29.4.09
Μια καλημέρα είναι αυτή, πεσ’ την κι ας πέσει χάμω ( ή μήπως καλύτερα να το βουλώσεις;)...
Εδώ ανασχηματισμός: ακίνητοι όλοι.
Τα πράγματα είναι σοβαρά: ‘μηδενική ανοχή’ εξήγγειλαν οι αρμόδιοι της Κυβερνήσεως, μια πρώτη γεύση δόθηκε στο περιθώριο του πανεκπαιδευτικού συλλαλήτηριου στις 09-01.
Γιάννης Οικονομίδης: Το ελληνικό σινεμά δεν «αγγίζει» τίποτα.
Καταργώντας τα εσώρουχα∙ αντι-Χριστουγεννιάτικες σκέψεις στην post- «Δεκεμβριανή» Αθηναϊκή πραγματικότητα.
Η μεγάλη κάψα του αγώνα σιγά σιγά υποχωρεί. Η ηδονή της διαδήλωσης, η απόλαυση της αντίστασης, παραχωρούν τη θέση τους στην μεταβατική περίοδο του σκεπτικισμού, της αναθεώρησης αλλά και της επαναδιαπραγμάτευσης των όρων ύπαρξης σου.
Τα Χριστούγεννα ανέκαθεν δεν με ξετρέλαιναν, πολλά φώτα, πολλά ψώνια, πολλά χαζοχαρούμενα γελάκια μεταξύ αγνώστων στην πλατεία Συντάγματος, και φυσικά πολλά φιλιά μεταξύ συγγενών την παραμονή Πρωτοχρονιάς.
Προτιμώ ένα μικρό σκοτεινό δώμα σε μια ταράτσα της Αθήνας με ένα κίτρινο φως να τρεμοπαίζει (όχι και πολύ, είναι σπαστικό), την τρομπέτα του Miles Davis να ξεχύνεται από το laptop (τι περιμένατε να πω, πικάπ; Όχι, δεν είμαι retro), και λίγο ψωμί με μαγιονέζα (και ένα κομμάτι τυρί, αν υπάρχει).
Ίσως να μην ήταν από πάντοτε έτσι∙ ειλικρινά δεν θυμάμαι. Τούτα τα Χριστούγεννα δεν με ενδιαφέρουν καθόλου, και αυτό είναι που μετράει. Δεν με ενδιαφέρει να πάω σε κάποια συναυλία καθότι «μεθυσμένος» ακόμα από τις μελωδίες που έφτασαν στα αυτιά μου όταν ήχησαν οι «σάλπιγγες του πολέμου» των Δεκεμβριανών.
Δεν με ενδιαφέρει να δω ένα θεατρικό σε κάποιον αποστειρωμένο χώρο όπου ζευγαράκια σφίγγουν σφιχτά τα χέρια τους, δήθεν από έξαψη αλλά στην πραγματικότητα από αναζήτηση αλληλοϋποστήριξης στις δύσκολες στιγμές που περνάνε: ‘δεν πηγαίναμε καλύτερα για Ιταλικό;’
Σάββατο πρωΐ, οι καταναλωτές της Ερμού κατά την διάρκεια της εβδομαδιαίας εκτόνωσης των ορμών τους στα πολυκαταστήματα βρέθηκαν αντιμέτωποι με «πτώματα»∙ φοιτητές της δραματικής σχολής βρέθηκαν στους δρόμους τοποθετώντας στο πεδίο της πραγματικότητας τις «ανησυχίες» τους. Παλαιές πρακτικές, διαχρονικές, ψευδο-διλλήματα περί πρωτοπορίας και αυθεντικότητας όμως, είναι παραπλανητικά.
Στους δρόμους και στις πλατείες, στα θέατρα και στους συναυλιακούς χώρους, στα café και στα αμφιθέατρα, η απορρύθμιση της κανονικότητας, η διατάραξη της καταναλωτικής ευδαιμονίας, μένει να επιχειρηθεί.
Η ανάμνηση του Γιώργου Βέλτσου να μιλάει για ανθρώπους που δεν φορούν εσώρουχα, για την ηδονή της τριβής των γεννητικών οργάνων με το jean, τέλος, για την ηδονή του να στέκεσαι στο λεωφορείο, να μην φοράς εσώρουχα, να παρατηρείς τον διπλανό σου και να ηδονίζεσαι στη σκέψη ότι δε φοράς εσώρουχα, συντροφεύει την ελευθεριότητα, αντι-κανονικότητα των ονειροπαρμένων σκέψεων μου. Αποτέλεσμα: ένας Λόγος που αποτελεί προϊόν μιας ονείρωξης, μια λάβα που ρέει χωρίς να είσαι σε θέση να την ελέγξεις, που σε αφήνει κατάπληκτο και ακόμα και όταν γυρίσεις πλευρό, συνεχίζεις να το σκέπτεσαι.
Η οικονομική κρίση έρχεται και η «ορθολογικότητα» μοιάζει πιο επίκαιρη και αναγκαία από ποτέ. Για δες καιρό που διάλεξε να με κερδίσει η ποίηση...
2ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ + Αναπηρία.
Ψήγματα αλήθειας: η «γενιά των 700 ευρώ» και ο Ρασκόλνικοφ.
Αθήνα – Άμστερνταμ: δύο κόπιες δρόμος.
Θέμα σύγκρισης δεν τίθεται. Το Amsterdam πρόκειται για μια multicultural πόλη που αποτελεί πόλο έλξης προς κάθε ενδιαφερόμενο από κάθε σημείο του πλανήτη (179 εθνικότητες είναι αυτές)∙ η Αθήνα είναι μια επαρχιακή πρωτεύουσα που αδυνατεί να αποφασίσει αν ανήκει εις την Δύσην (αυτή είναι και η γοητεία της, άλλωστε). Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει πως μια μεταμπαλάδευση γνώσης αλλά και... τακτικής, απαγορεύεται.
Η πληθώρα των κινηματογραφικών φεστιβάλ στη πόλη, αλλά και σε ολόκληρη τη χώρα (πολύ σημαντικό∙ το Rotterdam καθώς και η Utrecht κατά κύριο λόγο, δεν έχουν να ζηλέψουν και πολλά από την πρωτεύουσα σε σύγκριση με όσα λαχταρά η ελληνική επαρχία του ενός σινεμά ) είναι δεδομένη. Το International Film Festival του Rotterdam, το Nederland’s Film Festival στην Utrecht καθώς και το International Documentary Film Festival του Amsterdam είναι φεστιβάλ παγκοσμίου βεληνεκούς. Επιπλέον, μια σειρά από κινηματογραφικά αφιερώματα ειδικού ενδιαφέροντος (Iran Film Festival, African Film Festival, Balkan Snapshots Film Festival, Japan Camera Festival) συμπληρώνουν την εικόνα.
Το Japan Camera Festival, ένα αφιέρωμα στο νέο Ιαπωνικό κινηματογράφο, ξέχωρα από την πληθώρα ταινιών που περιλάμβανε προσέφερε επιπροσθέτως μια σειρά από παράλληλες δραστηριότητες. Ένα παράδειγμα υποδειγματικής πολιτιστικής διαχείρισης, το φεστιβάλ φιλοξένησε διαλέξεις, live Ιαπωνικών γκρουπ (Spookey, Kumisolo, O.Lamm), Dj sets (DJ Annette & Pascualino). Εκτός από αυτά τα events που λίγο πολύ συνοδεύουν κάθε φεστιβάλ, το φεστιβάλ φιλοξένησε τον χορευτή Umeda Hiroaki σε ένα dance event, διοργάνωσε μια έκθεση ιαπωνικής μοντέρνας τέχνης, workshops-demonstrations καλλιγραφίας και shiatsu αλλά και εκδηλώσεις γαστρονομικού ενδιαφέροντος μετά συνοδείας αυθεντικού sake. Κάτι περισσότερο από μια αμιγώς κινηματογραφική εκδήλωση (περισσότερο μια παρουσίαση της Ιαπωνικής κουλτούρας με visual ξεναγό τους νέους Ιάπωνες κινηματογραφιστές), η διοργάνωση ήταν... καταδικασμένη στην επιτυχία.
Το φεστιβάλ διεξήχθη στο Rotterdam, έπειτα μετακόμισε (το μεγαλύτερο κομμάτι, τουλάχιστον) στο Amsterdam ενώ μια σειρά ταινιών ταξίδεψε σε επτά ακόμα πόλεις! Αδιαμφισβήτητα, η ουσία βρίσκεται στο περιεχόμενο, στις ταινίες που προβάλλονται δηλαδή. Η απόσταση που χωρίζει πάντως το συγκεκριμένο φεστιβάλ με μια αντίστοιχη προσπάθεια στην Ελλάδα (ας εξαιρέσουμε τις εκδηλώσεις του Bios∙ πάντα ενδιαφέρουσες και up to date) σαφώς και είναι υπαρκτή (όχι και τεράστια, εδώ που τα λέμε!).
Σε ένα γενικότερο επίπεδο κινηματογραφικής κουλτούρας και «παιδείας» όμως, η χώρα μας (παρ)ακολουθεί από (μια μακρινή) απόσταση μιας και η έλλειψη ενός Film museum, institute or... whatever, είναι αποκαρδιωτική. Η ανάγκη για ένα arthouse cinema (ας είναι και multiplex!) με μόνιμα αφιερώματα, προβολές κλασικών ταινιών και οτιδήποτε άλλο μπορεί να ανταγωνιστεί την online παραγγελία DVD της Criterion ως μόνη διέξοδο για έναν κινηματογραφόφιλο, είναι επείγουσα.
Αν είσαι κάτοικος της χώρας που ονομάζεται Hellas (και ας μη γνωρίζει κανείς εκτός συνόρων άλλη λέξη εκτός του Greece, κατά τα πρότυπα του FYROM VS Macedonia ένα πράγμα) και η κουβέντα φθάνει στο σινεμά, μόνο για το γεγονός ότι ο Θόδωρος Αγγελόπουλος υπάρχει και δημιουργεί μπορείς να είσαι, όχι περήφανος φυσικά (ας αφήσουμε στην άκρη τις εθνικές περηφάνιες και τα λοιπά κουραφέξαλα) αλλά κάπως... «χαρούμενος» (θα τολμήσω να πω και οι «Νύχτες Πρεμιέρας»∙ αναδεικνύουν κάτι το ιδιόμορφα «αθηναϊκό» και... φρέσκο).