24.12.25

Sexάρχεια

 


II

Η ζουζού ήταν démodé, ήδη από τον Ιούνιο του 1997, όταν οι Dandy Warhols από το Portland, του Oregon, κυκλοφόρησαν το Not If You Were the Last Junkie on Earth, ο Courtney Taylor-Taylor τραγούδησε με νόημα πως "heroin is so passé",

χρήστες ουσιών, η δερματοστιξία στο σώμα τους σημάδια από πληγές, δερματικές παθήσεις, διαταραχές, αντί για ανεξίτηλα σχέδια από χρωστικές ουσίες, σέρνονταν έξω από τον Γρηγόρη μικρογεύματα, το πρώτο κατάστημα άνοιξε στην Αθήνα το 1972, πωλούνταν τυρόπιτες, λουκανικόπιτες, ζαμπονοτυρόπιτες, λουκουμάδες και παγωτό από πρόβειο γάλα, όταν γιόρτασε τα πεντηκοστά της γενέθλια, η επιχείρηση, μέσω μιας αλυσίδας franchise 367 καταστημάτων σε Ελλάδα, Κύπρο, Ρουμανία, και Γερμανία, εμπορεύονταν πλέον καφέ, ροφήματα, χυμούς, πίτες, σαλάτες, γλυκίσματα, vegan & wellbeing επιλογές,

ασυνήθιστα πολλές, προσέφερε το κεντρικό περίπτερο της πλατείας, όπου περίμενα την Μάρα, μαζί με snacks, τσιγάρα, παγωτά, νερά, αναψυκτικά, και μπύρες, έβρισκες μπροσούρες, fanzines, φυλλάδια, περιοδικά-βιβλία εκτός εμπορίου, παραγεμισμένα με ευφάνταστες εξηγήσεις, ανόθευτες τρέλες, γνήσιες παρανοήσεις, θεωρίες για την επανάσταση, την συλλογική χειραφέτηση, την καταστροφή του κράτους, το τέλος του καπιταλισμού, και ό,τι άλλο βάζει ο εξεγερμένος νους, ο δικός μου είχε επιλέξει το σημείο ώστε να αποφύγω το μπουλούκι των τοξικοεξαρτημένων,

η εποχή που ανιχνεύονταν στο αίμα brown sugar μαζί, ή χώρια, με βαρβιτουρικά είχε περάσει προ πολλού, από τα 1970s έως τα 1990s, ανάμεσα σε άλλους, στου Sonny Clark, της Janis Joplin, του Alan Wilson, του Gram Parsons, του Jim Morrison, του Tim Buckley, του Leny Bruce, της Donyale Luna, του Emmett Grogan, του John Belushi, του Jean-Michel Basquiat, του River Phoenix, του Eric Show, σε ένα παράξενο στριφογύρισμα της μοίρας, το τελευταίο διάσημο θύμα της white nurse (το 2014) ήταν ο δραματικός των δραματικών ηθοποιών του κινηματογράφου Richard Seymour Hoffman, ασυναγώνιστος όταν ενσάρκωνε το εύρος, τα δαιδαλώδη βάθη της ανθρώπινης περιπέτειας, της ακροβασίας από την στιγμή που γεννιόμαστε (χωρίς να έχουμε ερωτηθεί) μέχρι τον θάνατο, στα βαθιά γεράματα, έστω, παρά την θέληση μας συμβαίνει, οικειοθελώς αποχώρησαν, δι’ απαγχονισμού, ο Chris Cornell τον Μάϊο του 2017, Ιούλιο ο Chester Bennington, ο Anthony Bourdain το 2018, έναν χρόνο αργότερα ο Keith Flint, απέδρασαν από το σπιράλ καθόδου της κατάχρησης, ξέμεινε μια δόση από απελπισία,

βρισκόμουν λίγα μέτρα μακριά από την εξαώροφη μοντερνιστική «μπλε πολυκατοικία» (1933), βαπτίστηκε από το χρώμα του κοβαλτίου που χρησιμοποιήθηκε για τις εξωτερικές επιφάνειες, ο αρχιτέκτονας είχε δανειστεί στοιχεία από τον σχεδιασμό των καραβιών, τα κοίλα τόξα στις πόρτες έμοιαζαν με φινιστρίνια, κηρυγμένο διατηρητέο, εκ κατασκευής έτοιμο για να σαλπάρει, εκείνη την στιγμή, ακόμα και ο πλέον αισιόδοξος συμφωνούσε πως θα ‘ταν για το πουθενά, οι τοίχοι του είχαν γεμίσει tags, αφίσες ανακοίνωναν συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, παρουσίαζαν μανιφέστα ακτιβιστών, αναθέματα κατά της εξουσίας, κατηγορητήρια αναρχικών ομάδων, ενημέρωναν για φοιτητικά parties και συναυλίες ξένων συγκροτημάτων, στο ισόγειο το Φλοράλ Patisserie Deluxe είχε κατεβάσει ρολά, καφέ-ζαχαροπλαστείο με έτος γέννησης το 1936, η ονομασία έλκει την καταγωγή της από το Παριζιάνικο καφενείο του μεσοπολέμου Café de Flore, στον χώρο φιλοξενούνταν παρουσιάσεις βιβλίων και συναυλίες στις οποίες δεν θα παρευρίσκονταν, ούτως ή άλλως, η τραγουδίστρια Mary, κάτοικος Εξαρχείων, έμεινε στον τόπο στο διαμέρισμα της έπειτα από OD με κεταμίνη, αντί για heroin, η οποία,

σύμφωνα με το πνεύμα της άκρατης αισιοδοξίας της επιστημονικής επανάστασης του 19ου αιώνα, βαπτίστηκε ηρωίδα, η λέξη προέρχεται από το γερμανικό heroisch, παρασκευάστηκε με σκοπό να υποκαταστήσει την μορφίνη, κυκλοφόρησε ως φάρμακο από την Γερμανική φαρμακευτική εταιρεία Bayer το 1895, αφότου βγήκε στην παρανομία, έγινε γνωστή στον 20ο αιώνα ως αντιηρωίδα, απάλυνε προσωρινά από τον πόνο, έκλεψε για πάντα την ανάσα αντιηρώων, έτσι ώστε,

στις αρχές του 21ου αιώνα, τα καταπραϋντικά της οφέλη να προσφέρονται πλέον από μια σειρά από νέα νόμιμα συνταγογραφούμενα οπιοειδή φάρμακα (το 2021, στο αίμα του νεκρού 21χρονου rapper Lil Peep, ανιχνεύθηκε Hydrocodone, Hydromorphone, Oxycodone and Oxymorphone), όσο για τον δρόμο, και τις πιάτσες, την θέση της κατέλαβε η china white, ήταν αδύνατον να αγοράσεις φαιντανόλη στην πλατεία, έβρισκες μπάφους, ή και αμφεταμίνες, όσο για βιταμίνες,

έπαιρναν απουσία από τα σώματα των νεαρών που συμμετείχαν στην σύρραξη στο κέντρο της πλατείας, ξεκίνησε όταν ένας δεκαεπτάχρονος Αλγερινός έπιασε από τον λαιμό, χτύπησε στο κεφάλι με βαρύ αντικείμενο, σώριασε στο έδαφος, συνομήλικο του Πακιστανό, το soundtrack της βίαιης συμπλοκής που ακολούθησε, όταν συνέτρεξαν  ομοεθνείς, εχθροί, και φίλοι, σχημάτιζαν κραυγές εμψύχωσης, βογγητά, ουρλιαχτά, φωνές που καλούσαν σε ηρεμία, επήλθε έπειτα από δυο λεπτά, το ωστικό κύμα της βίας δεν έσπασε τα τζάμια από τα παράθυρα στις γύρω κατοικίες, προκάλεσε, ωστόσο, ρήγμα στα τσιμέντα, δεν έδειχνε, προσώρας, να φθάνει μέχρι τα καταστήματα περιμετρικά από την πλατεία...

...το Corto, ένα καφέ μπαρ με πελατεία άντρες και γυναίκες 45 με 50 ετών, κάτοικοι της περιοχής, εισοδηματικά μικρομεσαίοι, κάθονταν έξω, έπιναν μπύρες και ουίσκι με πλάτη στην πλατεία, μέσα από το κατάστημα έβγαιναν χορευτικά beats από playlist, στον ίδιο χώρο, είχε λειτουργήσει το gay friendly Wunderbar, οι djs έδειχναν προτίμηση στην eclectic electronic, ένα μίνι μάρκετ, ένα κλειστό μπαρ, ένα στέκι για τσάι και ναργιλέ, το βιβλιοπωλείο της πλατείας, αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας των Εξαρχείων, φιλοξενούσε διαχρονικά περισσότερους εκδοτικούς οίκους από κάθε άλλη της Αθήνας, ένα καλαίσθητο café με μαρμάρινα τραπέζια και καφέ στην χόβολη, ένα μεζεδοπωλείο, ένα φαρμακείο, ένα φαγάδικο, μια καφετέρια, ένα old school hard rock bar,

τέλος, η ταράτσα ενός γωνιακού διώροφου κτιρίου φιλοξενούσε τον θερινό κινηματογράφο ΒΟΞ, διέθετε λαστιχένιες καρέκλες, τραπεζάκια, λίγες γλάστρες, και λευκό πανί στον τοίχο πάνω στον οποίο έπεφτε η μηχανή, προβάλλονταν arthouse ταινίες και επανεκδόσεις του κλασικού κινηματογράφου, τα εγκαίνια είχε κάνει, τον Ιούνιο του 1938, η Κυρία με τας Καμελίας: «το αισθηματικώτερο αριστούργημα της Γαλλικής Φιλολογίας, το έργο που εξακολουθεί να συγκλονίζη και να γοητεύη όλον τον κόσμο», σύμφωνα με την διαφημιστική προώθηση της εποχής, το café στο ισόγειο, με τις μεγάλες τζαμαρίες, τις vintage ξύλινες καρέκλες, και την δανειστική βιβλιοθήκη, έκλεισε λόγω της οικονομικής κρίσης το 2011,

ο χώρος καταλήφθηκε από μέλη της συλλογικότητας Ρούκουνας, σημαίνει ο ακλόνητος, ο σταθερός, στην Κρήτη ρούκουνα ονόμαζαν την γωνιά του πετρόκτιστου σπιτιού που ήταν το ποιο γερό σημείο του κτίσματος, για κακή τους τύχη, δεν γνώριζαν πως στην αθηναϊκή αργκό ήταν κάποτε συνώνυμο με τον μεθύστακα, χρησιμοποιούνταν επίσης ως προσβλητικός χαρακτηρισμός για κάποιον που αργεί να γυρίσει ένα τσιγαρλίκι, οι καταληψίες σέρβιραν σε φιλικές τιμές τσίπουρο, κατάρες για την εξουσία, χύμα αφορολόγητο κρασί και μπύρες, απειλές για το Σύστημα, τα τελευταία τρία χρόνια ο χώρος είχε σφραγιστεί από την αστυνομία τρεις φορές Παρασκευή το βράδυ, άνοιξε εκ νέου το πρωί της Δευτέρας,

η ζωή συνεχιζόταν, στου Ρούκουνα, στην μυθική Ιθάκη της Πηνελόπης, στα Εξάρχεια, και την Αθήνα, επεκτείνονταν, επίσης, ο χρόνος της αναμονής, η Amstel στο κουτί κόντευε να αδειάσει, είχε λήξει ο καυγάς τουλάχιστον, τώρα είχε ανάψει, ως συνήθως, μια μικρή φωτιά (έκαιγαν χαρτόκουτες, ξερά φύλλα και χόρτα, πλαστικές και χάρτινες συσκευασίες), είχαμε βέβαια συνηθίσει τα πάντα: τα άσκοπα μπάχαλα, την διατάραξη κοινής ησυχίας από τα καταστήματα εστίασης, τις αναίτιες επιθέσεις της αστυνομίας και τις συλλήψεις στον σωρό, την τυφλή βία των χουλιγκάνων, την περιέφεραν μεταξύ ποδοσφαιρικών γηπέδων, Εξαρχείων, και συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας για τα μέτρα λιτότητας στην πλατεία Συντάγματος, το tagάρισμα -εντός 48ωρου-της φρεσκοβαμμένης πρόσοψης οποιουδήποτε κτιρίου βρίσκονταν γεωγραφικά εντός των ορίων των εννιακοσίων στρεμμάτων, την γκρίνια, το ημίφως, την απαισιοδοξία, την ματαίωση, διότι, σαφώς,

κάπως αλλιώς είχαμε φανταστεί την μετάβαση του κέντρου της πόλης, από την εποχή που η Αθήνα διαβιούσε ως «κλεινόν άστυ» (κλεινόν σημαίνει ένδοξο στα αρχαία ελληνικά, το άστυ είναι η πόλη), ο αυτοχαρακτηρισμός της αποδόθηκε, μάλλον αρχοντοχωριάτικα, στο δεύτερο μισό του προηγούμενου αιώνα από τους νιόφερτους κατοίκους της, την περίοδο 1961-2001 ο πληθυσμός της πρωτεύουσας αυξήθηκε κατά 82% ως αποτέλεσμα μιας αναγκαστικής εσωτερικής μετανάστευσης από την επαρχία για οικονομικούς λόγους,

προς μία urban μητροπολιτική καθημερινή εμπειρία τύπου 100 Global Cities, θα προκαλούσε μια νέου τύπου αισθητηριακή διέγερση σε μόνιμους κατοίκους, τουρίστες, επισκέπτες, και digital nomads, ανάλογη και σχετική με εκείνη που μνημόνευε ένας Έλληνας, στα 2000s-2010s, για πόλεις όπως η Βαρκελώνη, η Λυόν, το Άμστερνταμ, η Πράγα, η Μπολόνια, και η Κοπεγχάγη, όπου είχε βρεθεί για διακοπές, εργάζονταν μόνιμα, ή είχε επιλέξει για σπουδές, άπαξ της επιστροφής καθόλου σπάνιο δεν ήταν να γκρίνιαζε για την Βαλκανική μας μοίρα, θα την εξέφραζαν, μορφοποιούσαν, μετέφραζαν, επικοινωνούσαν, θα την εδαφικοποιούσαν:

φούρνοι νέας γενιάς (θα διατίθεται επίσης φρέσκο ψωμί, αντί αρτοσκευασμάτων αποκλειστικά), wine bars, boutique hotels, concept stores, όπου συνυπάρχουν η τέχνη, η μόδα, η διακόσμηση και το design,

η pizza al taglio, ψήνεται σε μεγάλο ορθογώνιο δίσκο και στη συνέχεια πωλείται σε μεγάλες φέτες των 20x10 εκατοστών σε 36 γεύσεις (με κρέας, χορτοφαγικές, και Hawaiian γλυκές!), την απολαμβάνουν στην Ρώμη, στα slice shops της Νέας Υόρκης,

σουβλατζίδικα, falafel houses, kosher deli, Asian, Mexican, Indian, κι ό,τι άλλο θέλει, παραδοσιακά καφενεία, Chinese Tea stores, café σκανδιναβικής αισθητικής για την Gen Z, vintage μαγαζιά, street bars, βιβλιοπωλεία, art spaces, 3rd wave coffee

...όσο για το κύμα βρώμας που εισέπνευσα, οφείλονταν σε άνδρα με απλυσιά εβδομάδων και μακρύ λαδιάρικο μαλλί, ζήτησε κέρματα να πάρει τσιγάρα, ένας με πυκνή γενιάδα ρώτησε την ώρα, οι τρίχες είχαν κιτρινίσει στο μουστάκι, η ανάσα του ξινή από το κόκκινο κρασί, δεν ρώτησε, αν και ήθελε να μάθει, τι γύρευα τόση ώρα εκεί, είχα φθάσει δέκα λεπτά νωρίτερα, άλλο τόσο αργοπόρησε η Μάρα,

σκεφτόμουν, προβληματιζόμουν δηλαδή, ανάμεσα σε ζευγαράκια, λούμπεν γυρολόγους, μαυροντυμένους αντιεξουσιαστές, βιαστικούς περαστικούς, ασφαλίτες, κεφάτους φοιτητές, στο ακριβές σημείο όπου,

κινούμενοι από αντίθετες κατευθύνσεις σε βάθος 32-35 μέτρων, σκάβοντας ημερησίως 10-15 μέτρα ώστε να ολοκληρωθεί μια σήραγγα 12,8 χιλιομέτρων, κάποια χρόνια αργότερα, έμελλε να συναντηθούν δύο μετροπόντικες, η Νίκη θα συναντούσε την Αθηνά στην πλατεία των Εξαρχείων για τις ανάγκες της Γραμμής 4 του ΜΕΤΡΟ, σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, θα μεταμόρφωναν το αστικό κενό σε σκέτο κενό, ένας νέος κύκλος ζωής θα άνοιγε για την ιστορική γειτονιά του κέντρου της ιστορικής πόλης της Αθήνας.

 

 


No comments:

Post a Comment