5.7.24

Summer Pop

 

 A PRIORI

Αν και δεν είχε ακόμα μεταγγιστεί στην Ελλάδα ο όρος, το νόμισμα κόπηκε εκ νέου στις Η.Π.Α., επέστρεψε στην κυκλοφορία το 1999, οι εναλλακτικοί της Αθήνας του 2004 ένοιωθαν hipster, με τον παλιό, τον βολικό, τον αυθεντικό τρόπο:

-        "the hipster was a black subcultural figure of the late 1940s,

then the hipster was a white subcultural figure of the 1950s, explicitly defined by the desire of a white avant-garde to disaffiliate from whiteness, and achieve the “cool” knowledge and exoticized energy, and lust, and violence, of black Americans,”

then the hipster was an urban subcultural figure of the 2000s, explicitly defined by the desire of a Greek avant-garde to disaffiliate from Greekness, and achieve the cool knowledge, and positive energy, and lust, and attitudes, of Europeans and Americans,

“the hipster in his essence had been about knowledge —a priorism, the “hip” reaction was to insist, purely symbolically, on forms of knowledge which you, possessed before anyone else — a priori."[1]

 

 

 ***

Πατρίδα τους, οι Νύχτες Πρεμιέρας, το αγαπημένο τους κινηματογραφικό Φεστιβάλ με μεγάλη διαφορά από το δεύτερο, είχε, μάλλον, ανύπαρκτο ανταγωνισμό, η Θεσσαλονίκη έπεφτε μακριά για τα παιδιά του κέντρου της πρωτεύουσας,

Ελλάδα=Αθήνα,

δεν τους συγκινούσε, σε εκείνη την ηλικία τουλάχιστον, το Κυκλαδίτικο τοπίο, η Αράχωβα, πόσο μάλλον η Καλαμάτα και η Καστοριά, η Πάτρα ήταν «λιιιιει» και «νιιιει», η Θεσσαλονίκη, επίσης, ισοδυναμούσε με βαριά, άκυρη, αντιαισθητική εκφορά προφορικού λόγου, συγχωρούνταν αποκλειστικά στον Γιάννη Αγγελάκα από τις Τρύπες,

κοντολογίς, ολόκληρη η χώρα -με εξαίρεση την Αθήνα- ήταν φολκλόρ ή τρεντίλα, ήταν αδιάφορη όταν δεν τους προσέβαλλε αντακλαστικά το γούστο, δηλαδή σχεδόν το σύνολο του ατομικού τους κώδικα αξιών,

δεν είχαν ιδεολογία, ήταν λέξη βαριά, δυσνόητη, προκαλούσε περίεργους συνειρμούς, προμήνυε ανεπιθύμητους κινδύνους, ανήκε στον κόσμο της αριστεράς, στους φοιτητές που επέλεγαν για αισθητική την μη-αισθητική, δυστροπούσαν συχνά για θέματα της πολιτικής επικαιρότητας, δεν έπιναν cocktails, ούτε Γαλλικό καφέ (προτιμούσαν Nescafé φραπέ με γάλα), εχθρεύονταν οτιδήποτε μοδάτο, τα κορίτσια τους δεν είχαν μαλλιά με αφέλειες (ούτε κόκκινο κραγιόν!), άραζαν σπίτι με μπάφους, οι indie προτιμούσαν τα αλκοόλια (indie music culture is boozy), είχαν (μικροαστικά) κολλήματα, οι αριστεριστές γκρίνιαζαν πολύ, ανάμεσα στα άλλα, και για τον καπιταλισμό, άκουγαν ρεμπέτικα και ελληνικό ροκ περισσότερο από το νορμάλ, το επιτρεπτό, την έβρισκαν ακόμα και με «έντεχνο», ικανός λόγος να αρνηθεί κανείς την πιθανότητα ενός φασώματος,

όπως και να ‘χει, τα μέλη της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, οι νεολαίοι του κόμματος Συνασπισμός της Αριστεράς, των Κινημάτων και της Οικολογίαςροζ αριστερά»[2]), συνυπήρχαν ειρηνικά με τους εναλλακτικούς στα διάφορα δωρεάν events της πόλης, στο Indie Free Festival, στο ετήσιο Φεστιβάλ Κόμικς της Βαβέλ, και πολλά πολλά άλλα, έσμιγαν σεξουαλικά στα κάμπινγκ (οργανωμένα ή ελεύθερο), των νησιών του Αιγαίου, της υπόλοιπης χώρας,

ιδεολογία πιθανόν να είχαν και οι ΔΑΠίτες, τύπος ανθρώπου που –αναπόδραστα- τοποθετούνταν απέναντι τους, η αισθητική μιας αφίσας της ΔΑΠ που διαφήμιζε μια εκδρομή στην Μύκονο θεωρούνταν προσβολή, ένα είδος παραβίασης των ορίων της κοινής λογικής,

οι Δαπίτες έβγαιναν στο Βαρελάδικο, το κλαμπ συνέδεσε το όνομά του με την έκρηξη της μόδας των ελληνάδικων στις αρχές των 1990s, σύντομα βρήκε μιμητές, γέμισε η Ελλάδα Γιουβαρλάδικα, το μουσικό πρόγραμμα του μαγαζιού, σπάζοντας τα στεγανά, αναμείγνυε τις ξένες μεγάλες pop και dance επιτυχίες των international charts μαζί με εγχώρια μπουζουκοπόπ, την Christina Aguilera με τον Αντώνη Ρέμο, την Madonna με τον Νίκο Καρβέλα, πικραίνοντας καψούρηδες που δεν τους άρεσαν τα «ξένα», άκουγαν μόνο «λαϊκά», αναστατώθηκαν και οι πιουρίστες φαν του ξένου ρεπερτορίου - συνήθισαν όλοι τους ,

ο μέσος Δαπίτης, στα μάτια του μέσου indie, κυκλοφορούσε σαν τύπος που παρουσιάζει μια βαρετή εκπομπή στην τηλεόραση, χωρίς να παρουσιάζει μια εκπομπή στην τηλεόραση, όσο για την Δαπίτισα, σαν τύπισα που είναι περήφανη που κυκλοφορεί μαζί με έναν τύπο που παρουσιάζει μια άκυρη εκπομπή στην τηλεόραση, χωρίς να παρουσιάζει μια εκπομπή στο New Channel,

ντύνονταν βαρετά, κυριλέ, ανέμπνευστα blue black, καθόλου χρώματα,

αδιάφορο ντύσιμο είχαν και οι ΠΑΣΠίτες, μια λέξη που ακουγόταν περίεργα στα αυτιά των αλτέρνατιβ, απόκοσμη και μακρινή όσο τα «Ιερολοχίτες», «Μάο Μάο», «Μαοϊστές», «Μορμόνοι», «Ευρωκομμουνιστές», κτλ,

τέλος, οι Κνίτες ήταν παράδειγμα προν αποφυγήν, μάλλον η χειρότερη παρέα έβερ, κατηγοριοποιούνταν ως οπισθοδρομικοί, ελάχιστα, ή καθόλου, gay friendly, υπερπληθώρα από χεβιμεταλλάδες ανάμεσα στα αγόρια-μελλοντικούς υπάλληλους του ευρύτερου δημόσιου τομέα, έπιναν μόνο μπύρες και τσίπουρο (είχαν ξεκόψει οι Έλληνες από την ρετσίνα), τα κορίτσια, ντύσιμο δίχως φαντασία, την έβρισκαν, περίπου αποκλειστικά, με (επικολυρικό) έντεχνο,

οι indie ήταν περίπου απολιτίκ, χωρίς να ανήκουν πάντως στις βαριές, ανίατες, περιπτώσεις, όσων είχαν το απολιτίκ ως ιδεολογία, παραδείγματος χάριν,

η ατάκα «εγώ δεν ασχολούμαι με τα πολιτικά» τους ήταν ξένη, δεν ανήκε στον αλτέρνατιβ πλανήτη αλλά στον νεανικό γυναικείο πληθυσμό της Ελλάδας των αρχών των 2000s με φιλοδοξίες καριέρας στον ιδιωτικό τομέα καλλιεργημένη απέχθεια προς το ΠΑ.ΣΟ.Κ., τα Εξάρχεια, ή και την Αρχιεπισκοπή, αλλά και εσωτερικευμένη πατριαρχία, τα αγόρια, οι γκόμενοι, οι σύζυγοι τους, ουδέποτε διακήρυξαν την άρνηση της πολιτικής – it was a dirty job but ένας άντρας had to do it, ή κάπως έτσι,

δεν είχαν ιδεολογία οι εναλλακτικοί, ούτε -φυσικά!- θεό, χωρίς θεό, με boomer πατέρα, είχαν την ευκαιρία να ζήσουν μια ζωή στην οποία θα μπορούσαν να εκδηλώνονται όπως ακριβώς το επιθυμούσαν, το δικαίωμα τους να εκφράζουν την υποκειμενικότητα τους ήταν πρωτίστης σημασίας και αξίας, ένα αδιαμφισβήτητο ανθρώπινο δικαίωμα το οποίο έκλινε προς τον καταναγκασμό, ήταν υποχρέωση τους να ανακαλύψουν τρόπους ώστε να εκφράσουν τον εαυτό τους δημιουργικά,

δικαιώματα όπως το δικαίωμα στην εργασία, την ιατρική περίθαλψη, την δωρεάν εκπαίδευση, το δικαίωμα συμμετοχής στον πολιτισμό, θεωρούνταν δεδομένα.

 

 



[1]what was the hipster? a sociological investigation

 https://archive.org/details/bwb_KR-638-431/page/n3/mode/2up

[2]Όπως τους αποκαλούσαν οι «κόκκινοι» σοβιετόπληκτοι Κουκουέδες.

No comments:

Post a Comment