1.8.24

Summer Pop

 

Μάριος Περάκης

 ΜΕ ΦΑΣΗ, 'Η ΧΩΡΙΣ

Ίσως να χώριζαν, να τα χάλαγαν, συνειδητοποίησε στον καναπέ της Λίνας, μεσημέρι με χανγκόβερ, μια Κυριακή του Απρίλη, λίγους μήνες πριν τις διακοπές στην Ρόδο, λιγότερο από είκοσι τέσσερις ώρες έπειτα από μια κοινή τους έξοδο - ήταν πετυχημένο Σαββατόβραδο,

ξεκίνησαν με ούζα και ρακόμελα επί της Αδριανού, στο τέλος της οδού, δεν είχε, δεν έψαχναν, θέα στα αρχαία, γύρω από το τραπέζι του ουζερί εναλλάσσονταν φίλοι, άσχετοι, γνωστοί, άδειαζαν και γέμιζαν τα καραφάκια, με τους μεζέδες ήταν πιο προσεκτικοί, έτρωγαν, δηλαδή τσίμπαγαν, όσο ήταν αναγκαίο για την εύρυθμη λειτουργία του αλκοόλ στον οργανισμό, πρόσεχαν με το φαί, επίσης για λόγους οικονομίας, από τις δωδεκάμιση μέχρι όσο αντέξουν, συνέχισαν την νύχτα τους στο Pop·

 

το λιλιπούτειο, μακρόστενο και ψηλοτάβανο, bar των 30τ.μ. (μαζί με την μπάρα, καταλάμβανε το ένα τρίτο του μαγαζιού), άνοιξε στις 2 του Ιούνη του 2001 στην Κλειτίου, ένα πλακόστρωστο στενό παράλληλο της Κολοκοτρώνη, νοτίως της πλατείας Συντάγματος, προηγουμένως, στον ίδιο χώρο λειτουργούσε ένα μαγαζί με χειροποίητα δώρα, απέναντι ένα παπουτσάδικο σε φιλικές τιμές για τους μικρομεσαίους, ένα παλιακό μαγαζάκι με νυφικά και είδη βάπτισης, μεσοτοιχία με το Pop, αντί για πελάτες περίμενε υπομονετικά την συνταξιοδότηση του ιδιοκτήτη,

τότε ακόμη, η γειτονιά, το εμπορικό τρίγωνο του κέντρου, η περιοχή του Δήμου Αθηναίων που περικλείεται από τους οδικούς άξονες των οδών Σταδίου, Μητροπόλεως και Αθηνάς, με κορυφές του νοητού τριγώνου τις πλατείες Συντάγματος, Μοναστηρακίου, Ομονοίας, όταν έκλειναν τα μαγαζιά, περίπου στις 21:00, η Ερμού, η Αθηνάς, τα γύρω στενά, άδειαζαν από φώτα, ανθρώπινες φωνές, ανάγκες, και από όνειρα, με την εξαίρεση της dream pop, ακουγόταν απ’ το Pop,

σε απόσταση πενήντα μέτρων μάλιστα, υπήρχε και η επιλογή του Booze Cooperativa,

afterάδικο bar, με έτος ίδρυσης το 1988, από το ψηλό ταβάνι του αιωρούνταν κάποτε καμπάνες, αντικαταστάθηκαν από φωτιστικό από πολυουρεθανικές δίπλες (ξεροτήγανα), ψαγμένες μουσικές, φιλοξενούσε εκθέσεις εικαστικών, φωτογράφων, ζωγράφων, παρείχε άσυλο σε γλεντζέδες, καλλιτέχνες, δημοσιογράφους, φοιτητές φυγάδες, πανεπιστημιακούς φευγάτους, το 2002, όταν άνοιξε ο ισόγειος χώρος (έφερε την ονομασία Γκαζόν Ρουζ, «κόκκινο μουνί»), το Booze έγινε all day café bar, συνέχισε να υποδέχεται όσους είχαν ξεστρατίσει από την μπουζουκοπόπ των μεγάλων νυχτερινών κέντρων, τους αντιρρησίες συνείδησης των ριάλιτι σόου, δεν σύχναζε στο μαγαζί το trendy Κολωνάκι (επώνυμες τσάντες), το λαϊκό Αιγάλεω (βαρύ μακιγιάζ), κάγκουρες από τα Δυτικά, ίσως κάποια ποζέρια από την Κηφισιά, και όμως, κατά έναν μυστήριο τρόπο, στο Booze όλοι γίνονταν αποδεκτοί, αρκεί να το ‘θελαν να βρίσκονταν εκεί, όσο για το προσωπικό, το team στελεχωνόταν αποκλειστικά από λεσβίες, bisexual πλάσματα, ήταν το φετίχ του ιδιοκτήτη οι λεσβίες, ο Νικ Αλέγκρος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στα 1000 τ.μ. του καταφύγιου του συντροφιά με το ποτό (10+ημερησίως), τα τσιγάρα (3 πακέτα Gauloises κόκκινο), και πολλές πολλές γυναίκες, λεσβίες, λιγότερο λεσβίες, καθόλου λεσβίες, πάντως όλες τους τσαούσες, έφυγε από τον μάταιο τούτο κόσμο σε ηλικία 116 ετών με πλάτος χαμογέλου, οριακά, για λίγα μόλις χιλιοστά, δεν μπήκε στο Βιβλίο Γκίνες (The Guinness Book of World Records),

το Pop και το Booze γνώρισαν ολονυχτίες δόξας μεταξύ 2003 και 2008, δεν ήταν στέκια γειτονιάς, αλλά του κέντρου, δηλαδή ευρύτερης απήχησης, προϋπάντησαν, επίσης, την αλλαγή χρήσης της περιοχής,

κλωστές, υφάσματα, παπούτσια, πόμολα, κουμπιά, έδωσαν σιγά σιγά την θέση τους σε foodie ξενοδοχεία, smart boutique coffee shops, beer bar με βιομηχανική ατμόσφαιρα, ταρτάρ και πλατό οστράκων, 5th Wave Coffee, ποτά με βότανα, μπαχαρικά, αρωματικά, τσουμπλέκια διακοσμητικά, ας σημειωθεί πως στις μέρες μας οι ξενύχτηδες (εγχώριοι, τουρίστες) στις δύσκολες στιγμές, κομμάτια επί της Κολοκοτρώνη, έχουν νοστιμότερες, περισσότερες επιλογές, ώστε να καλμάρουν το στομάχι τους: μπέργκερς, μεξικάνικο, γκρικ σουβλάκι, Ινδικό street food, και vegan γεύσεις, έναντι μιας μέτριας ζαμπονοτυρόπιτας προ εικοσαετίας,

στο πλακόστρωτο της Κλειτίου ειδικότερα,

στον αριθμό 6, το 2009, άνοιξε το street bar Baba Au Rum (ο ιδιοκτήτης στα νιάτα του έπαιζε σε punk μπάντα), στο 10Β, τον Ιούνιο του 2012, έκλεισε το Pop,

ήταν η αρχή της μετάβασης από τα bar στα cocktail bar, σύντομα έγινε μόδα το signature κοκτέιλ (Pornstar Martini με πουρέ από passion fruit, σιρόπι βανίλιας, τόνκα και πολλές λεπτές φέτες από ροδάκινο),

όσο για την μουσική, δεν είχε πλέον την πρώτιστη σημασία, βουτιά βαθιά μες στο ποτήρι η ουσία,

        "it was in the creation of Baba au Rum in 2009 that gave the city a venue with a laser focus on cocktails, “when we opened, I wanted to be a place that explores the story and culture of drinks and bring it to the people, back then, when you opened a new bar, people’s first question was always ‘what music?’ and we love music, but it wasn’t about music, it was about the drinks,"[1]

το Baba Au Rum εξελίχθηκε σε ένα από τα πιο επιδραστικά bar της χώρας, βρίσκεται μόνιμα στην λίστα The World’s 50 Best Bars, sponsored by Perrier - υπέροχα ποτά, μίξη casual και κυριλέ, high standards, feel-good ατμόσφαιρα·

 

-        φασαίοι της φάσης τους στο Pop,

στην Κλειτίου συναντούσες πια φασαίους χωρίς φάση.

 

 

 

 

No comments:

Post a Comment