(φθάσαμε στο τέλος)
Ολοκληρώνοντας τη βόλτα των 180 μοιρών που διέγραψε το βλέμμα μου, μοιραίο ήταν να φθάναμε κάποτε και στο κέντρο του ημικύκλιου που χαράχθηκε νοητά. Φυσικά, δεν πρόκειται να μιλήσω για εμένα αλλά για εκείνες που βρισκόντουσαν ακριβώς δίπλα μου. Το κερασάκι της τούρτας κατά τον πλου του Ρουμάνικου Δούναβη ήταν άλλωστε τα κορίτσια.
Καθόντουσαν το ένα δίπλα στο άλλο. Τρεις φούστες μαύρες ή blue black και τρία αμάνικα μπλουζάκια, φαρδιά και άνετα, στα χρώματα του κίτρινου του μωβ και του κόκκινου. Γύρω στα εξήντα και τα τρία τους, δίχως γυαλιά ηλίου αλλά με μπούκλες ξανθιές και μαύρες και πλούσια, γεμάτα χαμόγελα. Συνοδεύονταν από έναν κύριο ο οποίος επιτελούσε και χρέη διασκεδαστή. Ποιός αλήθεια μπορεί να γνωρίζει ποιες δυνάμεις αυτού του κόσμου, ή ποια ανάγκη ίσως, τον ώθησαν να αναλάβει εκείνο το ρόλο· πάντως εκτέλεσε το ρόλο του ικανοποιητικά. Φορούσε ένα κοντομάνικο πουκάμισο σε χρώμα γαλατί το οποίο στολιζόταν από κάποια μικροσκοπικά γεωμετρικά σχήματα σε χρώματα διακριτικά και απαλά. Το συνδύαζε με κλασικό παππουδίστικο υφασμάτινο παντελόνι σκούρου χρώματος. Πρέπει να ήταν κάποια χρονάκια μετά τα εξήντα, Βαλκάνιος με τα όλα του στη φάτσα. Άλλωστε εδώ στη Dobruja που βρισκόμαστε κάποτε χτυπούσε μια από τις πολλές μικρές καρδιές των κάποτε πολυεθνικών Βαλκανίων. Καφετί-κιτρινιάρικο χρώμα επιδερμίδας με μπόλικες κοφτές ρυτίδες που χαράσσαν το μέτωπο του κυρίως. Τα μαλλιά του ήταν άσπρα γκρίζα, χωρίστρα στο πλάι και λαδωμένα εννοείται. Η αλήθεια είναι πως έφερνε έντονα στον αδελφό του Πανίκα του Ψωμιάδη, ήταν μια σύμπτωση που δεν με ενόχλησε πάντως εκείνη τη στιγμή.
Δεν έκατσε λεπτό, στεκόταν όρθιος πάνω από τα κορίτσια για ολόκληρο το ταξίδι. Τους έφερε μπύρες, αναψυκτικά, ηλιόσπορους, όλα καταβροχθίστηκαν μονομιάς. Συχνά πυκνά βιντεοσκοπούσε δίχως έλεος, πότε τα κορίτσια σε κοντινό και πότε τους υπόλοιπους επιβάτες σε πλάνα πανοραμικά. Κρατούσε στα χέρια του μια Sony Handycam DCR HC35E. Μιλούσε αρκετά προς πολύ· συνήθως δηλαδή προσπαθούσε να κάνει τα κορίτσια να γελάσουν. Εκείνες, άλλοτε τον αγνοούσαν επιδεικτικά κι άλλοτε γυρνούσε η μία προς την άλλη χαχανίζοντας αλλά χωρίς να βγάζει λέξη. Διέκρινα καθαρά πάντως το βλέμμα του τύπου "δεν είναι πολύ αστείος ο κ. Πάνος;"
Ήταν αλήθεια λοιπόν· είχα για παρέα τα θρυλικά κορίτσια του Σταύρου Τσιώλη. Ήταν μια μαγική στιγμή. "Να ζήσουν - κι ας περιμένουν και καμιά φορά - οι γυναίκες" σκέφτηκα, είθε ετούτο το ταξίδι στο Δούναβη να μην τελειώσει ποτέ...
No comments:
Post a Comment