης μου μπάντας εκείνο τον καιρό, των Beatles. Ήταν αδύνατον να ψιθυρήσω στο αυτί του έστω και μια λέξη, από το σύνολο των τραγουδιών τους (που με ενδιέφεραν), το πολύ πολύ να ‘χα συγκρατήσει το “Something in the way she moves...”

Μπόλικα χρόνια αργότερα, πέρασα τις νύχτες του χειμώνα του 2017 ακούγοντας στο repeat το albumCarrie & Lowell” του Sufjan Stevens χωρίς να με απασχολεί ιδιαίτερα αν επρόκειτο περί γάμου, κηδείας, άδοξου έρωτα ή το τέλος μιας φιλίας, μίσος δε διέκρινα πάντως κρίνοντας από τα ηχοχρώματα των ψαλμών του. Εν τέλει ο Sufjan έλεγε το δικό του αντίο στους γονείς του, όπως θα με πληροφορούσε ένας φίλος, την ίδια περίοδο που εγώ αργαποχαιρετούσα την συγκαιρινή μας Τροία την οποία οι αρχαιολόγοι του μέλλοντος ορθώς θα αναζητούν κι απ’ τις δύο πλευρές του Αιγαίου.

Είναι πλέον 2021, αντιλαμβάνεται κανείς πως υπολείπονται ακόμα έξι χρόνια ώσπου να επιστρέψω στην Ιθάκη μου, την αγκαλιά της δηλαδή, είναι αναπόδραστη πραγματικότητα η οικουμενική αλήθεια ενός Ομηρικού Έπους, έστω κι αν δεν έχεις καταφέρει να διαβάσεις ούτε μια στροφή. Κάθε άνθρωπος και η Ιθάκη του, δίχως μυθικό τόπο επιστροφής η ζωή μας μάλλον προσομοιάζει με την αγωνία ενός στρεσαρισμένου καταναλωτή που αδυνατεί να βρει την έξοδο σε έναν από τους ναούς του Σουηδικού φέουδου ονόματι IKEA όπου δοξάζεται με μεγάλη ακράτεια η μελαμίνη. Εν τω μεταξύ, η σκέψη να ναυαγήσω στη μέση του πελάγους, κάποια στιγμή μέσα στα επόμενα έξι χρόνια, πάνω σε μια σχεδία από μελαμίνη IKEA αποδεικνύει πειστικά για εμένα την ανάγκη της καταφυγής στον Μύθο, εν προκειμένω την καλή προαίρεση των Ents, δεντρών-κατοίκων των αρχέγονων δασών της Μέσης Γης του Τόλκιν· οι ήχοι από το θρόισμα των φύλλων και η βοή του ανέμων που αντηχούν στα δάση ποτέ δεν σκότωσαν κανέναν ταξιδιώτη που έχασε προσωρινά τον δρόμο του, μας τρομάζουν μονάχα διότι υποδεικνύουν την εύθραστη θνητότητα μας.

Όπως και να ‘χει, μέχρι να συναντήσω την κοινή μας μοίρα ως λίπασμα, ζω ελπίζοντας οι λέξεις μου να streamάρουν στη ενσώματη ζωή αγνώστων ως αίσθηση (sensation), αντί για γνώση, πόσο μάλλον πληροφορία:

να γίνουν αέρας στα φτερά ενός εφήβου λίγο «στα χαμένα» με κρυφή αδυναμία στον Ίκαρο και όνειρα να μετοικήσει στη Σελήνη περίπου στις αρχές της δεκαετίας του 2040·

σαθρό έδαφος στις σιγουριές και βεβαιότητες κάποιας Πακίτας Γκαλιέγο·

φωτιά ικανή να κατακάψει λογής λογής ερωτομπαλώματα ώστε να αναδυθεί από τα βάθη της καρδιάς των εραστών η «επιθυμία του μοιρασμένου ύπνου, επιθυμία που αφορά έναν και μόνο άνθρωπο» που λέει και ο Κουντέρα (ή κάπως έτσι)·

και νερό, νεράκι, ώστε να ξεδιψάει ο Άγνωστος σε εμένα άλλος μου εαυτός.

Πολύ πριν από τις λέξεις, και όχι λίγο πίσω, βρίσκεται το beat. Η μουσική ακόμα κι όταν καλοσπουδάζεται πάντοτε καταφθάνει γαλαξίες μακριά από το κέντρο της ανθρώπινης ύπαρξης που ορίζουμε ως συνείδηση:

“music is the inarticulate speech of the heart, which cannot be compressed into words, because it is infinite,” με τα λόγια του Richard Wagner.

Γενικά μιλώντας, η μουσική με στίχους είναι επικοινωνία· μας κρατά παρέα με λόγια ποτισμένα από αλκοόλ και λαχτάρα, προγραμματικές δηλώσεις πολιτικού περιεχομένου, ξεχαρβαλέ ρίμες, ψίθυρους χωρισμού, άσφαιρα μπινελίκια, γλυκερά ερωτόλογα, δοξολογίες σε Θεούς. Στις καλύτερες των περιπτώσεων η μουσική δεν συνοδεύεται από ευχολόγια και κατάρες...

αλλά από τις ανάσες των γυναικών στο “Music For 18 Musicians” του Steve Reich,

τα μουγκρίσματα του Ψαραντώνη,

τα απαλλαγμένα από καλλωπιστικά επίθετα νάζια του Morrissey,

τα ακατανόητα ουρλιαχτά των death μεταλλάδων,

τις ακατάληπτες κραυγές των punk rockers της Νέας Υόρκης,

την ολολυγή (ululation) των γυναικών του Ισλάμ ενώπιον ζητημάτων ζωής και θανάτου που ουδεμία σχέση έχουν με τα δευτερεύοντα ζητήματα του τύπου επιτυχία, χρήματα, δημοφιλία.

***

I couldnt make this stuff up αλλά τη στιγμή που γράφω ένας Τσιγκάνος τζαζίστας ονόματι Jon Larsen συλλέγει αστρόσκονη ανά τον πλανήτη, ίχνη και μνήμες από τη γέννηση του ηλιακού μας συστήματος δηλαδή. Δεν ήταν stardust μονάχος του ο Ziggy, είμαστε όλοι κοσμική σκόνη, υπερθεματίζει η πλανητική επιστήμονας Meenakshi Wadhwa μπροστά στην κάμερα του Werner Herzog για το ίδιο ντοκυμαντέρ, όπου, ως συνήθως, το τείχος μεταξύ μυθοπλασίας και καταγραφής της πραγματικότητας γκρεμίζεται και γίνεται (αστρό)σκόνη.

Να το πούμε κι αλλιώς, «δεν είναι ο άνθρωπος το μέσον για το Σύμπαν να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του», όπως θα έλεγε χαριτολογώντας κάποιος επιστήμονας προς τέρψιν αναγνωστών επικεφαλίδων άρθρων που δεν προορίζονται να διαβαστούν·

η μουσική είναι η μόνη μας δυνατότητα να αγγίξουμε τα αστέρια που βρίσκονται πέρα από τον ουρανό και επιζούν ως μνήμη στο σώμα μας.

 

 

No comments:

Post a Comment