Στο δρόμο προς την Tulcea δε στέκομαι και τόσο τυχερός. Δύο οι λόγοι. Πρώτον, το τρένο που μας έλαχε. Σχετικά καινούργιο και σχετικά αδιάφορο. Τα καθίσματα καλύπτονται από μπλε ύφασμα με μύρια τόσα μικρά γεωμετρικά σχήματα - ενισχυτικά ομορφιάς. Θυμίζουν έντονα καθίσματα αστικού λεωφορείου της Αθήνας. Η ηχηρή απουσία του ξύλου τριγύρω εντείνει την περαστική, το δίχως άλλο, μελαγχολία. Αναπολώ τα κάπως παρακμιακά παλιά τραίνα που ακόμα κυκλοφορούν ελεύθερα, πρόθυμα να απελευθερώσουν τη φαντασία. Όπως και τότε. Δεύτερον, γιατί με πήρε ο Μορφέας στην αγκαλιά του επί μακρόν. Χάνω τόσες εικόνες, συλλαμβάνω ωστόσο τα εξής: (πραγματικά) ατελείωτες καλλιεργήσιμες εκτάσεις από ηλιόσπορους, σιτάρι, καλαμπόκι. Τη στιγμή ακριβώς που το θέαμα καταντά μονότονο κάνουν την εμφάνιση τους οι γίγαντες. Ντυμένοι στα λευκά, επιβάλλονται με άνεση - που σχεδόν τρομάζει - στο τοπίο. Διακόσιες σαράντα (240) ανεμογεννήτριες στέκουν προσοχή εμπρός του θεού των αέρηδων εκμεταλλεύομενοι τη γενναιοδωρία του. Ύστερα από δέκα με δέκα πέντε λεπτά της ώρας, αφήνουμε πίσω μας το Fântânele-Cogealac Wind Farm, το μεγαλύτερο αιολικό πάρκο της Ευρώπης.
Πολύ αμφιβάλλω όμως για τα οφέλη που αποκομίζει το Ρουμάνικο κράτος, και κατά συνέπεια και οι πολίτες του, από το γιγαντιαίο αυτό επενδυτικό γεγονός. Παραδέχομαι βέβαια πως δεν έχω στοιχεία, πείτε το και διαίσθηση.
No comments:
Post a Comment