15.9.12

Επιστροφή στη Ρουμανία VI


Τσακιζόμαστε να βγάλουμε εισιτήριο, έχουμε και ένα πλοίο να προφτάσουμε. Στα εκδοτήρια προσπαθούμε να γίνουμε σαφείς, όσο σαφής τουλάχιστον δύναται να γίνει ένας 'κάτι σαν τουρίστας', όπως σε βλέπουν δηλαδή οι άνθρωποι πίσω από τα γκισέ, όλα τα γκισέ, γκισέ προσαραγμένα σε λιμάνια Αύγουστο μήνα: "θέλουμε το πλοίο το καλό, το traditionale". Εννοώντας φυσικά εκείνα τα παλιά τα μπλε-λευκά με καρεκλάκια έξω και κάτω από μια τέντα, με θέα προς τον κόσμο και με άρωμα από Αμερικάνικο σινεμά.

Στο κατάστρωμα 3 όμως αντικρύζουμε ένα καταμαράν, την ίδια στιγμή που παντού τριγύρω βρίσκονται ακινητοποιημένα τα πλοία των ονείρων μου. Το καταμαράν είχε όντως τα χαρακτηριστικά ενός πλοίου Ινδικής καταγωγής και τεχνοτροπίας ήταν όμως μικρών διαστάσεων και βρισκόταν σε αρκούντως θλιβερή κατάσταση. Τα καθίσματα έξω ήταν ιδιαιτέρως λιγοστά και με σκέπαστρο στο μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικού χώρου ενώ τα τζάμια κι απ' τις δύο πλευρές έκλεβαν επιπλέον πολύτιμο έδαφος από τη θέα του επιβάτη. Δύο ξεσκισμένες από το χρόνο Ρουμάνικες σημαίες συνόδευαν καταλλήλως το βρώμικο σκηνικό του πλοιάριου.

Λίγα εξωτερικά καθίσματα ισούνταν με μια αναμενόμενη μάχη μεταξύ των επιβατών εδώ που τα λέμε. Ξαφνικά, ένα από τα πλοία των ονείρων μου εμφανίζεται από το πουθενά και ως διά μαγείας το καταμαράν, θαρρείς φοβισμένο ή και από σεβασμό προς τον γηραιότερο, του δίνει τη θέση του στο κατάστρωμα με αριθμό τρία. Παρκάρει με τη σειρά του ακριβώς δίπλα και παράλληλα από το ηλικιωμένο ξαδελφάκι του. Αυτή η αναπάντεχη κίνηση προκαλεί μια μικρά αναστάτωση ανάμεσα στους παρευρισκομένους· κάποιοι διαμαρτύρονται χλιαρά. Το πλήρωμα πάντως σπεύδει να μας καθησυχάσει: "θα περάσετε μέσα από το πρώτο πλοίο και θα επιβιβαστείτε στο καταμαράν". Δράττομαι της ευκαιρίας: "στο πλοίο των ονείρων μας... στο πλοίο των ονείρων μας!" "Αν θες να φτάσεις στον προορισμό σου σε έξι αντί για τρεις ώρες είσαι ελεύθερος να διαλέξεις το πρώτο πλοίο", μας εξημερώνει ένα μέλος του πληρώματος που ούτε τη φάτσα του δεν πρόλαβα να δω· με προτεταμένο χέρι μου δείχνει την είσοδο προς το καταμαράν. Αναρωτιέμαι πρόχειρα γιατί να επιμένει τόσο, ούτως ή άλλως είχαμε ήδη πληρώσει δέκα ron επιπλέον για το γαμημένο τους καταμαράν το οποίο άλλωστε εκείνοι διάλεξαν για εμάς. Ίσως να θέλουν να το βλέπουν και γιομάτο σκέφτομαι.

Εντός του ταλαιπωρημένου πλοιάριου επικρατεί συνωστισμός. Καταφέρνουμε να βρούμε θέση έξω μα ένα σωρό κορμιά μας κρύβουν μεγάλο μέρος του ορίζοντα. Την ίδια στιγμή, στο πλοίο των ονείρων μου που βρίσκεται ακόμα προσαραγμένο στο λιμάνι, καμιά δεκαπενταριά το πολύ νοματαίοι την βρίσκουν στην σκιά. Έχει τέτοια άπλα που ακόμα και τη σκηνή σου έστηνες στο κατάστρωμα που λέει ο λόγος. Οι μηχανές του καταμαράν έχουν ήδη πάρει μπρος κι εμείς προσπαθούμε να αγναντέψουμε μέσα από τα τζάμια, μάταια όμως. Μια πράσινη θολούρα ήταν ότι κατάφερνες να ξεχωρίσεις. Όπου πράσινη θολούρα βάλε την πυκνή βλάστηση του ποταμού Δούναβη... μα ήταν αλήθεια λοιπόν, ταξιδεύαμε στα νερά του Δούναβη! Ήταν τέτοια η χαρά μου που ακόμα και τα κακά νέα που προσγειώθηκαν στα αυτιά μας από δύο αργόσχολα μέλη του πληρώματος δεν με αναστάτωσαν ιδιαίτερα· οι έξι ώρες ήταν τελικά τέσσερις, το πλοίο των ονείρων μου απείχε μόλις μια ώρα μακριά από την επίδοση του καταμαράν!

Πλέουμε στον Δούναβη και για καλή μας τύχη με διάφορους ελιγμούς εξασφαλίζουμε ένα παράθυρο στη θέα. Μικρό παράθυρο αλλά αυτό είχαμε. Ο Δούναβης δεν αργεί να σε συναρπάσει· στη φυσική του ομορφιά προστίθεται κιόλας μια κάποια Ευρωπαϊκή υπεραξία. Το μεγαλύτερο ποτάμι της ηπείρου μας, αν εξαιρέσεις τον Ρωσικό Βόλγα, διασχίζει δέκα χώρες. Πηγή ζωής για κάποια μύρια χρόνια, ο Δούναβης τροφοδοτεί το φαντασιακό, σε οδηγεί σε ενθουσιώδεις σκέψεις. Ήταν άλλωστε η πρώτη μου φορά.

Ο Μπλε Δούναβης του Γιόχαν Στράους του υιού αν και γαργαλά για λιγάκι το μυαλό μου απορρίπτεται ασυζητητί."Το μπλε που φαντάστηκε ο Γιόχαν ίσως να ανήκει στη Βιέννη, εδώ στη Ρουμανία πάντως όλα είναι - του νερού συμπεριλαμβανομένου - καστανοπράσινα " σκέφτομαι. Κάποια μέρα ίσως να αποκτήσει και τούτο το μέρος τον ύμνο του σκέφτομαι. Μέχρι τότε δανεικά, τα πάντα είναι δανεικά.

Έχουν περάσει δέκα πέντε λεπτά που η φύση μας περιτρυγυρίζει από παντού, κατά βάση βέβαια αντικρύζουμε καλαμιές, όσες δεν μπορεί να φανταστεί κανείς. Είναι όμως η αίσθηση που σου προκαλεί ο υδάτινος ορίζοντας που κυριαρχεί στο συνειδητό σου, έως ότου εκείνη η αίσθηση δοκιμαστεί σκληρά: μαύρος καπνός τυλίγει τη θέα μου, ευγενική χορηγία ενός παλαιού πλοιάριου. 

Λίγο αργότερα, και τη στιγμή ακριβώς που συναντάμε το πρώτο δείγμα πολιτισμού, έπειτα από μπόλικα λεπτά στου Δούναβη την αγριάδα, πολλοί από εμάς στρέφουμε απότομα τα κεφάλια μας προς τα εκεί, εν πολλοίς ενστικτωδώς, μερικοί σηκωνόμαστε και από τις θέσεις μας κιόλας. Βλέπετε, τα δέντρα δεν τα ξεχώριζαν και πολλοί από εμάς πάνω στο πλοίο σε αντίθεση με τις κατασκευές από χέρια ανθρώπινα. Ίσως για κακή τους τύχη, μα σίγουρα για δική μου καλή τύχη, συναντάμε απομεινάρια του παλαιού κόσμου. Πρόκειται για κατασκευή κομμουνιστική, εδώ επισκεύαζαν τα πλοία κάποτε. Όλα βρίσκονται στο χρώμα της σκουριάς, γερανοί, μηχανήματα, παρατημένα πλοία. Ταυτόχρονα, όλα μοιάζουν τακτοποιημένα, σαν να επρόκειτο να πάνε εργάτες να δουλέψουν το επόμενο πρωί.



No comments:

Post a Comment