17.12.25

Sexάρχεια

 


II

Όσο ήταν ανθρωπίνως δυνατόν, δεν μοιράστηκα μαζί της υποκειμενικές σκέψεις για το σεξ, εξιδανικευμένες απόψεις για τον έρωτα, έωλες θεωρίες για τις σχέσεις, αερολογίες για τα γκομενικά, ήταν δεδομένο πως θα τις εκλάμβανε ως προσωπική επίθεση, έμμεση, άδικη κριτική, το πρόβλημα όμως παρέμενε:

-       τι στ’ αλήθεια είμασταν αφού δεν είμασταν fuck buddies;

δεν τα είχαμε, friends with benefits, not really, δεν είχε αναπτυχθεί φιλία μεταξύ μας, άρα δεν θα μπορούσαμε να είμαστε ερωτικοί σύντροφοι, δεν τα φτιάξαμε, δεν κλεφτήκαμε, δεν παντρευτήκαμε, ελεύθερη σχέση δεν είχαμε, μήπως ήταν summer love; αδύνατον, χειμώνα γνωριστήκαμε, διασκέδαζα ενίοτε, δηλαδή παρηγορούσα, τον εαυτό μου και μόνο, να μην είχα drama με την Μάρα, βάζοντας τίτλους στην φάση μας: Ροκ και Σπέρμα στα Εξάρχεια, ακούγεται βέβαια σαν cult ερωτική βιντεοταινία της δεκαετίας του 1980[1], όπως και το Έρωτας στα Εξάθλεια, στάθηκε ακατόρθωτο να κατηγοριοποιήσω την σχέση που αναπτύχθηκε μεταξύ -και ερήμην- μας, προσομοίαζε με περιπέτεια με ασαφείς κανόνες, άλογες επιθυμίες, ακατανόητοι οι στόχοι, αχαλίνωτη επέλαση των αισθήσεων που γειτνιάζει με εθελούσια καταστροφή, κατακλυσμική ηδονή που, ώρες ώρες, φάνταζε αναπόφευκτη, και ακατανίκητη, έως ότου, υπό το βάρος της πραγματικής πραγματικότητας, διελύθη εις τα εξ ων συνετέθη: who the hell knows, το μόνο σίγουρο, δεν θα γινόμασταν ποτέ ζευγάρι,

παρότι, κάποια στιγμή, η Μάρα ομολόγησε, μεταξύ σοβαρού και αστείου, πως ονειρεύτηκε («όπως όλες μας») την έλευση ενός ιππότη πάνω σε άσπρο άλογο, μια εικόνα βγαλμένη απευθείας από τον παράδεισο της καθημερινότητας της δεκαετίας του 1580 (μείον το αποχετευτικό σύστημα), ολοσδιόλου άγνωστης για εκείνη, κατά συνέπεια, βολικά εξιδανικευμένης, επιστράτευσα ένα διακριτικό, ανεπαίσθητο, χαμόγελο, συνέδραμε ώστε να μην αντιλαμβάνεται ο συνομιλητής αν η σκέψη του με έβρισκε σύμφωνο, με είχε αναστατώσει, προβληματίσει, ή διασκεδάσει, εν προκειμένω, είχα έρθει σε αμηχανία – δεν καβαλάω μηχανάκι, ούτε ιππεύω άλογα, αν εξαιρέσεις ένα ροζέ αλογάκι που λειτουργεί με νόμισμα σε παιδική χαρά, δεν υπήρχε ψυχή τριγύρω, ήταν under construction,

είμασταν, ήθελα να πιστεύω, κάτι περισσότερο από fuck buddies, σε αντίθεση με εκείνη, είχε εξασκήσει επιμελώς το χόμπι του fuckbuddισμού επί σειρά ετών, δεν είχα αποκτήσει ποτέ fuck buddy, μια πρακτική που θεωρούνταν από πολλούς ικανό αντίδοτο στην μελαγχολία του Saturday Night Netflix, αντί για Fever, μια μέρα της εβδομάδας, προτιμότερα Δευτέρα, ok, θα εξακολουθούσα να τις αφιερώνω στην λέξη που ντεμπουτάρισε με τους Έλληνες γιατρούς της αρχαιότητας,

σύμφωνα με τον Ιπποκράτη, στο ανθρώπινο σώμα υπάρχουν τέσσερις χυμοί, το αίμα, το φλέγμα, η κίτρινη χολή και η μέλαινα (μαύρη) χολή, οι γιατροί, προ νεωτερικότητας, με βάση τα σωματικά υγρά, ξεχώριζαν τέσσερις ανθρώπινους χαρακτήρες:

ο αιματώδης (εξωστρεφής και ελαφρύς), ο φλεγματικός (υπομονετικός και ψύχραιμος), ο χολερικός (οξύθυμος και δηκτικός), ο μελαγχολικός (άκεφος και σοβαρός), όταν το mix των χυμών του σώματος βρίσκεται σε ανισορροπία προκαλούνται ανεπιθύμητες παρενέργειες, το cocktail που ονομάζουμε ιδιοσυγκρασία έχει περιεκτικότητα σε αλκοόλ που κυμαίνεται κατά μέσο όρο μεταξύ 4-6% τις Κυριακές τα βράδια, πριν την έναρξη της εργάσιμης εβδομάδας, κατά την διάρκεια της οποίας σταθεροποιείται στο 11-14%, Σαββατόβραδο σκαρφαλώνει σε ποσοστά μεταξύ 35% και 60%, τέλος, αγγίζει το 80% του John Crow Batty (το Τζαμαϊκανό λευκό ρούμι είναι πιο ισχυρό από τα οξέα του στομάχου του ομώνυμου γύπα που τρέφεται με σάπια κρέατα) κατά την διάρκεια των διακοπών στην Αμοργό, καλοκαιράκι, αλλά και στο κρεβάτι, με το Μαράκι, την οποία δεν την ήθελα fuck buddy, την ποθούσα αλλιώς, έστω πως ήθελα, για το fun της εμπειρίας, θα ήταν ομολογουμένως δύσκολο να συμβεί:

κάποιες γυναίκες ερωτεύονταν, ζητούσαν περισσότερα από sex sessions, απαιτούσαν σταθερότητα-ασφάλεια χωρίς (εισοδηματικές) περικοπές και χώρια διακοπές, τι τα θες,

άλλες ένοιωθαν πολύ σίγουρες για τον εαυτό τους, εχθρεύονταν το ποσοστό του κίτρινου χυμού του σώματος, την ανάρμοστη πλευρά, που αντιστοιχούσε στην ιδιοσυγκρασία μου, παραδείγματος χάριν, η πρωτοετής φοιτήτρια του Ε.Κ.Π.Α. Αμαλία Τσούπρα έχασε την ψυχραιμία της όταν σχολίασα, έπειτα από το τρίτο ούζο Fanta πορτοκάλι, πως «οι φιλόλογοι είναι οι καμαριέρες της διανόησης», ή, αντιθέτως, οι υπερβολικά ανασφαλείς, όπως η Ευανθία Σπουργίτη, εργαζόταν ως καθηγήτρια της ελληνικής γλώσσας στην Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, δεν διέκρινε τον συνδυασμό αίματος και φλέγματος που διαπότιζε την παρατήρηση «οι φιλόλογοι είναι οι μεταξοσκώληκες του Πνεύματος», ξέχωρα από παρεξηγήσεις και παρανοήσεις,

υπήρξαν και γυναίκες, γκόμενες, κορίτσαροι, και θηλυκά, που γείωναν ώστε να γευτούν την χαρά της απόρριψης, εμπνεύστηκα, μυήθηκα κατόπιν, εξ αντανακλάσεως, στην χορταστική ηδονή της χυλόπιτας, το «Χ», βλέπετε, το άκυρο που ρίχνεις σε υποψήφιο εραστή, ενδυναμώνει εξίσου με την κατάφαση στο σεξ, το πήδημα κατά το κοινώς λεγόμενο, ξεκίνησα λοιπόν να φλερτάρω με γυναίκες που τις ενδιέφερα ερωτικά παρότι δεν ήμουν διατεθειμένος να κοιμηθώ μαζί τους, αντέγραψα τις τεχνικές -ώστε να γευτώ τις ανυπέρβλητες χαρές- μιας γυναίκας ανάφτρας (cockteaser), έγινα πειραχτήρι (pussyteaser),

τέλος, παρότι δεν αποτελούν μέρος της συγκεκριμένης σπουδής στο άμορφο χάος των ερωτικών συναισθημάτων, στον χαοτικό πόθο για την μορφή του ανθρώπινου σώματος, ειδική μνεία αξίζει να γίνει σε όσες γυναίκες δεν εκπαιδεύουν το μυαλό τους στις αντιξοότητες του λαβύρινθου του έρωτα, ούτε προβαίνουν στην επένδυση -ανύπαρκτου ρίσκου- σατέν σετ εσωρούχων με ζαρτιέρες και καλτσοδέτες στο λευκό, αλλά προκρίνουν την καριέρα και την οικογένεια, οι ξενέρωτες, όπως τις αποκαλούν στις πιάτσες των φανατικών της πάλης των κλινών, χαρακτηρισμός που δεν με βρίσκει καθόλου σύμφωνο, τις ποθώ εξίσου,

άλλοτε, λοιπόν, δεν αναζητούσαν απολύτως τίποτα, ενίοτε οι γυναίκες ζητούσαν πιο πολλά απ’ όσα δύναμαι να προσφέρω εξαιτίας των παρενεργειών από το mix των χυμών του σώματος, ευτυχώς ή δυστυχώς,

δεν σέρβιραν σε μόνιμη βάση το breezy day of August,  ένα δροσερό ελαφρύ cocktail με βάση την βότκα και σύγχρονες τεχνικές μαγειρικής (shrub και sous vide), αρώματα από μαστίχα Χίου, βραζιλιάνικο φασόλι τόνκα και φράουλα, ο βελούδινος λευκός αφρός στολίζει το φραουλένιο ποτό με ντελικάτα αρώματα, όταν τα υγρά του σώματος έρχονταν σε ανισορροπία σέρβιραν Τσέχικο La Fée Bohemian Absinthe, ένα αλκοολούχο ποτό με περιεκτικότητα σε οινόπνευμα μεταξύ 45% και 75%, γνώρισε μέρες δόξας στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, στο Παρίσι φυσικά, όπου και βρέθηκε στα χείλη, στα στομάχια, στα ξερατά, τις ραδιουργίες, τις δημιουργίες των Édouard Manet, Guy de Maupassant, Amedeo Modigliani, Edgar Degas, Henri de Toulouse-Lautrec, Paul Verlaine, Arthur Rimbaud, Oscar Wilde, Erik Satie, Ernest Hemingway, το αψέντι παράγεται από τον εμποτισμό βοτάνων σε αλκοόλη ψηλού βαθμού για είκοσι τέσσερις ώρες, η Artemisia absinthium μαζί με άλλα βότανα (μάραθος, αστεροειδής γλυκάνισος, μέλισσα, κορίανδρος) εμποτίζονται σε αλκοόλη, ακολουθεί επαναπόσταξη, έτσι ώστε,

οι γυναίκες διαισθάνονταν πως παραμόνευαν οι πόθοι, κάψες, αναστολές, μπερδέματα, χαρές, υπερβολές.

 

 

 



[1]«Αναρχικές καλόγριες», «Ροκάκιας την ημέρα, το βράδυ καμαριέρα».


No comments:

Post a Comment