Η ίδια μέρα περιλαμβάνει ακόμα μία επίσκεψη φυσιολατρικού ενδιαφέροντος.
Εδώ στη Ρουμανία, ο θερμός εναγκαλισμός
με τη φύση είναι ότι καλύτερο μπορείς να κάνεις παραδέχομαι στον εαυτό μου.
Δυσάρεστη πραγματικότητα για όλους εκείνους τους Ρουμάνους γύρω στα είκοσι που
διαμένουν στα αστικά κέντρα και ονειρεύονται μεγαλύτερο συγχρονισμό με την
πραγματικότητα άλλων Ευρωπαϊκών πόλεων (και όχι μεγαλουπόλεων φυσικά) όπως π.χ.
Bristol, Hamburg, Valencia,
Bologna, Dublin, Copenhagen, Antwerp, Utrecht. Όχι, η Ρουμανία όπως ακριβώς συμβαίνει και με την
Ελλάδα, σε μικρότερο βαθμό φυσικά, δε διατείνεται πως μπορεί να προσφέρει στον
επισκέπτη όλα εκείνα που τον συναρπάζουν σε πόλεις σαν τις προαναφερθείσες. Η
Ρουμανία έχει το φυσικό της πλούτο, μοναδικός για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή ήπειρο,
και η Ελλάδα την ιστορία και αυτό που θα ονομάζαμε ως Διονυσιακού τύπου ευζωΐα
από τον Ζορμπά και τον Χένρυ Μίλλερ και έπειτα τουλάχιστον. Ή κάπως έτσι.
Εκεί λοιπόν που τελειώνει το δίχως περίφραξη camping και εντός του δάσους που ξεχύνεται ολόγυρα βρίσκεται ένα bog. Ο ξεναγός, προστατεύομενη περιοχή γαρ, είναι ένας νέος άνθρωπος Ουγγρικής
καταγωγής. Πριν εισχωρήσουμε στα ενδότερα μας πληροφορεί για τα περιεχόμενα: αρκούδες, αλεπούδες, ένα δηλητηριώδες φίδι που δε θυμάμαι το όνομα του,
έδειχνε ιδιαίτερα μεγάλο πάντως στη φωτογραφία (με χαμόγελο μέχρι τ’ αυτιά μας
ενημέρωσε πως δεν θα μπορούσε να κάνει και πολλά ώστε να μας σώσει σε περίπτωση
επίθεσης), μια σειρά από φυτά που ενδημούν μονάχα σ’ αυτή τη γειτονιά. Πολλά
καλούδια.
Περπατάμε πάνω σ’ ένα ξύλινο μονοπάτι. Η βόλτα μας, δυστυχώς, δε διαρκεί
περισσότερο από είκοσι λεπτά. Ο υπεύθυνος-ανεύθυνος ξεναγός αναλώνεται σε κακά
αστειάκια. Συναντάμε πάντως ένα μικροσκοπικό φυτό που ικανοποιεί την όρεξη του
με έντομα ενώ ένα άλλο φυτό που βρίσκεται παντού γύρω μας, επίσης μικρών
διαστάσεων, προσφέρεται για ψυχεδελικά παραισθησιογόνα ταξίδια· τέλος, να ‘σου
και μια λιμνούλα με αναβράζοντα νερά. Φυσαλίδες εκρύγνηνται στην επιφάνεια της
λίμνης δήθεν απειλητικά καθότι το ηφαίστειο πάνω στο οποίο κάθεται είναι
ανενεργό. Το βάθος της είναι είκοσι μέτρα. Ηφαιστεική τέφρα σκέπασε τα πάντα
γύρω μας πριν... ας το πούμε πολύ καιρό· το αποτέλεσμα ήταν η γέννηση ετούτης
της καρπερής όασης στην ραχοκοκκαλιά του βουνού. Έπειτα από ένα αναπάντεχο ξηρό
καλοκαίρι, δυστυχώς για εμάς, η εκτυφλωτική πρασινάδα που συνήθως χαρακτηρίζει
το μέρος απουσιάζει. Λίγο πριν το τέλος της βόλτας, συνειδητοποιώ πως δεν
ανακαλύψαμε τα δηλητηριώδη κοκκινόασπρα μανιτάρια, σαν αυτά που βλέπαμε στα
καρτούν δηλαδή· μένω λοιπόν με τη χαρά του χοροπηδήματος πάνω στο χώμα ύστερα
φυσικά από τις προτροπές του οδηγού μας. Πρόκειται για το πιο fluffy υλικό που εγώ προσωπικά έχω ποτέ συναντήσει. Σαν καλά πηγμένο ζελέ καφετί
χρώματος, σαν άλλο μαγικό χαλί που ξεκουράζει τα πόδια σου, σαν πλαστελίνη
δίχως γλίτσα· όνειρο.
Έχει πέσει πια η νύχτα και το βλέμμα μου είναι καρφωμένο με προσήλωση, ή
μάλλον με μανία, στη φωτιά που σιγοκαίει τα είκοσι κιλά ξύλα που
περισυλλέχθηκαν νωρίτερα το απόγευμα. Μαζεύοντας ξύλα μάλιστα, μου δόθηκε η
ευκαιρία να συνειδητοποιήσω πως υπάρχουν μανιτάρια, αντιαισθητικά μάλλον,
μεγέθους ίσου με το κεφάλι ενός άντρα, και μάλιστα άνδρα – κεφάλα θα έλεγα. Την
ηρεμία μου μπροστά στη φωτιά που ενίοτε φουντώνει με τεχνητό τρόπο όταν țuică αναμεμειγμένη με σάλια
την αναστατώνει προσωρινά, ταράσσει μια έντονη κινητικότητα των αυτοκινήτων
εκείνων των παραθεριστών που αποφάσισαν να κατασκηνώσουν απέναντι, δίχως
άσφαλτο να βρίσκεται πίσω τους και δίχως σκουριασμένο μεν, φράκτη δε, να
καλύπτει όσο μπορεί τα νώτα τους. Η παρέα των σκυλιών που τη βγάζει ανάμεσα μας
όλο αυτόν τον καιρό (θα ‘ναι έξι-επτά, δύο εκ των οποίων με κουτσό το ένα πόδι,
φαντάζομαι όχι λόγω σκυλοκαυγάδων αλλά λόγω άνισου αγώνα με άγρια θηρία
πολλαπλάσιου μεγέθους), είναι αρκούντως αναστατωμένη και ξεσηκώνει τον τόπο με άγριες
φωνές.
Τρεις τον αριθμό αρκούδες έκαναν την εμφάνιση τους χθες το βράδυ μαθαίνουμε
το επόμενο πρωΐ.
No comments:
Post a Comment