Για τη φαιδρότητα - σε όρους πολιτιστικής αξίας - ενός θεσμού σαν την Eurovision δεν αμφιβάλλει κανένας. Πρόκειται για ένα κακόγουστο, γκροτέσκο θέαμα, η γιγάντωση του οποίου, καταλήγει να του στερεί τον όποιο λόγο ύπαρξης: η γιορτή της «ελαφρότητας» αναγόμενη σε απενοχοποιημένη πολιτιστική έκφραση της στερούμενης από «βαριά κουλτούρα» μάζας, την άγνοια - «ανεμελιά» της οποίας αντικατόπτρισε - ιδανικά φέτος - στο συλλογικό φαντασιακό η Καλομοίρα, αποκόπτεται από τη μη-ουσία της. Αυτή συνίσταται στο γιορτινό, θαρρείς χριστουγεννιάτικο, περιτύλιγμα του ασήμαντου.
Ταυτόχρονα όμως, η λαϊκή εμπορο-πανήγυρης των ευρωπαίων 2ης κατηγορίας μας απασχολεί για άλλους λόγους. Τα καθιερωμένα 12αρια από τη Κύπρο προς το ανάδελφο ελληνικό έθνος, δυστυχώς για τους φαν της Καλομοίρας, αποτελούν διεθνή πρακτική. Τα... γεωπολιτικά παιχνίδια στη πλάτη της Eurovision αναδεικνύονται σε θέμα εθνικού συμφέροντος στα μεσημεριανά μαγκαζίνο κοσμικής δυσοδίας, και η κατατρεγμένη - ορθόδοξη - Ελλάδα μοιάζει να παλεύει μόνη της με τα... θηρία του ανατολικού μπλοκ.
Η μέθοδος ψηφοφορίας θέλει το κοινό να αποφασίζει για τα τραγούδια που πριμοδοτούνται από κάθε χώρα. Όλη αυτή η παραφιλολογία γύρω από το θέμα των σκοτεινών εθνικών συμφερόντων που εξυπηρετούνται μέσω του... πολιτικού βαρόμετρου της Eurovision, προκαλεί μια παραζάλη στους ψηφοφόρους: κάθε ψήφος καθίσταται πολύτιμη ως προς την ανάδειξη του μεγαλείου της ψηφιζόμενης χώρας αλλά και όπλο εναντίον των (παραδοσιακών) εχθρών που καλό θα ήταν να καταψηφιστούν. Το σενάριο που θα ήθελε τους τηλεθεατές να ψηφίζουν σύμφωνα με μια άναρχη βούληση η οποία θα προέκυπτε από τη διάθεση που απορρέει από τις μπύρες και τα σνακς που καταναλώνουν ενόσω τα βλέμματα τους παραμένουν καρφωμένα στο μήκος της φούστας των υποψήφιων, μάλλον πως δεν επαληθεύεται.
Βρισκόμαστε ενώπιον μιας υποτιθέμενης άσκησης πολιτικής, η οποία (εν την απουσία της) αναπαράγει επικίνδυνα κλισέ και συντηρεί μια απαρχαιωμένη - επιπέδου (διορθωμένων!) σχολικών εγχειρίδιων ιστορίας - αντίληψη εθνικών προκαταλήψεων ή προτιμήσεων. Υπαρκτή (το «αλάνθαστο» κριτήριο της λαϊκής ανόθευτης βούλησης) ή κατασκευασμένη (η αυθαιρεσία της εξουσίας), το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Η συμβολική αξία που φέρει η επικράτηση της άποψης περί πολιτικοποίησης της Eurovision (η οποία έντεχνα προωθείται), καταλήγει να ισούται με την ίδια την (εξωπραγματική) πιθανότητα εξυπηρέτησης πολιτικών παιχνιδιών.
Αυτή η ψευδεπίγραφη συνθήκη πολιτικής αντιπαράθεσης προσφέρει ένα δεκανίκι στους αδυνάτους∙ η Eurovision έρχεται να υποκαταστήσει ένα έλλειμα διεθνούς πολιτικής και επιρροής. Οι ισχυροί της Ευρώπης δε σνομπάρουν, μήτε και βαρέθηκαν τη Eurovision∙ απλά δεν την έχουν ανάγκη. Η υπεροχή τους, εκφραζόμενη σε κάθε ιχμάδα πολιτιστικής και μη έκφρασης, είναι αδιαμφισβήτητη.
Επιπρόσθετα, στον καιρό του globalization, οι ισχυροί της Ευρώπης δείχνουν να μην έχουν θέση στο παρωχημένο παιχνίδι εθνικών αντιπαραθέσεων που διεξάγεται στα πλαίσια της Eurovision. Στα πλαίσια του χρηματοοικονομικού καπιταλισμού, οι γραφικές (μα συνάμα και επικίνδυνες) κόντρες που βασίζονται σε εθνικά χαρακτηριστικά, παραδοσιακές φιλίες και φαντασιακούς πολιτιστικούς δεσμούς, μοιάζουν να μην έχουν θέση στην διπλωματική ατζέντα των μεγάλων δυνάμεων.
Ανακεφαλαιώνοντας: η Eurovision ως εθνική υπόθεση δεν είναι τίποτε άλλο παρά η υπενθύμιση της στενομυαλιάς και η επικύρωση της κατευθυνόμενης σκέψης. Η πολυπόθητη εθνική ανάταση μέσω της πρωτιάς είναι απλούστατα, η επιβεβαίωση της ανυπαρξίας και της φθήνιας. Τέλος, η αγωνία ενός λαού για την «επιτυχία», συνεπάγεται την αυτό-στέρηση της όποιας δυνατότητας για ψυχαγωγία δύναται να προσφέρει ο θεσμός του euro-kitch∙ κάτι σαν το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου και τους ελληναράδες-«ποδοσφαιρόφιλους», δηλαδή...
No comments:
Post a Comment